Μετά από 7 συνεδριάσεις επί διαδικαστικών θεμάτων, άρχισε την Πέμπτη επί της ουσίας η δίκη σε δεύτερο βαθμό για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι, τον Ιούλιο του 2018.
Πρώτος μάρτυρας κατέθεσε ο υπήκοος Πολωνίας Ζάροσλαφ Kορζενιόφκσι, ο οποίος συγκλόνισε το δικαστήριο, περιγράφοντας στην κατάθεσή του τις στιγμές που βίωσε μαζί με τη σύζυγο και τον 9χρονο γιο τους, οι οποίοι δεν κατάφεραν να επιζήσουν. «Μπήκαν σε μία βάρκα και ήμουν σίγουρος ότι ήταν ασφαλείς», είπε κλαίγοντας στους δικαστές. «Η βάρκα όμως ανετράπη, κολυμπούσαν ώρες για να σωθούν. Την επόμενη μέρα είδα τις σορούς τους στο λιμάνι της Ραφήνας», είπε ο μάρτυρας.
«Είχα την πεποίθηση πως γινόταν διάσωση και θα τους πάει στο λιμάνι της Ραφήνας. Είδα τη γυναίκα μου να μου φωνάζει να μπω στη βάρκα, αλλά φοβήθηκα μήπως από το βάρος ανατραπεί… Της είπα “θα τα καταφέρω μόνος μου, να φύγετε εσείς”. Τη στιγμή που τους έβλεπα για τελευταία φορά, δεν υπήρχαν πολλοί καπνοί στη θάλασσα. Ήμουν σίγουρος ότι όλα θα πάνε καλά… Ήμουν ευτυχισμένος που εκείνοι ήταν ασφαλείς. Η πεποίθησή μου ήταν ακόμη πιο δυνατή, γιατί έπλεαν δίπλα στην ακτή, άρα θεωρούσα πως δεν υπήρχε κίνδυνος», είπε ο μάρτυρας, ο οποίος ανέφερε ότι όταν η φωτιά κύκλωσε το ξενοδοχείο όπου διέμενε με την οικογένειά του, δεν υπήρχε κανένας αρμόδιος, ούτε από την Πυροσβεστική, ούτε από την αστυνομία, ούτε από τον δήμο για να τους βοηθήσουν.
«Έμεινα στην παραλία με άλλους ανθρώπους, ακούγονταν κραυγές, καίγονταν φοίνικες… Έπεφταν δέντρα επάνω μας… Βλέπαμε μεγάλη φωτιά, εκρήξεις, καίγονταν πολλά αυτοκίνητα… Έβλεπα ανθρώπους που καίγονταν. Όλη την ώρα προσπαθούσα να βρω ανθρώπους από τις υπηρεσίες να βοηθήσουν δεν υπήρχε κανείς, ούτε πυροσβέστες, ούτε αστυνομία, ούτε αεροπλάνα. Μείναμε μόνοι μας», είπε ο μάρτυρας, ο οποίος έρχεται κάθε χρόνο στην Ελλάδα για το μνημόσυνο των ανθρώπων που χάθηκαν τόσο άδικα.
«Είναι η δεύτερη πατρίδα μου, αφού εδώ είδα για τελευταία φορά τους δικούς μου. Η ζωή μου σταμάτησε το βράδυ της φωτιάς. Πλέον δεν μπορώ να κοιμηθώ χωρίς χάπια, δεν μπορώ να δουλέψω, περιμένω μόνο την απόφαση της Δικαιοσύνης. Δεν έχω άλλον σκοπό στη ζωή μου. Ελπίζω ότι θα εκδώσετε μια δίκαιη απόφαση, γιατί η τραγωδία δεν περιλαμβάνει μόνο τα 104 θύματα, αλλά είναι και όλοι οι υπόλοιποι με τα σοβαρά εγκαύματα, αλλά και οι οικογένειες που ζουν με εφιάλτες που δεν πρόκειται να ξεπεράσουν ποτέ…», είπε κλείνοντας την κατάθεσή του ο μάρτυρας.
«Μου έδωσαν άλλη σορό να θάψω…»
Στη συνέχεια, κατέθεσε η Βασιλική Κούκλα, η οποία βρήκε τους γονείς της απανθρακωμένους στην κουζίνα του σπιτιού τους.
«Οι γονείς μου περίμεναν τη βοήθεια από την Πυροσβεστική, που δεν πήγε ποτέ… Τους ψάχναμε στη Ραφήνα. Γύρω στις εννέα το βράδυ, έφθαναν τα καΐκια. Οι άνθρωποι που έβγαιναν ήταν σε πολύ δύσκολη κατάσταση. Δεν τους βρήκαμε. Στις 11 το βράδυ ήρθε το πλοίο του Λιμενικού… ούτε εκεί ήταν. Στις πέντε τα ξημερώματα μας τηλεφώνησαν από την αστυνομία και είπαν πως στο σπίτι δεν βρήκαν τίποτα. Στις εννέα το πρωί ο ξάδελφός μου μου είπε πως μας ψάχνει η Πυροσβεστική, γιατί βρήκαν τους γονείς μου απανθρακωμένους στην κουζίνα και πως πρέπει να πάω να υπογράψω. Όταν πήγα, οι αστυνομικοί μού σύστησαν να μη μπω μέσα. Όλη μέρα είμαστε εκεί με τους γονείς απανθρακωμένους, να περιμένουμε την Πυροσβεστική..
Λίγες μέρες μετά την κηδεία, τηλεφώνησαν από την Πυροσβεστική και είπαν πως έγινε κάποιο λάθος και μας έδωσαν τη σορό άλλου ανθρώπου για τον πατέρα μου. Θέλανε να γίνει εκταφή μετά συνεννόησης, χωρίς επίσημη ενημέρωση και χωρίς να γίνει επίσημη ταφή. Εννοείται αρνηθήκαμε. Έγινε εκταφή με εισαγγελική εντολή… Και το πριν και το κατά τη διάρκεια και το μετά ήταν χωρίς κανέναν σεβασμό σε κανέναν μας. Δεν λειτούργησε τίποτε…», ανέφερε.
Νωρίτερα, το δικαστήριο απέρριψε τις ενστάσεις που είχαν υποβάλει οι συνήγοροι των κατηγορουμένων για την έφεση που ασκήθηκε από την Εισαγγελία Εφετών, βάσει της οποίας κάθονται όλοι οι κατηγορούμενοι στο εδώλιο για να δικαστούν ξανά από μηδενική βάση.
naftemporiki.gr