Τον πρώτο Πόντιο τον γνώρισα στη Γερμανία όπου σπούδαζα. Τον έλεγαν Κώστα Αμανατίδη, φτωχόπαιδο αλλά κιμπάρης, εργατικός και περήφανος. Δούλευε παράλληλα με τις σπουδές του για να τα βγάλει πέρα.
Δυστυχώς, η παρέα μας των Ελλήνων δεν ήταν η εξαίρεση και τον πειράζαμε συνεχώς με τα ποντιακά ανέκδοτα. Είχε, ωστόσο, μια εσωτερική δύναμη να τα αποκρούει, μια ικανότητα που ακόμα θαυμάζω αναπολώντας την παρέα μας και απορώντας, για να είμαι ειλικρινής, με την ανώριμη συμπεριφορά μας. Είχαμε την ίδια κλάση στο στρατό, αλλά ο Θεός είχε άλλη αλληλουχία στις κλάσεις και τον πήρε γρήγορα μαζί του… Όταν είχα πάει στην Καππαδοκία, όπου έγραψα ένα οδοιπορικό, πέρασα πολύ κοντά από τα μέρη του Πόντου. Η επιθυμία μου ήταν να επισκεφθώ τους τόπους που εί ναι συνυφασμένοι με την ιστορία του έθνους μας.
Ομολογώ, ωστόσο, ότι διαπίστωσα πόσα λίγα πράγματα γνώριζα για τους Πόντιους όταν διάβασα το βιβλίο του Τάσου Κοντογιαννίδη «Ο Ζώρας του Πόντου», από τις εκδόσεις Λιβάνη. Ο βίος του «Ζώρα του Πόντου» με ενέπνευσε να γράψω αυτό το άρθρο, αναλογιζόμενος την ιστορία αυτού του πανάξιου λαού. Με ενέπνευσε καθώς καταδεικνύει όμορφα στοιχεία της ποντιακής αλλά και της ευρύτερης ελληνικής ιδιοσυγκρασίας, που με μόχθο, αυταπάρνηση, απαντοχή και πίστη καταφέρνει να επιβιώνει και να παράγει πολιτισμό, αλλά και να διδάσκει ανθρωπισμό ακόμα και μέσα από τις αντιξοότερες βιοτικές συνθήκες. Στο σχολείο μάς μάθανε λίγα πράγματα για τον Πόντο, γιατί η ποντιακή ιστορία, δυστυχώς, δεν είχε ακόμα συμπεριληφθεί στην ιστορία του ελληνικού έθνους, και απ’ ό,τι μαθαίνω ακόμα δεν έχει ενταχθεί στη διδακτέα ύλη και γι’ αυτό δεν τη διδάσκονται ούτε τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας…
Είναι κρίμα να μην επικοινωνείται η «Οδύσσεια» αυτών των ανθρώπων, που έζησαν τέτοια τραγωδία, σφαγιάστηκαν και ξεκληρίστηκαν οι οικογένειές τους γιατί ήταν Έλληνες και δεν δέχονταν να αποβάλουν την ελληνική τους ταυτότητα και τα πιστεύω τους. Όπως κι άλλοι χριστιανοί υπέφεραν τα χίλια μύρια για τη θρησκεία και τα πιστεύω τους, το ίδιο υπέφεραν και οι Πόντιοι υπερμαχούμενοι την ελληνική και χριστιανική τους ταυτότητα. Η γεωγραφική απομόνωση του Πόντου βοήθησε στη διατήρηση πολλών ελληνικών γλωσσικών στοιχείων, που είχαν εξαλειφθεί πολύ πριν στον υπόλοιπο ελληνισμό, όπως συνέβη και με την περίπτωση της Κύπρου. Η Ποντιακή Ελληνική διάλεκτος αποτελεί μια από τις πιο αρχαϊκές μορφές της ελληνικής γλώσσας, ομιλούμενη μέχρι και σήμερα. Πολλοί ομιλητές της Ποντιακής διαλέκτου ζουν σήμερα στην Τουρκία και είναι μουσουλμάνοι, ενώ η πλειονότητα των φορέων της διαμένει στην Ελλάδα.
Η λαογραφία του Πόντου είναι επίσης αρχαϊκή. Ο Πυρρίχιος (ή πολεμικός χορός) ήταν ένα μέρος του ελληνικού πολιτισμού 2.500 έτη πριν, όπως αποδεικνύεται από τα αετώματα του 5ου αι. π.Χ. Οι Έλληνες του Πόντου θα αναφερθούν μετέπειτα σε αυτόν τον χορό, συχνά, ως «Σέρρα», ενώ οι μουσουλμάνοι του Πόντου ως «Horon».
Οι Έλληνες του Πόντου είχαν τη φήμη δεινών μαχητών – πολεμιστών και αποτέλεσαν ιδιαίτερο στόχο κατά την περίοδο της γενοκτονίας (1914-1923), στη διάρκεια της οποίας 353.000 Έλληνες του Πόντου αναφέρθηκε να έχουν κατασφαχθεί από χέρι Οθωμανών, Νεότουρκων και τελικά Κεμαλιστών. Το γεγονός είναι συλλογικά – καθολικά γνωστό ως «ελληνική γενοκτονία» και κόστισε ακόμα περισσότερες ελληνικές ζωές αν συνυπολογιστούν όλες οι περιοχές της τότε Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Συνήθως, η Ιστορία, εκτός από σπουδαία γεγονότα, καταγράφει τη δράση και τα έργα των πολιτικών που άσκησαν εξουσία, τις ανδραγαθίες των στρατιωτικών και τους ανθρώπους που διακρίθηκαν στα γράμματα, τις τέχνες και τις επιστήμες. Σπάνια η Ιστορία καταπιάνεται με ανθρώπους που είχαν άλλες σπουδές, κοινωνικές και φιλανθρωπικές δραστηριότητες, που ίσως η αξία τους ή η προσφορά τους να ήταν περισσότερο ωφέλιμη για την κοινωνία. Τέτοια είναι και η περίπτωση του «Ζώρα».
Η «Οδύσσεια» του ποντιακού ελληνισμού
Ο Ζώρας του Πόντου αντιπροσωπεύει έναν λαό που πέρασε τη δική του «Οδύσσεια», μια «Οδύσσεια» που δεν είναι δυστυχώς γνωστή σε εμάς. Αυτός ο λαός έζησε ως μια μειονότητα μέσα σε κράτη που η συμπεριφορά τους και οι μακροχρόνιες πολιτικές τους ήταν ο παραμερισμός ή η εξόντωσή του. Η πλειονότητα ζούσε σε κατεχόμενη περιοχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία (και λόγω θρησκευτικής διαφοροποίησης) τους καταπίεζε και έψαχνε στο βάθος ευκαιρία να τους αφανίσει. Μετά άρχισαν να διασκορπίζονται κοντά στη Ρωσία, στη Χριστιανική Ρωσία.
Η οικογένεια του Ζώρα ήταν αρχικά εγκατεστημένη στην Τραπεζούντα, μια από τις πιο αξιόλογες πόλεις του Πόντου. Ήταν η παλιά πρωτεύουσα των Κομνηνών, ήταν σαν το σημερινό Monte Carlo, με μεγάλα σπίτια, εντυπωσιακές αυλές, ωραία αρχιτεκτονική. Η κοινωνία τους ήταν πάντα απλόχερη προς φιλανθρωπικά ιδρύματα, εκκλησίες, σχολεία, φιλόπτωχα ταμεία. Είναι συνήθως ίδιον των μειοψηφιών να έχουν εντονότερο το στοιχείο της αλληλοβοήθειας, του «συνδετικού κρίκου», να αλληλοβοηθούνται και να βοηθούν απλόχερα. Το λιμάνι της Τραπεζούντας είχε μεγάλη κίνηση και συνδέσεις με τα λιμάνια της Σύρου, της Σμύρνης, της Αλεξάνδρει ας και της Μασσαλίας.
Η οικογένεια του Ζώρα είχε μια μακρά πορεία, που άρχισε από την Τραπεζούντα και συνέχισε σε Αργυρούπολη – Καρς – Βλαντικαυκάς – Οδησσό – Αθήνα – Χαλκίδα – Κατε ρίνη – Φλώρινα – Τρίπολη – Νίκαια.
Ο Ζώρας γεννήθηκε το 1920 στο Βλαντικαυκάς της Ρωσίας, τον βάπτισαν με το όνομα Γιώργος, Γιούρα στα Ποντιακά (σ.ε. ρωσικά), αλλά όλοι τον φώναζαν Ζώρα. Πάντα ο Ζώρας ξεχώριζε από τα άλλα παιδιά. Ήταν άτακτος μαθητής και εκείνα τα χρόνια «έδινε και έπαιρνε» το ξύλο στο σχολείο λόγω της ζωηρότητας, της δύναμης και της εξυπνάδας που τον διέκρινε. Ωστόσο, έγινε τελικά και «επιμελητής» στην τάξη του.
Τελείωσε το δημοτικό σχολείο στο Βλαντικαυκάς το 1937 και ήταν τυχερός, καθώς την επόμενη χρονιά το κομμουνιστικό καθεστώς έκλεισε όλα τα ελληνικά σχολεία και τις εκκλησίες. Ο Ζώρας, όπως τον περιγράφουν όλοι, ήταν ένας πανύψηλος, θεόρατος, γιγάντιος, ένας Καραϊσκάκης και Ζορμπάς μαζί. Ένας πρόσφυγας, μαχητής, γλεντζές, λυράρης.
Έτσι παλικάρι που ήταν, δεν θα έμενε με σταυρωμένα χέρια κατά τη διάρκεια του πολέμου. Έλαβε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση το 1941-1945, όπου του απονεμήθηκε και αντίστοιχο μετάλλιο για τη δράση του, ενώ τον συνοδεύει μια μεγάλη ιστορία με συλλήψεις, καταδίκες σε θάνατο, αποδράσεις κ.ά. Όλοι οι Πόντιοι δείχνουν μεγάλη ευλάβεια και πίστη στην Παναγία, έτσι κατέκλυζαν τα μοναστήρια τον Δεκαπενταύγουστο, όπως της Παναγίας της Σουμελά, της Παναγίας Γουμερά ή της Παναγίας του Λάλογλη στο Καρς. Ξεκινούσαν όλοι με τα πόδια, ενώ ορισμένοι οικογενειακώς, φορτωμένοι και με τα μωρά τους και με πολλά τά ματα από το πρωί της παραμονής.
Έτσι μεγάλωσε ο Ζώρας, με έντονο το αίσθημα ευλάβειας στη θρησκεία, την Παναγία και με έντονο το αίσθημα της φιλανθρωπίας, την οποία εξασκούσε συστηματικά, ακόμα και με το υστέρημά του (παρεμπιπτόντως, η αληθής αξιολόγηση και το αξιακό περιεχόμενο της φιλανθρωπικής δωρεάς σχετίζεται με το θυσιαστικό μέγεθος της εκάστοτε προσφοράς, και όχι με το απόλυτο μέγεθος ή τον πρακτικό αντίκτυπο της δωρεάς – δηλαδή αυτό το «με το υστέρημά του» είναι που κάνει τη διαφορά)! Οι ποντιακές ρίζες του Ζώρα, η βαθιά χορηγηθείσα από την οικογένειά του αγωγή και η ενδόμυχη μαχητικότητά του τον οδήγησαν σε διάφορες πράξεις αυταπάρνησης για την οικογένειά του, τους φίλους του, τον Πόντο, την Πατρίδα, τον άνθρωπο… Ο κύριος λόγος που γράφω για τον «Ζώρα του Πόντου» είναι γιατί ευελπιστώ να αποδώσω μια ακόμα φορά μέσω του «Ζώρα» φόρο τιμής σε αυτόν τον λαό, που υπέφερε τα πάνδεινα και έχασε τα πάντα, ακόμα και γενοκτονία υπέστη, γιατί ήθελε να παραμείνει «Ελληνικός».
Μια ζωή ευεργεσίες
Ο Ζώρας δημιούργησε, μοιράστηκε, αγά πησε. Ανάλωσε τη ζωή του στην ευεργεσία των πασχόντων συνανθρώπων του και την ενίσχυση των ποντιακών συλλόγων, σωματείων και ιδρυμάτων, και όχι πάντα από το περίσσευμά του. Τιμώντας τη μνήμη του, ο γιος του Δημήτρης Μελισσανίδης ίδρυσε το 2003 την Εύξεινο Λέσχη Αθηνών και ανακαίνισε εκ βάθρων το νεοκλασικό κτίριο (αριστερά) που παραχώρησε το υπουργείο Πολιτισμού για τη στέγασή της. Πάνω, το Μελισσανίδειο Μέλαθρο που ανεγέρθηκε με δαπάνες των αδελφών Δημήτρη και Ιάκωβου Μελισσανίδη ως δωρεά στην Παναγία Σουμελά στη μνήμη των γονέων τους Ζώρα και Βέρας.
Με πλούτον του την προσήλωσιν εις την αρετήν
Ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ο οποίος προλόγισε το βιβλίο του Τάσου Κοντογιαννίδη «Ο Ζώρας του Πόντου», μεταξύ άλλων γρά φει για την προσφορά του: «… πρόσφυξ, υστερούμενος, θλιβόμενος, κακουχούμενος, τόπον εκ τόπου συνεχώς διαμείβων, μαζί με την οικογένειάν του και τας μυριάδας των ομογενών του πολυτλήμονος κα βαρυδαίμονος ποντιακού στοιχείου, με μόνον πλούτον του την πίστιν εις τον Θεόν, την προσήλωσιν εις την αρετήν, την πολλήν αγάπην προς τον συνάνθρωπον και με την ευφυΐαν και ακάματον εργατικότητά του». Τώρα, για τις άλλες του χάρες, του γλεντζέ, του λυριτζή, του κιμπάρη, γράφει στον πρόλογο του βιβλίου ο γνωστός σε όλους Λευτέρης Παπαδόπουλος, ο δημοσιογράφος και συγγραφέας: «Βούρκωσα όταν διάβασα τη ζωή του Ζώρα. Έβλεπα στα βήματά του τα βήματα των γονιών μου, τον αγώνα και την αγωνία τους να τα φέρνουν βόλτα ακόμα και στην Ελλάδα, όταν πόλεμοι και άπονες εξουσίες τους έδιωξαν με απάνθρωπη σκληρότητα από τον τόπο που πρωτόπαν καλημέρα στον ήλιο».
Κέρδισε μάχες που λίγοι περίμεναν ότι θα κέρδιζε
Ο Ζώρας είναι πατέρας του γνωστού επιχειρηματία Δημήτρη Μελισσανίδη. Τον Δημήτρη τον γνώρισα στα αρχικά στάδια της καριέρας του. Τώρα που διάβα σα το βιβλίο για τον πατέρα του, καταλαβαίνω γιατί ο Δημήτρης πέτυχε τόσο! Είχε ισχυρή πλατ φόρμα για την απογείωσή του, το ίδιο του το DNA! Το DNA του Πόντιου μαχητή, σφυρηλατημένο στην πορεία των αιώνων. Τολμηρός, ξεκάθαρος, οραματιστής, ρισκαδόρος, αποφασιστικός, αυτοδημιούργητος, αυτός εί ναι ο Δημήτρης Μελισσανίδης. Από αυτούς που πολέμησε και κέρδισε μάχες που λίγοι περίμεναν ότι θα κέρδιζε. Σήμερα προσφέρει εργασία σε πάνω από 4.000 άτομα. Εκτός από τις γνωστές και πολ λές αγαθοεργίες στα χνάρια του Ζώρα, του πατέρα του, ενδεικτικά αναφέρω την εξ ολοκλήρου ανέγερση του κτηρίου στην Παναγία τη Σουμελά, το επιβλητικό αρχονταρίκι «Μελισσσανίδειο Μέλαθρο». Ο Ζώρας πέθανε το 2002 και ο ποντιακός Τύπος τον αποχαιρέτησε με πολλά δημοσιεύματα και εγκωμιαστικές αναφορές. Για να αποτελέσει ένα ακόμη στολίδι της ένδοξης Ποντιακής ιστορίας.
- Το άρθρο βασίσθηκε σε σχετικό κείμενο το οποίο δημοσιεύθηκε στη μηνιαία πολιτιστική και πολιτική εφημερίδα «η Βούλα και ο Κόσμος της».
- Το άρθρο δημοσιεύεται στη «Ν» με αφορμή τη βράβευση, μεθαύριο Τετάρτη, του καταξιωμένου μουσικού δρα Ματθαίου Τσαχουρίδη, από την Εύξεινο Λέσχη Αθηνών, η οποία ιδρύθηκε στη μνήμη του Γιώργου Μελισσανίδη.
*Οι φωτογραφίες του κειμένου παραχωρήθηκαν από τον στρατηγό ε.α. Νικόλαο Σαμψών στο pontosnews.gr και έχουν φιλοξενηθεί στο βιβλίο του Τ. Κοντογιαννίδη «Ο Ζώρας του Πόντου – Γεώργιος Μελισσανίδης», εκδ. Λιβάνη, Αθήνα 2010.