Skip to main content

«Κάναμε πικρές υποχωρήσεις έναντι της Ε.Ε.», δηλώνει ο ισχυρός άνδρας της Πολωνίας

Η Πολωνία έχει πληρώσει «πικρό τίμημα» για τις υποχωρήσεις που έκανε στις μεταρρυθμίσεις του δικαστικού της συστήματος, έπειτα από την πίεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δήλωσε ο Γιάροσλαβ Κατσίνσκι, επικεφαλής του συντηρητικού δεξιού κυβερνώντος κόμματος «Νόμος και Δικαιοσύνη» (PiS).

Την προηγούμενη εβδομάδα η κυβέρνηση της Πολωνίας ανακοίνωσε στις Βρυξέλλες ότι είναι διατεθειμένη να κάνει κάποιες αλλαγές στις μεταρρυθμίσεις του δικαστικού της συστήματος, οι οποίες σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή παραβίαζαν το κράτος δικαίου.

«Το τίμημα είναι μεγάλο, είναι πικρό», σχολίασε ο κ. Κατσίνσκι, μιλώντας στον ειδησεογραφικό ιστότοπο wPolityce.pl. «Δεν θα κρύψω ότι βασιζόμαστε στο μοντέλο του (Ούγγρου) πρωθυπουργού Βίκτορ Ορμπάν, ο οποίος χρειάστηκε συχνά να κάνει δυσάρεστες υποχωρήσεις», πρόσθεσε.

Ο Γ. Κατσίνσκι, ο οποίος είχε διατελέσει πρωθυπουργός την περίοδο 2006-2007, επεσήμανε ότι θα προτιμούσε να προχωρούσαν οι μεταρρυθμίσεις, όμως εσωτερικές και εξωτερικές «συνθήκες» ανάγκασαν την κυβέρνηση να κάνει αλλαγές.

Βάσει των αλλαγών αυτών, ο υπουργός Δικαιοσύνης πλέον θα πρέπει να ζητεί τη γνώμη των δικαστών προτού αποφασίσει αν θα αποπέμψει έναν πρόεδρο δικαστηρίου. Το PiS είναι επίσης διατεθειμένο να εξισώσει την ηλικία της αναγκαστικής συνταξιοδότησης των ανδρών και γυναικών δικαστών στα 65 έτη.

Η μεταρρύθμιση αρχικά προέβλεπε την παροχή εξαιρετικών εξουσιών στον υπουργό Δικαιοσύνης, ο οποίος θα μπορούσε να αντικαταστήσει έναν πρόεδρο δικαστηρίου χωρίς να ζητήσει δεύτερη γνώμη, χωρίς να δώσει εξηγήσεις και χωρίς να προηγηθεί αξιολόγηση.

Αρχικά επίσης οριζόταν υποχρεωτική ηλικία συνταξιοδότησης για τις γυναίκες δικαστές τα 60 έτη και για τους άνδρες τα 65, κάτι που σήμαινε ότι σχεδόν το 40% των δικαστών του Ανώτατου Δικαστηρίου θα αναγκάζονταν να συνταξιοδοτηθεί.

Αν και ο Γ. Κατσίνσκι δεν διατηρεί κάποια κυβερνητική θέση, τόσο ο πρόεδρος της Πολωνίας Αντρέι Ντούντα, όσο και ο πρωθυπουργός Ματέους Μοραβιέτσκι προέρχονται από το κόμμα του, το οποίο ελέγχει επιπλέον και τα δύο σώματα του πολωνικού κοινοβουλίου (Σέιμ και Γερουσία).