Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 ήταν η προσπάθεια των σκλαβωμένων Ελλήνων να απελευθερωθούν από τον οθωμανικό ζυγό και να συστήσουν ανεξάρτητο ελληνικό κράτος.
Στον δημόσιο λόγο γίνονται ποικίλες αναφορές για τους ένδοξους πολέμαρχους, τα πολεμικά γεγονότα και το διπλωματικό παρασκήνιο γύρω από τον Αγώνα της ελληνικής Ανεξαρτησίας. Λιγότερη έμφαση δίνεται στη σύνδεση της Επανάστασης με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά κινήματα της εποχής, την εξωτερική πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων και τους ευρωπαίους που ένθερμα υποστήριξαν το ελληνικό εγχείρημα. Στο παρόν άρθρο θα αναφερθούμε στα χαρακτηριστικά που συνθέτουν το μωσαϊκό του ευρωπαϊκού χαρακτήρα της Ελληνικής Επανάστασης.
Αρχικά, η Επανάσταση ξέσπασε στο έδαφος της Γηραιάς Ηπείρου και πιο συγκεκριμένα στην Νοτιοανατολική Ευρώπη (στον ελλαδικό χώρο και κυρίως στη σημερινή Πελοπόννησο και Στερεά Ελλάδα). Οι Έλληνες επαναστάτες επηρεάστηκαν έντονα από τις ιδέες του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης τόσο αναφορικά με τα επιχειρήματα για ρήξη με το κυρίαρχο καθεστώς, όσο και στις πολιτικές τους επιδιώξεις. Ενδεικτικά παραδείγματα που επιβεβαιώνουν τα παραπάνω ήταν η ανακήρυξη της εξουσίας του σουλτάνου ως παράνομης και η προσδοκία τους να δημιουργήσουν ανεξάρτητο εθνικό κράτος. Τις ίδιες ιδέες ενστερνίζονταν και άλλα επαναστατικά κινήματα στην Ευρώπη στις αρχές του 19ου αιώνα. Το 1820, δια της επαναστατικής οδού, οι Ισπανοί απαίτησαν από τον βασιλιά τους συνταγματικές ελευθερίες ενώ οι Ιταλοί δημιουργία ανεξάρτητου εθνικού κράτους.
Ο ευρωπαϊκός χαρακτήρας της Επανάστασης
Βασικό στοιχείο του ευρωπαϊκού χαρακτήρα της Επανάστασης ήταν η οργάνωσή της από τη Φιλική Εταιρεία. Αυτή ήταν μυστική-συνωμοτική οργάνωση που ιδρύθηκε το 1814 στην Οδησσό της Ρωσικής Αυτοκρατορίας από Έλληνες κοινωνούς των ευρωπαϊκών επαναστατικών ιδεών. Ιδρυτές της ήταν οι: Εμμανουήλ Ξάνθος, Νικόλαος Σκουφάς, Αθανάσιος Τσακάλωφ και Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος. Στόχος της ήταν η απελευθέρωση των Ελλήνων από τον οθωμανικό ζυγό. Η Εταιρεία ήταν μια από τις πολλές οργανώσεις, όπως ήταν οι Καρμπονάροι στην Ιταλία, που είχαν συσταθεί στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα στην Ευρώπη και επιδίωκαν την ανατροπή των απολυταρχικών καθεστώτων και την εγκαθίδρυση φιλελεύθερων.
Οι ευρωπαϊκοί λαοί δεν έμειναν αμέτοχοι απέναντι στην Επανάσταση. Από τις πρώτες ημέρες του Αγώνα άνθησε στην Ευρώπη ένα φιλελληνικό κίνημα. Ο φιλελληνισμός ήταν γέννημα του θαυμασμού που έτρεφαν αρκετοί ευρωπαίοι για τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό, του αποτροπιασμού τους από τις βιαιότητες των Οθωμανών εις βάρος αμάχων Ελλήνων και των νικών των Ελλήνων στα πεδία των μαχών. Άλλοι ήθελαν να βοηθήσουν τους Έλληνες ως χριστιανούς που πολεμούσαν απέναντι στη βαρβαρότητα του Ισλάμ.
Έλληνες της διασποράς μαζί με φιλέλληνες ίδρυσαν στην Ευρώπη φιλελληνικές επιτροπές (κομιτάτα). Οι επιτροπές αυτές προσπαθούσαν μέσω εκλύσεων και εράνων να συγκεντρώσουν τους απαραίτητους πόρους ώστε να περιθάλψουν τους Έλληνες πρόσφυγες στην Ευρώπη και να αποστείλουν στην επαναστατημένη ελληνική γη τρόφιμα, φάρμακα και πολεμοφόδια. Μάλιστα, η Φιλελληνική Επιτροπή του Λονδίνου διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο, ώστε οι Έλληνες να συνάψουν δύο δάνεια από τις εκεί χρηματαγορές για τη συνέχιση του πολέμου. Αυτό αποτελούσε έμμεση αναγνώριση των επαναστατών αρχικά ως εμπολέμων, ενώ άφηνε ανοιχτό το ενδεχόμενο ύπαρξης αυτόνομου ή ανεξάρτητου ελληνικού κράτους καθώς οι δανειστές δέχθηκαν ως υποθήκη τις «εθνικές γαίες», δηλαδή εκτάσεις που θα αποτελούσαν το ελληνικό κράτος μετά το τέλος της Επανάστασης. Το πρώτο δάνειο, ύψους 800.000 στερλινών, εγκρίθηκε τον Φεβρουάριο του 1824 και το δεύτερο, ύψους 2.000.000 λιρών, τον Μάρτιο του 1825.
Ένας ακόμη σκοπός των φιλελληνικών επιτροπών ήταν η στρατολόγηση ατόμων και η αποστολή τους στις επαναστατημένες περιοχές. Υπολογίζεται ότι περίπου 1.200 ευρωπαίοι εθελοντές ήρθαν για να πολεμήσουν πλάι στους Έλληνες. Από το 1821 μέχρι το 1822 προσήλθαν εθελοντές νεαρής ηλικίας (οι περισσότεροι αυθόρμητα). Ενώ από το 1824 έως το 1826 κατέφθασαν εμπειροπόλεμοι αξιωματικοί που ανέλαβαν ηγετικές θέσεις στο ελληνικό στράτευμα. Σε αυτή τη φάση η φιλελληνική στράτευση προσέλαβε περισσότερο επαγγελματικό χαρακτήρα. Αξίζει να αναφερθεί πως μέρος αυτών δεν ήρθαν στις επαναστατημένες περιοχές παρακινούμενοι από φιλελληνικά αισθήματα αλλά από τυχοδιωκτικές βλέψεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν στρατιωτικοί που επιθυμούσαν να συνεχίσουν την καριέρα τους μετά το πέρας των Ναπολεόντειων Πολέμων (1803-1815).
Γενικότερα το ενδιαφέρον των ευρωπαίων για την Επανάσταση υπήρξε αξιόλογο. Άρχισαν να παράγονται λογοτεχνικά και εικαστικά έργα με θέματα την αρχαία και σύγχρονη Ελλάδα. Διηγήματα, ποιήματα, ωδές, θεατρικά έργα, πίνακες ζωγραφικής, λιθογραφήματα και κάθε είδος καλλιτεχνική παραγωγή κατέκλυσαν την Ευρώπη λόγω της υψηλής ζήτησης έργων με φιλελληνικά θέματα.
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είχαν αποφασίσει πως μετά το τέλος των Ναπολεόντειων Πολέμων δεν θα επέτρεπαν να ξεσπάσει άλλη επανάσταση στην Ευρώπη που θα απειλούσε να διαταράξει την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων. Το 1815, η Ρωσία, Αυστρία και Πρωσία σύστησαν την Ιερά Συμμαχία προς τον σκοπό αυτό. Λίγο καιρό αργότερα θα προσχωρήσει στον συνασπισμό η Βρετανία και το 1818 η Γαλλία. Η Συμμαχία επέδρασε καθοριστικά ώστε να καταπνιγούν οι επαναστάσεις στην Ισπανία και στην Ιταλία. Οι Έλληνες επαναστάτες υπό τον φόβο ότι η Συμμαχία θα αντιμετώπιζε με τον ίδιο τρόπο τη δική τους επανάσταση προσπάθησαν να διαχωρίσουν τη θέση τους από τους Ισπανούς και Ιταλούς επαναστάτες, παρότι στις απαρχές του Αγώνα επιδίωξαν να εξασφαλίσουν αμοιβαία υποστήριξη.
Τα κράτη της Ιεράς Συμμαχίας
Στην αρχή, τα κράτη της Ιεράς Συμμαχίας δεν απέστειλαν στρατιωτικές δυνάμεις για να καταστείλουν την Ελληνική Επανάσταση επειδή θεώρησαν πως ο σουλτάνος δεν είχε ανάγκη την αρωγή τους. Μετέπειτα η αγγλική, γαλλική και ρωσική κυβέρνηση, ξεπερνώντας τις επιφυλάξεις τους για τη διατήρηση της ισορροπίας δυνάμεων, αντιλήφθηκαν πως ήταν προς το συμφέρον τους η δημιουργία ενός κράτους υπό την επιρροή τους στην Ανατολική Μεσόγειο. Μάλιστα, στις 4 Απριλίου 1826, η Βρετανία και η Ρωσία υπέγραψαν το Πρωτόκολλο της Αγίας Πετρούπολης που αποφάσιζε τον τερματισμό του πολέμου μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των Ελλήνων επαναστατών.
Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους ο βασιλιάς της Βαυαρίας, Λουδοβίκος Α΄ (πατέρας του μετέπειτα πρώτου βασιλιά της Ελλάδας, Όθων Α΄) απέστειλε στην επαναστατημένη Ελλάδα δώδεκα αξιωματικούς και στρατιωτικούς ιατρούς από το Μόναχο παρά τις αντιρρήσεις της Ιεράς Συμμαχίας. Τούτη ήταν η πρώτη ένδειξη «κρατικού φιλελληνισμού». Στις 6 Ιουλίου 1827, η Βρετανία, Γαλλία και Ρωσία υπέγραψαν τη Συνθήκη του Λονδίνου που προέβλεπε τη σύσταση ανεξάρτητου ελληνικού κράτους.
Οι τρις παραπάνω χώρες για να επιβάλουν τους όρους της Συνθήκης στην Υψηλή Πύλη, απέστειλαν κοινή ναυτική πολεμική δύναμη στο Ναβαρίνο όπου διέλυσαν, στις 20 Οκτωβρίου 1827, τον οθωμανο-αυγυπτικό στόλο που ήταν αγκυροβολημένος εκεί. Επιπρόσθετα, η γαλλική εκστρατεία στην Πελοπόννησο (Εκστρατεία του Μοριά, 1828-1833) που ήταν επιφορτισμένη, μεταξύ άλλων, να εκδιώξει τις οθωμανικές στρατιωτικές δυνάμεις από την περιοχή και η νίκη των Ρώσων στον ρωσο-οθωμανικό πόλεμο (1828-1829) οδήγησαν στην κάμψη της οθωμανικής διπλωματικής και στρατιωτικής αντίστασης. Έτσι, στις 3 Φεβρουαρίου 1830, υπογράφτηκε το Πρωτόκολλο του Λονδίνου από τη Βρετανία, Γαλλία και Ρωσία που αναγνώριζε επίσημα την Ελλάδα ως ανεξάρτητο κράτος.
Εν κατακλείδι, νομίζω πως παραπάνω αναλύσαμε εν συντομία τα στοιχεία που συνθέτουν τον ευρωπαϊκό χαρακτήρα του Αγώνα της ελληνικής Ανεξαρτησίας. Οι Έλληνες οδηγήθηκαν στον επαναστατικό δρόμο εμπνεόμενοι από τα διδάγματα του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης. Από την πρώτη στιγμή προσπάθησαν να κερδίσουν τη συμπάθεια της Ευρώπης ώστε να τους βοηθήσει στο εγχείρημά τους. Η συνεισφορά τόσο των υπηκόων των ευρωπαϊκών κρατών, όσο και των κυβερνήσεών τους υπήρξε καταλυτική ώστε να επιτευχθεί ο στόχος της Επανάστασης: η δημιουργία ανεξάρτητου ελληνικού κράτους.
*Ο Γεώργιος Βουλγαράκης είναι Ιστορικός (Μ.Α.)