Skip to main content

Πόσους γιατρούς «παράγει» η Ελλάδα;

SHUTTEROSTOCK

Το μέλλον των επαγγελματιών υγείας προβλέπεται αισιόδοξο, διότι όλος ο δυτικός κόσμος γερνάει.

Οι σπουδές Ιατρικής στη χώρα μας ανήκουν στις πλέον περιζήτητες. Οι υποψήφιοι ανταγωνίζονται πολύ σκληρά για να πετύχουν σε κάποιο από τα 7 τμήματα που λειτουργούν στα Πανεπιστήμιά μας.

Τις 800 θέσεις που διατίθενται στα ελληνικά ΑΕΙ μέσω του συστήματος των Πανελλαδικών Εξετάσεων διεκδίκησαν 2.603 υποψήφιοι το 2024. Τόσοι δήλωσαν κάποιο από τα τμήματα Ιατρικής ως πρώτη τους επιλογή. Έχουμε δηλαδή ποσοστό επιτυχίας 30,73% από όσους είχαν ήδη ξεπεράσει το εμπόδιο της ΕΒΕ, είχαν δηλαδή μέσο όρο μεγαλύτερο ή ίσο του 14,38, που ήταν η ΕΒΕ και των 7 τμημάτων Ιατρικής.

Ο τελευταίος που εισήχθη στην Αλεξανδρούπολη είχε συγκεντρώσει 17.975 μόρια. Όλοι δηλαδή όσοι πέρασαν είναι αριστούχοι. Ο ανταγωνισμός είναι, λοιπόν, πολύ σκληρός. Ένα λάθος σε μία άσκηση αρκεί για να χάσει κανείς την ευκαιρία εισαγωγής. Στο γράφημα βλέπουμε τους αποφοίτους Ιατρικής στη χώρα μας που είναι λιγότεροι από το μέσο όρο της ΕΕ. Στην Ευρώπη έχουμε 15,5 αποφοίτους και στην Ελλάδα περίπου 14, που μας κατατάσσει στην 20η θέση στην ΕΕ.

Αρκετοί από όσους δεν τα καταφέρνουν να εισαχθούν ξαναδοκιμάζουν μέσω των Πανελλαδικών ή προσπαθούν να πάνε για να συνεχίσουν τις σπουδές τους σε κάποια χώρα στο εξωτερικό. Από το επόμενο έτος θα μπορούν να σπουδάζουν και σε ιδιωτικά ΑΕΙ στην Ελλάδα. Οι σπουδές Ιατρικής είναι ακριβές διότι απαιτούνται νοσοκομεία και εργαστήρια για την εκπαίδευση των φοιτητών και πολλά μέλη ΔΕΠ. Έτσι τα δίδακτρα είναι υψηλά και φυσικά το συνολικό κόστος σπουδών.

Λογικό είναι να υπάρχουν και υψηλές προσδοκίες εισοδημάτων, ώστε να εξαργυρωθούν οι κόποι και τα χρήματα που δαπανήθηκαν για τις σπουδές. Έχουμε, όμως, πολλούς γιατρούς στην Ελλάδα όπως μας δείχνουν τα στοιχεία της Eurostat. Σύμφωνα με τα στοιχεία, που μπορείτε να δείτε στον πίνακα, το 2015 ήμασταν η 7η χώρα σε αναλογία γιατρών ανά 100.000 κατοίκους με 590,21 γιατρούς. Το 2020 είχαμε 619,50 γιατρούς ανά 100.000 κατοίκους. Αυτό σημαίνει ότι είχαμε περίπου 3.000 επιπλέον γιατρούς (νεοεισερχόμενους μείον όσους συνταξιοδοτήθηκαν). Είναι μεγάλη η αύξηση σε 5 μόλις χρόνια. Και δεν γνωρίζουμε τι έγινε από το 2020 και μετά. Οι γιατροί που σπουδάζουν σε άλλη χώρα και επιστρέφουν στην Ελλάδα είναι πάρα πολλοί. Γι’ αυτό υπάρχει αυτή η μεγάλη διαφορά. Λίγοι απόφοιτοι των ΑΕΙ πολλοί επαγγελματίες.

Από την άλλη στα νοσοκομεία μας οι ελλείψεις γιατρών είναι πολύ μεγάλες. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε υπερσυσσώρευση γιατρών στον ιδιωτικό τομέα. Με δεδομένο ότι και στον ιδιωτικό τομέα, παρά τη συνεχή ανάπτυξη των ιδιωτικών νοσοκομείων, οι θέσεις εργασίας είναι συγκεκριμένες, αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούν να απορροφήσουν 3.000 επιπλέον γιατρούς σε 5 χρόνια. Τι έχει

Αυτό που συμβαίνει, λοιπόν, είναι αυτό που ζούμε. Χιλιάδες ιδιωτικά ιατρεία με γιατρούς που προσπαθούν να βγάλουν χρήματα για να ζήσουν. Πολυκατοικίες ολόκληρες με ιατρεία, σχεδόν κάθε ειδικότητας.

Από την άλλη πολλοί Έλληνες γιατροί φεύγουν στο εξωτερικό, σε χώρες που υπάρχει ζήτηση για γιατρούς και καλές αμοιβές. Προορισμοί όπως η Σουηδία, η Νορβηγία, η Γερμανία προσλαμβάνουν Έλληνες γιατρούς στα νοσοκομεία τους, διότι οι Έλληνες γιατροί έχουν καλή εκπαίδευση. Αυτές, όμως, οι χώρες έχουν περισσότερους γιατρούς ανά 100.000 κατοίκους από εμάς. Απλά έχουν ακόμη δημόσια συστήματα υγείας που λειτουργούν και συνεπώς έχουν ανάγκη από γιατρούς.

Έλλειψη στην Αγγλία

Η Αγγλία που αποτελεί συχνό προορισμό εργασίας των Ελλήνων ιατρών έχει πολύ λίγους γιατρούς μόλις 360,45 ανά 100.000 κατοίκους και ένα σύστημα υγείας που υποβαθμίζεται συνεχώς. Εμείς που έχουμε σχεδόν διπλάσιο αριθμό γιατρών τροφοδοτούμε την Αγγλία με γιατρούς που δεν μπορούν να βρουν εδώ μία αξιοπρεπή θέση εργασίας.

Οι οδοντίατροι που αποφοιτούν από τα ελληνικά ΑΕΙ είναι πολύ λίγοι. Έχουμε μόνο δύο τμήματα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη με τους αποφοίτους τους να είναι μόλις 2,2 ανά 100.000 κατοίκους, τη στιγμή που ο μέσος όρος της ΕΕ είναι 3,2 απόφοιτοι ανά 100.000 κατοίκους. Έχουμε, όμως, τους περισσότερους αδειοδοτημένους οδοντιάτρους ανά 100.000 κατοίκους. 130,2 οδοντιάτρους είχαμε το 2021, όταν η Γερμανία έχει περίπου 87 και η Σουηδία 76. Η διαφορά μας είναι πολύ μεγάλη. Προφανώς οδοντίατροι που σπούδασαν σε άλλες χώρες έχουν γεμίσει την Ελλάδα, με αποτέλεσμα να υπάρχει γενικό πρόβλημα στο επάγγελμα. Αν συνυπολογίσουμε ότι οι οδοντίατροι εργάζονται συνήθως κατά μόνας σε ατομικά ιατρεία χρειάζονται και ένα σημαντικό κεφάλαιο για να ξεκινήσουν την εργασία τους, που κάνει τα πράγματα ακόμη δυσκολότερα. Φαίνεται μάλιστα ότι δεν φεύγουν για να εργαστούν σε άλλες χώρες, όπως κάνουν οι γιατροί και κάπως ισορροπεί η κατάσταση.

Στους φαρμακοποιούς η κατάσταση είναι παρόμοια. Έχουμε 108 επαγγελματικά ενεργούς  φαρμακοποιούς ανά 100.000 κατοίκους το 2021, όταν το 2012 είχαμε λίγο πάνω από 100. Έχουμε, δηλαδή, αύξηση περίπου 10% μέσα σε 10 χρόνια στους φαρμακοποιούς. Είμαστε στην 8η θέση της ΕΕ. Ο αριθμός των φαρμακείων έχει αυξηθεί πολύ, καθώς τα πληθυσμιακά όρια περιορίστηκαν πριν λίγα χρόνια. Αυτό, όμως, δεν μπορεί να γίνεται συνεχώς, διότι θα προκύψουν μη βιώσιμα φαρμακεία.

Στους φυσικοθεραπευτές βρισκόμαστε περίπου στο μέσον της κατάταξης με σχεδόν 100 φυσικοθεραπευτές ανά 100.000 κατοίκους όταν ο μέσος όρος της ΕΕ είναι κοντά στους 140 με πρωταθλήτρια τη Γερμανία με 230 φυσικοθεραπευτές. Υπάρχουν, λοιπόν, περιθώρια για περισσότερους φυσικοθεραπευτές στην Ελλάδα. Φυσικά υπάρχουν και οι χώρες της Ευρώπης, όπου οι μισθοί είναι διπλάσιοι από τους ελληνικούς.

Οι παραδοσιακά περιζήτητες σχολές της Ιατρικής της Οδοντιατρικής και της Φαρμακευτικής τροφοδοτούν την αγορά εργασίας με νέους πτυχιούχους, που αντιμετωπίζουν σοβαρές επαγγελματικές δυσκολίες, με αποτέλεσμα κάποιοι από αυτούς να επιλέγουν τη μετανάστευση. Οι φυσικοθεραπευτές, όμως, δεν έχουν τις ίδιες δυσκολίες εργασίας. Παρόμοια και οι εργοθεραπευτές και οι νοσηλευτές δεν έχουν επαγγελματικό πρόβλημα. Μήπως ν’ αρχίσουν οι υποψήφιοι να σκέφτονται λίγο διαφορετικά; Θα γλυτώσουν και τον αδυσώπητο ανταγωνισμό των εισαγωγικών εξετάσεων.

Το μέλλον των επαγγελματιών υγείας προβλέπεται αισιόδοξο, διότι όλος ο δυτικός κόσμος γερνάει. Όσο θα αυξάνεται το ποσοστό των γεροντότερων στο συνολικό πληθυσμό, τόσο θα αυξάνονται οι ανάγκες για περισσότερο προσωπικό στις επιστήμες υγείας. Γι’ αυτό ανήκουν στα λεγόμενα επαγγέλματα του μέλλοντος.