Skip to main content

Μυτιλήνη: Αναβίωσε το Αϊβαλιώτικο έθιμο του «αμίλητου νερού»

Το 1922, οι Μικρασιάτες πρόσφυγες μετέφεραν τη λατρεία της Φανερωμένης στη Μυτιλήνη, συνεχίζοντας να πραγματοποιούν πανηγύρι όπως και στο Αϊβαλί...

Το έθιμο του «αμίλητου νερού» αναβίωσε και φέτος στην μικρή πλην ιστορικότατη εκκλησιά της Μυτιλήνης, την «Παναγιά Φανερωμένη».

Πρόκειται για ένα μυτιληνιό έθιμο που έμπλεξε αρμονικά με ένα αντίστοιχο που έφεραν μαζί τους οι Μικρασιάτες και κυρίως οι Αϊβαλιώτες πρόσφυγες στο νησί, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.

Νερό για ποδαρικό μέχρι την Καταστροφή

Μέχρι το 1922, οι Μυτιληνιοί έπαιρναν την Πρωτοχρονιά νερό, βασικό στοιχείο «του ποδαρικού» στο σπίτι ή στο μαγαζί, από οποιαδήποτε δημόσια βρύση της πόλης. Μετά την καταστροφή και ιδιαίτερα μετά το χτίσιμο της μικρής εκκλησίας της Παναγίας της Φανερωμένης στην καρδιά του παλιού τούρκικου μαχαλά, το έθιμο άρχισε να τηρείται από όλους κατά πως γινόταν στο Αγίασμα της Παναγίας της Φανερωμένης στο μικρασιατικό Αϊβαλί.

Με την αλλαγή του χρόνου, οι βρύσες στο κέντρο της εκκλησίας αρχίζουν να τρέχουν αδιάκοπα νερό που θεωρείται αγίασμα. Οι πιστοί, αφού προσκυνήσουν την εικόνα της Παναγίας που κρατά τον Χριστό στην αγκαλιά της, «νίβονται» βρέχοντας το πρόσωπό τους και γεμίζουν το δοχείο που έχουν φέρει μαζί τους με νερό. Μέσα στο δοχείο τοποθετούν ένα κλαδί ελιάς ή μυρτιάς και επιστρέφουν στο σπίτι για να κάνουν το «ποδαρικό». Η μεταφορά του νερού απαιτεί απόλυτη σιωπή, καθώς το νερό πρέπει να παραμείνει «αμίλητο».

Από τον πρεσβύτερο της οικογένειας

Το «ποδαρικό» γίνεται από το αρχηγό της οικογένειας ή το γηραιότερο μέλος της, το οποίο στερεώνει το κλαδί ελιάς ή μυρτιάς στην είσοδο του σπιτιού. Στη συνέχεια, σπάει ένα ρόδι στο κατώφλι για καλή τύχη και πετά μια πέτρα στο σπίτι μαζί με κέρματα. Τέλος, το σπίτι ραντίζεται με το «αμίλητο» νερό.
Όλα ετούτα, στην Παναγιά τη Φανερωμένη με την χαμένη εικόνα στο Αϊβαλί να λέγεται πώς εικόνιζε την Παναγιά με το Χριστό στην αγκαλιά που παίζει με ένα τόπι, τη γη.

Οταν ήρθαν οι πρόσφυγες

Το 1922, οι Μικρασιάτες πρόσφυγες μετέφεραν τη λατρεία της Φανερωμένης στη Μυτιλήνη, συνεχίζοντας να πραγματοποιούν πανηγύρι όπως και στο Αϊβαλί, στις 28 Ιουνίου. Αρχικά στο χώρο ενός κουβουκλίου που σκέπαζε ένα πηγάδι που κατά την παράδοση είχε βρεθεί στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα τυλιγμένο δέρμα (προβιά) με τη εικόνα της Παναγίας. Εξ ου και η ονομασία της Παναγιά η Προβιάδαινα. Τη μετέφεραν και στην έβαλαν για προσκύνημα στην εκκλησία των Αγίων Θεοδώρων. Ούτε σκέψη τότε για προσκύνημα εκεί στο πηγάδι ανάμεσα στα «τουρκόσπιτα».

Το παρεκκλήσι και η χαμένη Παναγιά του Αϊβαλιού

Στη θέση του πηγαδιού αυτού, όπου είχαν πια κατοικήσει Μικρασιάτες και προπάντων Αϊβαλιώτες πρόσφυγες, χτίστηκε το παρεκκλήσι της Παναγιάς της Φανερωμένης. Φτωχικό και μικρό στην αρχή και μετά μεγαλύτερο. Η εικόνα της Παναγιάς της Προβιάδαινας μπήκε σε τελάρο και ένα ασημένιο πουκάμισο τη σκέπασε. Από την εκκλησία των Αγίων Θεοδώρων όπου φυλάσσεται, κάθε χρόνο στις 28 Ιουνίου μεταφέρεται στην Παναγιά τη Φανερωμένη της Μυτιλήνης. Εκεί γιορτάζεται, χωρίς πολλοί να το πολυξέρουν, η εύρεση της χαμένης πια Παναγιάς της Φανερωμένης του Αϊβαλιού.

Το «μεγάλο τζουλούσι»

Γιατί η γιορτή στις 28 Ιουνίου όμως; Στις 27 Μαΐου του 1821, στον όρμο της Ερεσού, ο Παπανικολής πυρπολεί το οθωμανικό δίκροτο. Η πυρπόληση δίνει την αφορμή για τη σφαγή Μυτιληνιών χριστιανών, γνωστή σαν το «μεγάλο τζουλούσι». Σύμφωνα με Κώδικα της Μητρόπολης Μυτιλήνης, την Πέμπτη 27 Μαΐου 1821 σφάχτηκαν στην αγορά της Μυτιλήνης 43 χριστιανοί και λεηλατήθηκαν σπίτια και μαγαζιά. Ακόμα δύο σκοτώθηκαν στην περιοχή Κεραμειών. Όλοι τους από εξαγριωμένους άτακτους από την ασιατική ακτή, τους οποίους αποκαλεί «βασιβουζούκους», με τους οποίους είχε ενισχυθεί, δεδομένης της ελληνικής επανάστασης, η φρουρά της Μυτιλήνης. Τις ίδιες μέρες, στον συνήθη εκτός κάστρου τόπο εκτελέσεων στην περιοχή της Παπτσούδας  εκτελούνται με απαγχονισμό από όργανα της οθωμανικής Αρχής οι Φιλικοί της πόλης.

Η πυρπόληση

Λίγες μέρες μετά, στις 3-4 Ιουνίου του 1821, πυρπολείται η πόλη των Κυδωνιών, το γνωστό Αϊβαλί. Όσοι από τους 35.000 κατοίκους του σώζονται από τη σφαγή, φορτώνονται σε καράβια Αϊβαλιωτών αλλά και Ψαριανών επαναστατών που σπεύδουν σε βοήθεια και φεύγουν για τα νησιά. Στη Μυτιλήνη, στις Κυκλάδες, όπου συγκροτούν το Τάγμα Κυδωνιέων και φυσικά για τον Μοριά όπου συμμετέχουν στην επανάσταση.
Μετά το 1827 αρχίζει η παλιννόστηση στο Αϊβαλί που ολοκληρώνεται στο διάστημα 1832-1840 όταν και με φιρμάνια του Σουλτάνου επιστρέφονται υπό όρους στους Αϊβαλιώτες που επαναπατρίζονται, τα περιουσιακά τους στοιχεία.

Πηγή εμψύχωσης

Το 1852, στο «περβόλι του Σαλιόκουλα», 100 μέτρα από την ακτογραμμή που στο μεταξύ έχει επεκταθεί προς τη θάλασσα από το μπάζωμα της με τη χρήση οικοδομικών υλικών από τα σπίτια που κατεδαφίζονται για να φτιαχτούν καινούργια, το Καντηλί γιαλό, βρέθηκε -«φανερώθηκε»- με θαυματουργικό τρόπο το εικόνισμα της Παναγιάς. Έχουν προηγηθεί κατά την παράδοση, ενύπνια της Ευαγγελινής (μιας νεαρής φτωχιάς γυναίκας) αλλά και ανασκαφές. Η αποκάλυψη της εικόνας αυτής στις 28 Ιουνίου του 1852 ενεργοποιεί και μια πηγή νερού, το Αγίασμα της Παναγιάς της Φανερωμένης. Το γεγονός αποτέλεσε αφορμή εμψύχωσης των Ρωμιών και οδήγησε στην ανάπτυξη της πόλης και το οικονομικό, πολιτιστικό και τελικά πολιτικό θαύμα που συντελέστηκε ιδιαίτερα στα τέλη του 19ου αιώνα. Δείγματα του οικονομικού αυτού θαύματος είναι ορατά και σήμερα στους επισκέπτες του Αϊβαλιού.

Στη θέση της εύρεσης της εικόνας, χώρο «άμυνας» των Αϊβαλιωτών για να φορτωθούν στα καράβια τα γυναικόπαιδα, το 1890 χτίζεται μια όμορφη κατασκευή από τη γνωστή κόκκινη πέτρα της περιοχής, την περίφημη «σαρμουσακόπετρα», με το μπροστινό του τμήμα να στολίζει μια όμορφη κιονοστοιχία που καταλήγει σε ψευδοκορινθιακά κιονόκρανα και αέτωμα. Αυτή η κατασκευή, που δεν ήταν ναός αλλά «Αγίασμα», ανακαινισμένη και επισκέψιμη σήμερα στο Αϊβαλί, διαδέχτηκε προηγούμενο, χτισμένο το 1867, κτίσμα. Κατά τις ανασκαφές στη διάρκεια των πρόσφατων εργασιών ανακαίνισης, αποκαλύφθηκαν δύο φλέβες νερού, βρέθηκε δε και η δεξαμενή του «Αγιάσματος» με ανάγλυφες εικόνες αγγέλων και άλλα χριστιανικά σύμβολα. Βρέθηκε επίσης το δάπεδο και οι κρήνες του πρώτου αγιάσματος.

Ο πρώτος διωγμός και το μυστήριο της εικόνας

Και η εικόνα; Η εικόνα της Αϊβαλιώτισας Παναγίας της Φανερωμένης που έδειχνε την Παναγιά με το Χριστό στην αγκαλιά να παίζει με ένα τόπι, τη γη, χάθηκε… Στον λεγόμενο πρώτο διωγμό του 1917 οι ιερείς των Κυδωνιών λέγεται ότι την πήραν μαζί τους από την εκκλησία του Αγίου Χαραλάμπους όπου βρισκόταν, στο εσωτερικό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας όπου εκτοπίσθηκαν. Την έφεραν μαζί τους και την εναπόθεσαν ξανά στο χώρο φιλοξενίας της μετά το 1919.

Ας σημειωθεί ότι η εικόνα μεταφέρονταν στο Αγίασμα της Παναγιάς κάθε χρόνο στις 28 Ιουνίου μέρα ανάμνησης της εύρεσης της όταν «φούσκωνε το πηγάδι με το αγίασμα και χύνονταν στο δρόμο». Κάθε Πέμπτη όταν ψάλλονταν παράκληση. Και την περίοδο από 15 Αυγούστου έως τα «νιάμερα» της Παναγιάς, στις 23 Αυγούστου. Όλο το άλλο διάστημα βρισκόταν στην Άγιο Χαράλαμπο, τα δε έσοδα του προσκυνήματος (της) τα χρησιμοποιούσαν για τη λειτουργία του «Ψυχομεριδίου» (των αϊβαλιώτικων Φιλανθρωπικών Καταστημάτων) και ιδιαίτερα του γειτονικού στο ναό του Αγίου Χαραλάμπους Νοσοκομείου.

Το 1922 την εικόνα λέγεται πως πήραν ξανά οι παπάδες της πόλης που οδηγήθηκαν στα Τάγματα Εργασίας στο εσωτερικό. Κανείς τους δεν επέστρεψε ζωντανός. Κάπως έτσι θεωρείται πως χάθηκε και η εικόνα. Άλλες πάλι πηγές, (μαρτυρίες από πρόσφυγες) ανέφεραν ότι η Παναγιά η Φανερωμένη μεταφέρθηκε στη Μυτιλήνη το 1922 για να μετακινηθεί στη συνέχεια, και συγκεκριμένα στη διάρκεια του Μεσοπολέμου, στην Αττική. Αν αυτό είναι αλήθεια, κανείς δεν ξέρει πια πού βρίσκεται αυτή η εικόνα. Αντίγραφά της θεωρούνται δύο εικόνες.

Μια στην εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής στη Βαρειά της Μυτιλήνης. Δωρίθηκε στο ναό από τους απογόνους της οικογενείας Μακαρώνη – Κουκουναρτά που την έφεραν από το Αϊβαλί το 1922. Και μια στην ιδιωτική συλλογή της οικογένειας του μακαρίτη, αϊβαλιώτικης καταγωγής, καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου στη Θεσσαλονίκη Γιάννη Φουντούλη.

ΑΠΕ – ΜΠΕ