«Η συμπληρωματική έκθεση είναι ουσιαστικά δύο πειστήρια τα οποία κατετέθησαν στον κύριο ανακριτή. Το ένα έχει να κάνει και με το δεύτερο ηχητικό από το άλλο τηλέφωνο το οποίο ενεργοποιήθηκε μετά τη σύγκρουση με την εφαρμογή της αυτόματης ανίχνευσης του τροχαίου δυστυχήματος, με το οποίο συνδυάστηκε και το άλλο ηχητικό και η εικόνα από το βίντεο καταγραφής της εθνικής οδού», σημείωσε αναφερόμενος στην τραγωδία των Τεμπών ο εμπειρογνώμονας Βασίλης Κοκοτσάκης, μιλώντας στην τηλεόραση της Ναυτεμπορικής και την εκπομπή Rush Hour με τη Νικόλ Λειβαδάρη.
«Έτσι αποκτήσαμε μία σφαιρική εικόνα τι γινόταν εξωτερικά από τα βαγόνια τη στιγμή που τα κινητά τηλέφωνα είχανε ενεργοποιηθεί και το νέο στοιχείο μας έδωσε ότι υπήρχαν πολλοί περισσότεροι άνθρωποι εγκλωβισμένοι που τελικά έχασαν τη ζωή τους από τη φωτιά αμέσως μετά το δυστύχημα. Είχαν γλιτώσει το τροχαίο και στη συνέχεια κάηκαν από τη φωτιά που εξελίχθηκε» σημείωσε.
Ο κ. Κοκοτσάκης επεσήμανε ότι «το συγκεκριμένο ντοκουμέντο ήρθε να επιβεβαιώσει με εικόνα και με ήχο την πραγματικότητα. Το δε άλλο βίντεο, το οποίο είναι επίσης στην έκθεση, είναι από την κάμερα της Εθνικής Οδού που κατέγραψε το δυστύχημα και με το οποίο μπορέσαμε και ενισχύσαμε την έννοια ώστε ο θεατής, ο ανακριτής, οι ερευνητικές αρχές να δούνε τι ήταν αυτό το οποίο τελικά έκαιγε μπροστά στα μάτια της κάμερας και κατ’ επέκταση στα δικά μας, βλέποντας την συγκεκριμένη καύση όπως εκδηλωνόταν πάνω στα συντρίμμια της επιβατικής αμαξοστοιχίας».
Ο ειδικός εμπειρογνώμονας επεσήμανε ότι «από αυτό δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι αυτό που καιγόταν επί 28 λεπτά σε ένα συγκεκριμένο σημείο και δεν απλωνόταν άναρχα όπως πάει μια φωτιά γενικά, οφειλόταν σε καύσιμα που είχαν εγκλωβιστεί και κατά περιόδους δημιουργούσαν αυτό το φαινόμενο, πολύ μεγάλες φλόγες, πολύ μεγάλη θερμοκρασία, με ροή καυσίμων, με αναβλύζουσες πυρκαγιές, με πίδακες και γλώσσες φωτιάς. Αυτά είναι στοιχεία που προκαλούν μόνο οι εύφλεκτοι διαλύτες, οι χημικοί διαλύτες».
«Είναι σίγουρο ότι μετέφερε»
Επεσήμανε, δε, ότι «στην προηγούμενη έκθεση αναφέραμε ότι επειδή η σύγκρουση με την πυρόσφαιρα ήταν σχεδόν ταυτόχρονη, υποθέταμε ότι τα εύφλεκτα υλικά βρίσκονταν στα μπροστινά βαγόνια της εμπορικής αμαξοστοιχίας. Τώρα, πού ακριβώς, δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία. Θα έπρεπε οι αρχές να μην ερευνούν αν μετέφερε αλλά που μετέφερε. Είναι σίγουρο ότι μετέφερε».
«Εμείς δεν ψάχναμε ανοικτές δεξαμενές ποτέ, εμείς ψάχναμε δοχεία. Είναι δυνατόν να μεταφέρει κάποιος σε ένα τρένο ανοικτή δεξαμενή; Πώς θα γίνει αυτό; Αν μεταφέρει, μεταφέρει δοχεία, τα οποία είναι παλετοδοχεία, μικρότερα ή μεγαλύτερα, δεν έχει σημασία. Δεν είπαμε ποτέ για ανοικτές δεξαμενές» συνέχισε.
«Οι αρχές πρέπει να ψάξουν όχι αν το μετέφερε, αλλά πού το μετέφερε. Και αυτό είναι δύσκολο μετά την καταστροφή του πεδίου και την απομάκρυνση των συντριμμιών όπως-όπως, σχεδόν ακατόρθωτο θα έλεγα, από την ώρα που στερήθηκαν οι ερευνητές τη σκηνή του εγκλήματος για να μπορέσουν να βρουν τα αποδεικτικά στοιχεία. Και αυτό είναι ένα πρόβλημα. Όμως αυτό που βλέπετε στην οθόνη σας, δεν μπορεί να έρθει από τίποτα άλλο, παρά από αυτό που λέμε» συμπλήρωσε.
Καταλήγοντας, επεσήμανε ότι «το έλαιο σιλικόνης ήταν παντού. Η δε Hellenic Train παραδέχεται στο εσωτερικό της έγγραφο ότι κάλεσε την πυροσβεστική να κάνει άντληση του ελαίου σιλικόνης την τέταρτη ημέρα μετά τη σύγκρουση».