Η αρχαία Μελίτη του Πόντου κατά τον Σάββα Ιωαννίδη, ή Μελάνθιον κατά τον Γεώργιο Σκαλιέρη, συνόρευε βόρεια με το Τσάμπασιν, νότια με την επαρχία Ρεσαδιέ (Ρεσατιά). Την διέσχιζε ο Μελάνθιος ποταμός που πήγαζε από το όρος Κοφά Γκιολ, κοντά στα Κοτύωρα.
Στις αρχές του 20ού αιώνα είχε 30 ελληνικά και 32 τουρκικά χωριά.
Τα είκοσι ελληνικά χωριά υπάγονταν στη μητρόπολη Νεοκαισάρειας και τα άλλα δέκα στη μητρόπολη Κολωνίας και Νικοπόλεως. Το σύνολο της επαρχίας Μελανθίας ανήκε στο Μουτεσαριφλίκι της Νικοπόλεως του ν. Σεβάστειας. Παλαιότερα, σύμφωνα με τον Θεόδωρο Π. Κουρτίδη, συγγραφέα του βιβλίου Η Επαρχία Μελάνθιας του Πόντου, με έδρα καϊμακάμη το Παρτσή, υπαγόταν στο ν. Τραπεζούντας.
Οι Έλληνες κάτοικοι της επαρχίας Μελανθίας ασχολούνταν με τη γεωργία (καλλιέργεια σιτηρών, δημητριακών, φακής και καλαμποκιού), την κτηνοτροφία και τη μελισσοκομική. Στην περιοχή παραγόταν και ζαντόν μέλ’, αφού υπήρχαν σε αφθονία αζαλέες. Ασχολούνταν επίσης με το κυνήγι και την εμπορία δερμάτων. Κατά τους χειμερινούς μήνες διεξαγόταν εμπόριο δερμάτων άγριων ζώων από τα δάση της Μελανθίας. Τα δέρματα πήγαιναν στην αγορά της Κωνσταντινούπολης όπου πωλούνταν σε υψηλές τιμές.