«Κρούεις ανοιχτές θύρες», απαντά ο πρώην πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου στην επιστολή της προέδρου του ΠΑΣΟΚ Φώφης Γεννηματά, η οποία απηύθυνε πρόσκληση για διάλογο τόσο πρόεδρο του Κινήματος Δημοκρατών Σοσιαλιστών, όσο και στον επικεφαλής του Ποταμιού Σταύρο Θεοδωράκη. Σημειώνει ωστόσο ότι «νομοτελειακά, δεν θα πρέπει να αποκλεισθεί από αυτόν τον διάλογο και ο ΣΥΡΙΖΑ», αναγνωρίζοντας πάντως ότι υπάρχουν «δεδομένες διαφορές».
Σε απαντητική του επιστολή, ο κ. Παπανδρέου σημειώνει ότι έχει ανακοινώσει ήδη ότι θα αποστείλει τις επόμενες ημέρες επιστολές με τις απόψεις και προτάσεις του, για το πλαίσιο με το οποίο μπορούν να τεθούν οι βάσεις για μια προσπάθεια διαλόγου των «προοδευτικών» δυνάμεων.
Ο κ. Παπανδρέου αναφέρει ότι είναι ανοιχτός στο διάλογο όταν γίνεται υπό τις σωστές προϋποθέσεις, κάτι που όπως σημειώνει, επεδίωξε ακόμη και σε περιόδους αποφορτισμένες από συγκυριακές ανάγκες.
«Υπηρέτησα με συνέπεια την ανάγκη εθνικού διαλόγου με τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου – πόσο μάλλον μεταξύ αυτών του ευρύτερου προοδευτικού χώρου. Στο πλαίσιο αυτό, πιστεύω ότι, αξίζει να εξετάσεις τη θέση μου για μια κοινή συνάντηση όλων των πολιτικών αρχηγών του προοδευτικού χώρου γύρω από ένα τραπέζι. Ανοιχτό στους πολίτες, πολύ περισσότερο τους προοδευτικούς», προσθέτει και στέκεται στην ανάγκη «να βρεθούν γύρω από το ίδιο τραπέζι όλοι, χωρίς εξαιρέσεις, όλοι όσοι τουλάχιστον αυτοπροσδιορίζονται ως προοδευτικοί, δημοκράτες, είτε θεωρούν ότι ανήκουν στον ευρύτερο χώρο του δημοκρατικού σοσιαλισμού». Συμπληρώνοντας, αναφέρει ότι «νομοτελειακά, δεν θα πρέπει να αποκλεισθεί από αυτόν τον διάλογο και ο ΣΥΡΙΖΑ» παρά τις όποιες διαφορές.
«Γνωρίζεις ότι, ακόμη και προσωπικά βρέθηκα στο επίκεντρο της αντιπολιτευτικής στάσης του ΣΥΡΙΖΑ. Με χαρακτηρισμούς που προσέβαλαν τον δημοκρατικό πολιτισμό της χώρας. Γνωρίζω επίσης και κατανοώ απόλυτα, ότι και εσύ όπως και άλλες δυνάμεις του ευρύτερου προοδευτικού χώρου έχουν σοβαρές επιφυλάξεις για την αξιοπιστία του εγχειρήματος ΣΥΡΙΖΑ. Εξάλλου, και ο ΣΥΡΙΖΑ έχει χρέος να αναλογιστεί ότι με πολλές επιλογές του, σκιάζει το αξιακό πλαίσιο της Αριστεράς», υπογραμμίζει.
Ο πρώην Πρωθυπουργός παρατηρεί ότι υπάρχουν σοβαροί πολιτικοί και ιδεολογικοί λόγοι που οδήγησαν στην κατάτμηση του χώρου, ωστόσο υπενθυμίζει ότι από το 2014 επαναλαμβάνει συνεχώς ότι «έχουμε χρέος να παλέψουμε για τη σύγκλιση των προοδευτικών δυνάμεων, με την κινητοποίηση των προοδευτικών πολιτών και εν τέλει τη συμπόρευση τους».
Διευκρινίζει ωστόσο ότι αυτή η προσπάθεια μπορεί να γίνει έχοντας ως προϋπόθεση πολιτικούς και μόνον όρους. Στόχος, όπως αναφέρει, είναι να συζητηθεί καταρχήν μια ατζέντα θεμάτων που μπορεί να υπάρξει κοινή αντίληψη και στρατηγική, για τις προοδευτικές αλλαγές που απαιτούνται, καθώς και για τα αίτια κατάτμησης του χώρου.
«Βαθιά μου πίστη είναι ότι, δεν μας αξίζουν ούτε συντηρητικές αποκλείσεις, ούτε και στρατηγικές στοχεύσεις τρίτου ή όποιου άλλου πόλου, ούτε και πρόσκαιρα εκλογικά αποτελέσματα. Το να πετύχουμε σε αυτό το εγχείρημα, είναι επιθυμία αν όχι και απαίτηση, της συντριπτικής πλειοψηφίας των προοδευτικών πολιτών στη χώρα μας», συνεχίζει ο κ. Παπανδρέου, εκτιμώντας ότι έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος. «Το πληρώνουν πολύ ακριβά οι Έλληνες και η χώρα. Το πληρώνουν πολύ ακριβά και οι προοδευτικές δυνάμεις, που με το έργο τους την περίοδο 2009-2011, προέταξαν το εθνικό συμφέρον έναντι της κομματικής σκοπιμότητας», προσθέτει.
Ο κ. Παπανδρέου κάνει λόγο για «χρέος, να διαφυλάξουμε τις ιστορικές ιδεολογικές και πολιτικές αναφορές μας, σε σχέση με τη συντήρηση, με την οποία πρέπει να έχουμε διαρκές μέτωπο. Μια ματιά στην ιστορία – και στην πρόσφατη ιστορία της χώρα μας, πείθει ότι, όταν αυτή η γραμμή καταπατήθηκε, μόνο δεινά επιφύλασσε για τους λαούς και τις κοινωνίες, αλλά και απαξίωση για τις προοδευτικές δυνάμεις».
«Χρέος μας επίσης, να ορθώσουμε μέτωπο τόσο απέναντι στο λαϊκισμό, όσο και στις κατά περίσταση και περίπτωση “πολιτικές” συμπεριφορές και επιλογές, από όπου και αν αυτές προέρχονται, όποια σκοπιμότητα και αν εξυπηρετούν. Μήπως στελέχη μας δεν απουσίασαν από το μετερίζι του αγώνα που δώσαμε για μια μεγάλη εθνική υπόθεση;», διερωτάται και προσθέτει ότι «εν τέλει ο καθένας μας θα κριθεί μέσα από αυτόν τον διάλογο, από τις θέσεις και τις πράξεις του, από τη συνέπειά του στις αρχές και τις αξίες μας – όπως και ο ΣΥΡΙΖΑ που σήμερα κυβερνά με την στήριξη ενός ακροδεξιού κόμματος».
Ο κ. Παπανδρέου υποστηρίζει ότι στόχος πρέπει να έιναι μία συμφωνία που θα βάζει τέλος «στο παρασιτικό συντηρητικό πελατειακό πολιτικο-οικονομικό σύστημα. Αυτό δηλαδή, που σπατάλησε πόρους και δυνατότητες του Ελληνισμού, υπονόμευσε τους δημιουργικούς Έλληνες, τις δημιουργικές Ελληνίδες, αυτό που μας ανάγκασε να ζητούμε δανεικά από τους εταίρους μας με επαχθείς όρους, για να αποφύγουμε τη χρεοκοπία – μια εθνική καταστροφή».
«Να συμφωνήσουμε, σε μια σειρά ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων, που είχαμε ήδη αρχίσει την περίοδο 2009-2011 και ανέκοψε η κυβέρνηση Σαμαρά αρχικά και στη συνέχεια η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Για να γίνουν πράξη αυτές οι ριζοσπαστικές αλλαγές, απαιτούνται ευρύτερες συναινέσεις και συνεργασίες, όπως και η ενεργή συμμετοχή των πολιτών. Πρωτίστως, οι πολίτες πρέπει να αισθανθούν, ότι αυτό είναι δικό τους εγχείρημα. Με αυτές τις ωφέλιμες ελπίζω σκέψεις, σε χαιρετώ και μέσω των γραφείων μας θα προγραμματίσουμε τη συνέχεια», καταλήγει ο πρώην Πρωθυπουργός απευθυνόμενος στην κ. Γεννηματά.