Με καταγωγή από τη Σαμψούντα, την Αργυρούπολη και τη Μικρασία, η μουσική για την οικογένεια Σιώπη ήταν μονόδρομος. Μετά το διωγμό, οι πρόσφυγες παππούδες εγκαταστάθηκαν σε χωριά των Σερρών κι έφεραν μαζί τους τους σκοπούς του Πόντου, αλλά και τα μουσικά τους όργανα, το ούτι, τον ζουρνά και το βιολί.
Αυτοδίδακτοι, έμαθαν στα παιδιά τους τα τραγούδια της πατρίδας που είχαν αφήσει πίσω, θέλοντας να διατηρήσουν ζωντανή τη μνήμη της ιστορικής καταγωγής τους.
Δίπλα τους, ο μικρός τότε Κώστας Σιώπης, που είχε μεγάλη αδυναμία στα κρουστά, έμαθε να αγαπά τη μουσική και δη την ποντιακή. Σπούδαζε στην τεχνική σχολή «Αριστοτέλης» όπου στα 14 του χρόνια βρέθηκε μέλος της μπάντας. Ταυτόχρονα πήγαινε και στο Κρατικό Ωδείο όπου μάθαινε θεωρία. Κι ενώ ήθελε να ασχοληθεί με τα κρουστά, η περιέργειά του για τα μουσικά όργανα, τον οδήγησε να καταπιαστεί και με τα πνευστά.