Θεόσταλτη αρρώστια θεωρούσαν οι Πόντιοι την ευλογιά, τη βράσα όπως την αποκαλούσαν, που στράβωνε και έφερνε βαριές αναπηρίες, και που συχνά σκότωνε όσους την κολλούσαν. «Σα ζώντας-ι-σ’ ‘κι επίασέ σε; Θα πιάν’τσε αποθαμένον (Δεν σ΄ έπιασε ζωντανό; Θα σε πιάσει νεκρό)», έλεγαν.
Για να μην ξύνονται τα παιδιά που περνούσαν ευλογιά έδιναν έναν φτερό πουλερικού για να χαϊδεύει με αυτό απαλά τα σπυριά, ώστε να μην γίνει «βλογιοκομμένο». Στο παράθυρο ή κοντά στο κρεβάτι τον άρρωστου αναρτούσαν κόκκινο ή κίτρινο ύφασμα και δεν του έδιναν αλμυρά και ξινά φαγητά. Επίσης, μέσα στο σπίτι δεν μαγείρευαν όσπρια, ψάρι, κρέας και δεν έβραζαν (κατά την πλύση) ρούχα. Η καθαριότητα ήταν ακόμα πιο σχολαστική και το θυμίασμα ακόμα πιο συχνό.
Διαβάστε περισσότερα στο Pontos News