Της Τατιάνας Ψαριανού, αντιπροέδρου της εταιρείας Γραφείο Ψαριανού Α.Ε., Λογιστές – Σύμβουλοι Επιχειρήσεων
Ο ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΣ μεταξύ δύο επιχειρήσεων αποτελεί μέρος των συναλλαγών και συναντάται συχνά, αφού οι συνθήκες της αγοράς μεταβάλλονται από απρόσμενους παράγοντες που επηρεάζουν το επιχειρηματικό περιβάλλον και την οικονομική κατάσταση των οικονομικών οντοτήτων, με αποτέλεσμα αυτές, σε δυσμενείς συνθήκες, να αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.
ΟΜΩΣ, συμβιβασμοί γίνονται και σε περιπτώσεις όχι μόνο οικονομικών, αλλά και εμπορικών διαφορών, που αφορούν την ποιότητα ή τα χαρακτηριστικά των προϊόντων, ακόμα και τον τρόπο και τον χρόνο παράδοσης των αγαθών.
Ο ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΣ, πέρα από τη λογιστική μεταχείριση των συγκεκριμένων οικονομικών πράξεων, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και στον χειρισμό των φορολογικών θεμάτων που ανακύπτουν από αυτόν, μεταξύ των οποίων είναι και η χαρτοσήμανση του ποσού επί του οποίου θα επιβληθεί το αναλογικό Τέλος Χαρτοσήμου.
ΘΑ ΗΤΑΝ σκόπιμο να επισημάνουμε ότι η διάκριση μεταξύ του συμβιβασμού και της άφεσης χρέους -δύο εννοιών που παρουσιάζουν πολύ λεπτά χαρακτηριστικά διαφοροποίησηςπροσδιορίζεται αμυδρά από τις σχετικές διατάξεις των νόμων που διέπουν το θέμα της μειωμένης καταβολής του οφειλόμενου ποσού.
ΕΔΩ, επειδή αναφερόμαστε στη φορολογική μεταχείριση του συμβιβασμού, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε μόνο ότι η διάκριση αυτή από το υπουργείο Οικονομικών επικεντρώνεται κυρίως στο ύψος του οφειλόμενου ποσού και τη μείωση που γίνεται πάνω σ’ αυτό. Αν το ύψος του ποσού είναι μεγάλο, π.χ. δέκα εκατ. ευρώ και η μείωση ανέρχεται στο ποσό των δύο εκατ. ευρώ, αυτή εκλαμβάνεται ως προϊόν συμβιβασμού και σε καμία περίπτωση ως άφεση χρέους, αφού τεκμαίρεται ότι επήλθε μετά από διαπραγματεύσεις. Και η διαπραγμάτευση αποτελεί το κρίσιμο και απαραίτητο στοιχείο για να χαρακτηριστεί μια οικονομική πράξη συμβιβασμός. Ενώ η άφεση χρέους δεν προϋποθέτει τη διαπραγμάτευση, αλλά επαφίεται στη βούληση του πιστωτή να μειώσει το ποσό που του οφείλεται. Δηλαδή, προβαίνει στη μείωση αυτή από μόνος του, για διάφορους λόγους, εμπορικούς, συναισθηματικούς κ.λπ. Σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, στις περιπτώσεις που οι συμβιβασμοί επέρχονται μετά από διαπραγματεύσεις, τα συμφωνητικά που περιγράφουν τους όρους του συμβιβασμού χαρτοσημαίνονται βάσει των σχετικών διατάξεων.
ΓΙΑ ΝΑ ΔΙΕΥΡΥΝΟΥΜΕ τα θέματα που γεννώνται κατά την επίτευξη του συμβιβασμού, θα μπορούσαμε να εξετάσουμε, πέραν του χαρτοσήμου, και την επιβολή ΦΠΑ στα ποσά που προκύπτουν από τις απαιτήσεις λόγω συμβιβασμών και ειδικά τις περιπτώσεις που αυτές προέρχονται από εταιρείες που εδρεύουν σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ οι εταιρείες που οφείλουν βρίσκονται στη χώρα μας.
ΣΥΜΦΩΝΑ με το άρθρο 871 του A.K. «με τη σύμβαση του συμβιβασμού, οι συμβαλλόμενοι διαλύουν με αμοιβαίες υποχωρήσεις έριδα αυτών ή αβεβαιότητα για κάποια έννομη σχέση».
ΣΤΗΝ ΕΓΚΥΚΛΙΟ 2062/2023 αναφέρεται ότι «…τα τέλη χαρτοσήμου επιβάλλονται στα συντασσόμενα έγγραφα τα οποία καταρτίζονται στην Ελλάδα ή στην αλλοδαπή και υφίστανται υποχρεώσεις εκτελεστέες στην Ελλάδα».
ΕΠΟΜΕΝΩΣ, ακόμη και αν μια σύμβαση έχει καταρτιστεί στο εξωτερικό, εφόσον αφορά πράξεις που θα εκτελεστούν στο εσωτερικό της χώρας, επιβαρύνεται με Τέλη Χαρτοσήμου στην Ελλάδα.
ΒΑΣΕΙ της παρ. 1α, του άρθρου 15, του ΚΝΤΧ (Π.Δ.28 της 28.7.1931) και κατά τα οριζόμενα στην Εγκύκλιο 2062/2023, οι Εμπορικοί Συμβιβασμοί υπάγονται σε Τέλη Χαρτοσήμου με συντελεστή 2,4%.
ΣΕ ΣΧΕΤΙΚΟ με τους «Συμβιβασμούς» άρθρο του Δ. Αδαμόπουλου, πρώην δ/ντή της Δ/νσης Τελών και Ειδικών Φορολογιών του υπουργείου Οικονομικών, αναφέρεται ότι «…ο συμβιβασμός υπάγεται σε τέλος χαρτοσήμου ανεξάρτητα από τη χαρτοσήμανση ή μη της σχέσης για την οποία γίνεται ο συμβιβασμός ή από την απαλλαγή ή μη αυτής. Τούτο σημαίνει ότι η σύμβαση του συμβιβασμού θα υπαχθεί σε τέλος χαρτοσήμου και στην περίπτωση που η σχέση (αξίωση) για την οποία γίνεται ο συμβιβασμός υπόκειται στο καθεστώς του ΦΠA».
ΣΥΝΕΠΩΣ, το έγγραφο του συμβιβασμού, αφού μεταφραστεί στα ελληνικά, υπόκειται σε χαρτοσήμανση με συντελεστή 2,4% και αποδίδεται στο Δημόσιο έως το τέλος του επόμενου μήνα από την υπογραφή της σύμβασης.
ΣΗΜΕΙΩΤΕΟΝ, ότι εφόσον έχει χαρτοσημανθεί η σύμβαση του συμβιβασμού, δεν χαρτοσημαίνονται ξανά οι καταβολές των ποσών του συμβιβασμού.
ΕΠΙΣΗΣ, το εκδοθέν τιμολόγιο που αφορά απαίτηση του συμφωνηθέντος ποσού του συμβιβασμού, εφόσον προέρχεται από εταιρεία με έδρα σε κράτος-μέλος της Ε.Ε., δεν υπάγεται σε ΦΠΑ.