Του Στράτου Στρατηγάκη
Μαθηματικού – Ερευνητή
[email protected]
Τι θα γίνει με την ύλη; Μαθητές, καθηγητές και γονείς αγωνιούν. Πρωτίστως οι μαθητές που διαβάζουν και σκέφτονται: Καλά κάνω και το διαβάζω αυτό; Θα είναι μέσα στην ύλη; Κι αν δεν είναι και το διαβάζω τσάμπα; Μήπως χάνω το χρόνο μου και μελετώ πράγματα που θα είναι εκτός ύλης, και τελικά δεν δώσω τον απαραίτητο χρόνο σ’ αυτά που θα είναι εντός ύλης; Γιατί το Υπουργείο δεν ανακοινώνει τώρα την ύλη; Τι περιμένουν;
Αγωνιώδη ερωτήματα που δεν έχουν απάντηση. Ας προσπαθήσουμε να βάλουμε τα πράγματα σε μία σειρά. Αν το Υπουργείο Παιδείας ανακοινώσει τώρα την ύλη, αυτό σημαίνει ότι τα σχολεία δεν θα ανοίξουν ξανά ή αν ανοίξουν για μικρό διάστημα θα κάνουν επαναλήψεις. Θα μπορούσε να είναι αυτό μία λύση, αλλά αυτοί που θα αποφασίσουν είναι οι… γιατροί.
Υποθέτοντας ότι το Υπουργείο Παιδείας αποφασίζει να ανακοινώσει τώρα την ύλη. Έχει ήδη ζητήσει από τα σχολεία να μάθει που βρισκόταν ο κάθε καθηγητής σε κάθε σχολείο στα Πανελλαδικά εξεταζόμενα μαθήματα. Άρα γνωρίζει ακριβώς τι συμβαίνει, ενώ εμείς απλά υποθέτουμε.
Στις 11 Μαρτίου, που σταμάτησε η φυσική λειτουργία των σχολείων, είχαν διανυθεί τα 2/3 του διδακτικού έτους. Συνήθως το διδακτικό έτος περιλαμβάνει 25 εβδομάδες και από τις 11 Μαρτίου μέχρι τη λήξη των μαθημάτων υπολείπονται 8,5 εβδομάδες μαθημάτων. Απλό θα ήταν η ύλη να περικοπεί κατά 30% και να τελειώσει εκεί η ιστορία. Δεν είναι όμως τόσο εύκολα τα πράγματα όσο δείχνουν.
Με βάση τις οδηγίες διδασκαλίας του Υπουργείου Παιδείας έχουμε το εξής χρονοδιάγραμμα στα Μαθηματικά, για παράδειγμα. Ώρες διδασκαλίας 6 την εβδομάδα και μία ώρα για επίλυση των αποριών. Ο ελάχιστος αριθμός ωρών που προτρέπουν οι οδηγίες του καθηγητές να αφιερώσουν σε κάθε παράγραφο έχουν άθροισμα 124 ώρες και αντιστοιχούν σε 21 διδακτικές εβδομάδες με έξι ώρες διδασκαλία, αφού η έβδομη ώρα αφιερώνεται σε επίλυση αποριών.
Θα έμεναν, δηλαδή, και 4 εβδομάδες για την επανάληψη της ύλης, αν ένας καθηγητής αφιέρωνε το ελάχιστο προτεινόμενο για κάθε παράγραφο. Αν επέμενε κάπου περισσότερο γιατί έβλεπε ότι υπήρχαν ζητήματα κατανόησης ή για όποιον άλλο λόγο έκρινε αυτός θα ροκάνιζε από το χρόνο για επανάληψη. Λογικά, λοιπόν, με μία μείωση της ύλης κατά 20-25% θα ήταν όλα εντάξει στο συγκεκριμένο μάθημα. Τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα.
Οι οδηγίες και η υλοποίησή τους είναι δύο τελείως διαφορετικά πράγματα. Δύο είναι οι παράγοντες που δημιουργούν το πρόβλημα. Ο πρώτος και σημαντικότερος παράγοντας είναι το ίδιο το Υπουργείο Παιδείας. Είναι γνωστό ότι διορισμοί αναπληρωτών γινόντουσαν μέχρι λίγο πριν να κλείσουν τα σχολεία. Συγκεκριμένα οι τελευταίοι διορισμοί αναπληρωτών ανακοινώθηκαν στις 28/2/2020 και σ’ αυτούς περιλαμβάνονται και 155 καθηγητές γενικής παιδείας.
Θυμάμαι να διαβάζω ανακοινώσεις σχολείων ότι φθάνουν τα Χριστούγεννα και δεν έχουν καθηγητές να διδάξουν μαθήματα Πανελλαδικά εξεταζόμενα. Η διαχείριση του προσωπικού είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα του Υπουργείου Παιδείας. Δεν είναι ικανό να διαχειριστεί και να διοικήσει το προσωπικό του. Υπάρχει μία δικαιολογία ότι ο πραγματικά πολύ μεγάλος αριθμός αναπληρωτών (συνέπεια του παγώματος διορισμών που έφερε η κρίση) είναι δυσκολότερα διαχειρίσιμος, αλλά υπάρχει και το My School, που δείχνει με ένα κλικ την εικόνα κάθε σχολείου.
Όταν, λοιπόν, δεν ξεκινούν σε όλα τα σχολεία ταυτόχρονα τα μαθήματα, αλλά σταδιακά, ανάλογα με τα κύματα των αναπληρωτών που διορίζονται γίνονται και τα μαθήματα, τότε κάθε προγραμματισμός μένει στα χαρτιά. Εδώ, λοιπόν, ξεκινούν τα προβλήματα του Υπουργείου Παιδείας, που φέρει το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης.
Ο δεύτερος παράγοντας που μπορεί να δυσκολέψει την τήρηση των οδηγιών είναι κάποιοι καθηγητές που κάνουν ό,τι θέλουν, αφού δεν έχουν κανένα έλεγχο. Δυστυχώς στην Ελλάδα η ανυπακοή είναι εθνικό σπορ. Από τα υδραυλικά των εξοχικών που χαλάνε Παρασκευή, μέχρι αυτούς που αλλάζουν μόνιμη κατοικία, ώστε να πάνε το Πάσχα στο χωριό, η ανυπακοή είναι μέσα μας. Δεν γίνεται να λείψει και από τους καθηγητές, που αποτελούμε μέρος της κοινωνίας μας. Έτσι κάποιοι χαράζουν τη δική τους διδακτική πορεία περιφρονώντας τις οδηγίες του Υπουργείου Παιδείας.
Τώρα που όλοι οι καθηγητές έχουν καταθέσει μέχρι σε ποιο σημείο έχουν φθάσει την ύλη πρέπει, νομίζω, οι σχολικοί σύμβουλοι να ζητήσουν από τους ποσοτικά “απείθαρχους” καθηγητές να τους εξηγήσουν το σκεπτικό με το οποίο δεν τήρησαν τις οδηγίες του Υπουργείου Παιδείας. Αν το σκεπτικό τους είναι σωστό να επαινεθούν και η πρότασή τους να προωθηθεί προς το ΙΕΠ προς αξιολόγηση. Αν το σκεπτικό τους είναι λάθος να υποστούν επίπληξη και να τύχουν αυξημένης παρακολούθησης την επόμενη χρονιά για τη σωστή ως προς το χρόνο διεκπεραίωση της ύλης.
Αντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, ότι δεν είναι εύκολη υπόθεση η περικοπή της ύλης. Δεν γνωρίζουμε την έκταση του προβλήματος. Μόνο το Υπουργείο Παιδείας γνωρίζει και μένει να αποφασίσει. Η αγωνία των υποψηφίων, όμως, είναι πολύ μεγάλη, γιατί είναι φυσικό όταν διαβάζεις να θέλεις να γνωρίζεις σε ποια ύλη θα εξεταστείς.
naftemporiki.gr