Πάνω από τις 45.000 μονάδες έκλεισε ο Dow Jones για πρώτη φορά στην ιστορία του, ενώ οι S&P 500 και Nasdaq έκλεισαν σε νέα ιστορικά υψηλά, με τις τεχνολογικές μετοχές να καθοδηγούν την άνοδο μετά τα ισχυρά αποτελέσματα των Salesforce και Marvell Technology.
Ο S&P 500 ενισχύθηκε 0,61% στις 6.086,49 μονάδες, ενώ ο Nasdaq κατέγραψε κέρδη 1,3% στις 19.735,12 μονάδες. Ο Dow Jones σημείωσε άνοδο 308,51 μονάδων ή 0,69% τερματίζοντας στις 45.014,04 μονάδες. Και οι τρεις δείκτες άγγιξαν ιστορικά υψηλά στη διάρκεια της συνεδρίασης αλλά και έκλεισαν σε επίπεδα ρεκόρ.
Η Salesforce ενισχύθηκε περίπου 11% αφότου η εταιρεία ανακοίνωσε έσοδα τρίτου τριμήνου καλύτερα των προσδοκιών. Αντίστοιχα, η Marvell ανακοίνωσε κέρδη υψηλότερα του αναμενομένου και έδωσε κατευθυντήρια γραμμή για ισχυρό τέταρτο τρίμηνο, με τη μετοχή της να καταγράφει άνοδο 23%. Πρόκειται για την καλύτερη ημερήσια επίδοση της μετοχής από το Μάιο του 2023.
Περιμένοντας τα στοιχεία για την απασχόληση
Οι επενδυτές περιμένουν τώρα τα στοιχεία για την απασχόληση Νοεμβρίου στις ΗΠΑ που θα δημοσιοποιηθούν την Παρασκευή. Οικονομολόγοι που συμμετείχαν σε έρευνα του Dow Jones κάνουν λόγο για δημιουργία 214.000 νέων θέσεων εργασίας τον προηγούμενο μήνα.
Τα σημερινά στοιχεία της ADP έδειξαν ότι οι θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα των ΗΠΑ ήταν λιγότερες του αναμενομένου το Νοέμβριο. Οι επιχειρήσεις πρόσθεσαν 146.000 νέες θέσεις εργασίας το συγκεκριμένο μήνα, τη στιγμή που οι αναλυτές περίμεναν 163.000.
Τα στοιχεία θα δώσουν κάποιες ενδείξεις στους επενδυτές για το πως θα κινηθεί η Fed στη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου.
«Η αγορά εργασίας πηγαίνει καλύτερα και οι καθοδικοί κίνδυνοι στην εν λόγων αγορά φαίνεται να είναι λιγότεροι. Η ανάπτυξη είναι ισχυρότερη του αναμενομένου και ο πληθωρισμός ελαφρώς υψηλότερος. Επομένως, το θετικό νέο είναι ότι μπορούμε να δεχθούμε έναν πιο επιφυλακτικό τόνο έως ότου βρούμε το ουδέτερο σημείο», ανέφερε ο πρόεδρος της Φέντεραλ Ριζέρβ, Τζερόμ Πάουελ.
Πάντως οι αγορές δεν αντέδρασαν στη δήλωση Πάουελ ότι η αμερικανική οικονομία είναι αρκετά ισχυρή ώστε η κεντρική τράπεζα θα προχωρήσει με πιο συγκρατημένο ρυθμό στις μειώσεις των επιτοκίων.