Εδώ και σχεδόν μια δεκαετία, η εμπορική πολιτική των ΗΠΑ έχει αλλάξει άρδην την εικόνα της, χάρη στην επιρροή ενός και μόνο ανθρώπου: του Ρόμπερτ Λάιτχαϊζερ.
Ως εμπορικός εκπρόσωπος του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, ηγήθηκε της στροφής των ΗΠΑ από έξι δεκαετίες υποστήριξης σε ένα πολυμερές εμπορικό σύστημα βασισμένο σε κανόνες, προς τον οικονομικό εθνικισμό και προστατευτισμό.
Η διάδοχος του Λάιτχαϊζερ στη διακυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν, Κάθριν Τάι, συνέχισε πιστά την πορεία που χάραξε. Παρόλο που οι περισσότεροι από τους πρώην αξιωματούχους του Τραμπ τον έχουν καταγγείλει ως ακατάλληλο για επιστροφή στην προεδρία, ο Λάιτχαϊζερ παραμένει πιστός στον Τραμπ και παραμένει ένας από τους κορυφαίους συμβούλους πολιτικής τστην προεκλογική εκστρατεία του 2024.
Αν ο Τραμπ επιστρέψει στον Λευκό Οίκο πιθανότατα θα αναλάβει το υπουργείο Οικονομικών, όπως επισημαίνει το Foreign Policy, προκειμένου να χαράξει πολιτικές, οι οποίες θα σηματοδοτήσουν εμπορικό πόλεμο ανατρέψουν την παγκόσμια οικονομία.
Η επιρροή του Λάιτχαϊζερ ήταν κάτι παραπάνω από εμφανής, σχολιάζει το FP, όταν ο Μπάιντεν ταξίδεψε στα κεντρικά γραφεία της United Steelworkers, του μεγαλύτερου βιομηχανικού συνδικάτου της Βόρειας Αμερικής, στο Πίτσμπουργκ της Πενσυλβάνια.
Πολιτική Λάιτχαϊζερ και από την κυβέρνηση Μπάιντεν
Μετά την επίσκεψη, η κυβέρνηση ανακοίνωσε σχέδια για απότομη αύξηση των δασμών σε ορισμένες κινεζικές εισαγωγές που επιβλήθηκαν για πρώτη φορά, κατόπιν προτροπής του Λάιτχαϊζερ, από τον Τραμπ. Πριν από λίγε ημέρες η κυβέρνηση ανακοίνωσε δασμούς 100% στα εισαγόμενα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα και αύξησε αισθητά τους δασμούς για ημιαγωγούς κινεζικής κατασκευής, μπαταρίες ιόντων λιθίου, ηλιακές κυψέλες, χάλυβα και αλουμίνιο.
Η Τάι άνοιξε επίσης μια νέα έρευνα στη βάση του Section 301 – ενός εργαλείου της εποχής του 1970, που αναβίωσε ο Λάιτχαϊζερ – για τις κινεζικές επιδοτήσεις στη ναυπηγική βιομηχανία. Είναι πιθανό να ακολουθήσουν περισσότεροι δασμοί. Επιπλέον ο ίδιος ο Λάιτχαϊζερ συμβουλεύει τον Τραμπ να υποτιμήσει το ισχυρό δολάριο ΗΠΑ, εάν εκλεγεί, προκειμένου να ενισχύσει τις εξαγωγές των ΗΠΑ – συμβουλή που ερμηνεύεται από πολλούς ως «πρόβα» για το υπουργείο Οικονομικών.
Η αυξανόμενη επιρροή του Λάιτχαϊζερ είναι μια προειδοποίηση προς τους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ – συμπεριλαμβανομένων των στενότερων συμμάχων της χώρας – ότι ο επιθετικός εθνικισμός των εμπορικών πολιτικών του Τραμπ δεν είναι μια περαστική φάση. Αντίθετα, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επιλέξει και από τα δύο πολιτικά κόμματα να υιοθετήσουν μια προσέγγιση «Πρώτα η Αμερική» στη διεθνή οικονομική πολιτική. Οι συνέπειες αυτής της επιλογής θα γίνονται αισθητές για χρόνια, και πιθανώς δεκαετίες, στο μέλλον.
Αυτό κάνει τον Λάιτχαϊζερ πρωταγωνιστή στην παγκόσμια σκηνή. Ποιος είναι όμως ο άνθρωπος αυτός που θέλει να αναλάβει τα ηνία της αμερικανικής οικονομίας; Γεννημένος αμέσως μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του ως δικηγόρος προστατεύοντας τη βιομηχανία χάλυβα των ΗΠΑ από τον ξένο ανταγωνισμό. Κάποτε οι χαλυβουργίες ήταν πυλώνας της αμερικανικής οικονομίας. Σήμερα έχουν “εκτοπιστεί”, σε μια οικονομία που κυριαρχείται από την τεχνολογία των πληροφοριών, την αναπτυσσόμενη πράσινη βιομηχανία και το εκρηκτικό διεθνές εμπόριο υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και του τουρισμού.
Αλλά τα μαθήματα από τον χάλυβα – ότι οι εμπορικοί εταίροι των ΗΠΑ επιδίδονται σε αθέμιτες πρακτικές, συμπεριλαμβανομένης της επιδότησης της παραγωγής και του ντάμπινγκ αγαθών κάτω από το κόστος τους, έχουν κλέψει αμερικανικές θέσεις εργασίας – έχουν γίνει πλέον ευαγγέλιο για τους εμπορικούς αξιωματούχους.
«Σας τα έλεγα εγώ»
Το βιβλίο του Λάιτχαϊζερ No Trade Is Free (εκδόθηκε το 2023), είναι ένα έντονο κατηγορητήριο για τις πολλές δεκαετίες συναίνεσης σχετικά με τα οφέλη της απελευθέρωσης του εμπορίου. Από τον Φράνκλιν Ντ. Ρούσβελτ έως τον Μπαράκ Ομπάμα, οι πρόεδροι των ΗΠΑ πίστευαν ότι η μείωση των παγκόσμιων εμπορικών φραγμών θα έκανε τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον κόσμο πλουσιότερο και ασφαλέστερο. Ο Λάιτχαϊζερ πάντα διαφωνούσε.
Ύστεαρ από μια σύντομη θητεία στο Γραφείο του Εμπορικού Αντιπροσώπου των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Ρίγκαν, έπεσε στην αφάνεια, αλλά επανεμφανιζόταν κάθε τόσο στις ακροάσεις του Κογκρέσου, κυρίως για να προειδοποιήσει ενάντια στην ένταξη της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) – κάτι που τελικά έγινε το 2001.
Το βιβλίο του, που γράφτηκε μετά την εκλογική ήττα του Τραμπ το 2020, όπως επισημαίνει το FP, είναι ένα «σας τα’ λεγα εγώ» για το εμπορικό κατεστημένο των ΗΠΑ. Η μείωση των δασμών και οι παγκόσμιοι εμπορικοί κανόνες που κρατούν δεμένα τα χέρια της Ουάσιγκτον, όπως γράφει, οδήγησαν «στην απώλεια της αμερικανικής παραγωγής, στη στασιμότητα των μισθών των Αμερικανών και στην επιδείνωση της στρατηγικής θέσης των ΗΠΑ έναντι της Κίνας».
Οι δασμοί και οι επιδιώξεις του
Όμως, υποστηρίζει, «τα πολιτικά κατεστημένα τόσο του Ρεπουμπλικανικού όσο και του Δημοκρατικού κόμματος, υπό την επιρροή πολυεθνικών εταιρειών και εισαγωγέων, δεν ήθελαν ή δεν μπορούσαν να αναγνωρίσουν τα λάθη τους».
Ως εμπορικός εκπρόσωπος του Τραμπ ο Λάιταϊζερ μπόρεσε να στρέψει τις Ηνωμένες Πολιτείες σε μια διαφορετική πορεία. Επέβαλε δασμούς έως και 25% στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου από μεγάλο μέρος του κόσμου και επέβαλε παρόμοιους δασμούς στα τρία τέταρτα των εξαγωγών της Κίνας.
Αυτό που οραματίζεται είναι μία χώρα, που θα ανησυχεί πολύ λιγότερο για τη σταθεροποίηση της παγκόσμιας οικονομίας και πολύ περισσότερο για την επιδίωξη των δικών της στενών οικονομικών συμφερόντων. Ως υπουργός Οικονομικών, θα είχε πολλά περισσότερα εργαλεία στη διάθεσή του για να φέρει εις πέρας αυτή την αποστολή.
Ο βασικός δείκτης για τον Λάιτχαϊζερ είναι αυτός, στον οποία οι συμβατικοί οικονομολόγοι σπάνια δίνουν προσοχή: το εμπορικό έλλειμμα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν έλλειμμα σε αγαθά και υπηρεσίες κάθε χρόνο από το 1975, το οποίο ξεπέρασε τα 951 δισεκατομμύρια δολάρια το 2022.
Το εμπορικό έλλειμμα και η υποτίμηση του δολαρίου
Οι περισσότεροι οικονομολόγοι, ωστόσο, θεωρούν ότι το εμπορικό έλλειμμα είναι συνάρτηση των εθνικών ποσοστών αποταμίευσης και ως εκ τούτου επιδεικνούν σε μεγάλο βαθμό ανοσία στην κρατική παρέμβαση από την πλευρά του εμπορίου. Ο Λάιτχαϊζερ διαφωνεί, θεωρώντας το έλλειμμα άμεση μεταφορά του πλούτου των ΗΠΑ σε ανταγωνιστές, κυρίως στην Κίνα, που μπορεί να διορθωθεί με δυναμική κυβερνητική δράση.
Θέτει ως απόλυτη προτεραιότητα την εξισορρόπηση του εμπορίου με τον υπόλοιπο κόσμο, όχι μόνο με την Κίνα.Ένα εργαλείο, το οποίο φέρεται να έχει προτείνει στον Τραμπ, είναι μια συντονισμένη προσπάθεια αποδυνάμωσης του δολαρίου ΗΠΑ έναντι άλλων νομισμάτων.
Αν τα άλλα πράγματα είναι ίσα, ένα φθηνότερο δολάριο θα μείωνε τις τιμές που πληρώνουν οι ξένοι για τις εξαγωγές των ΗΠΑ, θα έκανε τις εισαγωγές πιο ακριβές για τους Αμερικανούς και θα βοηθούσε να φέρει το εμπόριο πιο κοντά στην ισορροπία. Το δολάριο, ωστόσο, έχει ενισχυθεί αισθητά, εν μέρει καθώς θεωρείται ασφαλές καταφύγιο σε περιόδους έντονης γεωπολιτικής και οικονομικής αβεβαιότητας.
Ο Λάιτχαϊζερ φαίνεται να οραματίζεται μια επανάληψη των ενεργειών που έγιναν από τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον το 1971 και τον Ρόναλντ Ρίγκαν το 1987: επιβολή ή απειλή δασμών στους εμπορικούς εταίρους, εκτός εάν συμφωνήσουν να λάβουν μέτρα για την αναπροσαρμογή των νομισμάτων τους έναντι του δολαρίου. Δεδομένης της κλίμακας των παγκόσμιων χρηματοοικονομικών ροών σήμερα οι συνέπειες θα είναι δραστικές.
Οραματίζεται ομοίως μια αναθεώρηση του φορολογικού συστήματος των ΗΠΑ για την προώθηση της ανταγωνιστικότητας της μεταποίησης που εδρεύει στις ΗΠΑ. Μια αμερικανική εταιρεία που εξάγει στην Ευρώπη πληρώνει τόσο τους φόρους εταιρικού εισοδήματος των ΗΠΑ όσο και τον τοπικό ΦΠΑ για τις πωλήσεις της στην Ευρώπη — γεγονός που θέτει τα προϊόντα που κατασκευάζονται στις Ηνωμένες Πολιτείες σε ανταγωνιστικό μειονέκτημα. Ο Λάιτχαϊζερ θέλει να δώσει τέλος σε αυτό. Μένει να φανεί – εφόσον επανεκλεγεί ο Τραμπ – τι μπορεί να πετύχει.