«Η εξέγερση του Πολυτεχνείου – Μία ξεχασμένη κατάθεση», είναι ο τίτλος του βιβλίου του Σταύρου Λυγερού. Πρόκειται για πλήρως ανανεωμένη μετεγγραφή ενός βιβλίου του που εκδόθηκε το 1977 και βεβαίως έχει εδώ και 40 τόσα χρόνια εξαντληθεί. Αν και η ανάλυση της δυναμικής ανάπτυξης του φοιτητικού κινήματος που οδήγησε στην εξέγερση του Πολυτεχνείου με ενδιάμεσο σταθμό τις καταλήψεις της Νομικής παραμένει η ίδια. Στην τωρινή έκδοση έχουν προστεθεί ως διακριτά ένθετα στη ροή της ανάλυσης βιωματικά περιστατικά του συγγραφέα, τα οποία βοηθούν τον σημερινό αναγνώστη να προσεγγίσει την ατμόσφαιρα εκείνης της εποχής.
Ο Σταύρος Λυγερός –μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής και εκ των πρωταγωνιστών εκείνου του κινήματος– αποδεικνύει ότι δίχως την εξέγερση του Πολυτεχνείου το δικτατορικό καθεστώς δεν θα είχε απομονομιμοποιηθεί πλήρως πολιτικά και κατ’ επέκταση αποσταθεροποιηθεί. Ας σημειωθεί ότι από το 1971-72 επιχειρούσε την «ομαλοποίησή» του με σκοπό τη σταδιακή μετάβασή του σε μία «χουντοδημοκρατία» με την σιωπηρή συναίνεση του παλιού αστικού κόσμου και την ανοχή των ΚΚΕ και ΚΚΕεσωτ.
Το φοιτητικό κίνημα υποχρέωσε τον δικτάτορα Παπαδόπουλο να επιταχύνει, καταργώντας τη Βασιλεία, επιβάλοντας νέο Σύνταγμα, «εκλεγόμενος» ο ίδιος Πρόεδρος της Δημοκρατίας με οκταετή θητεία και ορίζοντας την κυβέρνηση Μαρκεζίνη. Εάν δεν είχε μεσολαβήσει η εξέγερση του Πολυτεχνείου, το πείραμα Μαρκεζίνη θα είχε πάρει τον δρόμο του και πολύ πιθανόν ο Παπαδόπουλος να είχε την τύχη του Πινοσέτ, ο οποίος παρέμεινε με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στην εξουσία για 25 χρόνια και τελικά πέθανε στο σπίτι του σε ηλικία 91 ετών. χωρίς ποτέ να δικαστεί για τα εγκλήματά του.
Αυτός είναι ο λόγος που το Πολυτεχνείο δικαιολογημένα θεωρείται «ο ιδρυτικός μύθος της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας», χωρίς όμως και να ευθύνεται για τα κουσούρια της. Ο παλιός αστικός πολιτικός κόσμος που επανήλθε μετά την πτώση της Χούντας στην εξουσία και οι επίγονοί τους δεν θα είχαν κάνει τις καριέρες που έκαναν έκτοτε. Είναι ειρωνεία ότι το τμήμα εκείνο του πολιτικού κόσμου που ακόμη και τώρα προσπαθεί να «αποδομήσει» το Πολυτεχνείο χρωστά την πολιτική του ύπαρξη στην Μεταπολίτευση, τις προϋποθέσεις της οποίας δημιούργησε η εξέγερση. Όσο για τους επιγόνους ή και φυσικούς απογόνους τους, αυτοί είναι πολύ πιθανό να είχαν σταδιοδρομήσει και στην «χουντοδημοκρατία» που προετοίμαζε ο Γεώργιος Παπαδόπουλος ως πρόεδρος!
Το βιβλίου «Η εξέγερση του Πολυτεχνείου – Μία ξεχασμένη κατάθεση», πέραν των άλλων αρετών του, είναι ένα ζωντανό και συγκινητικό ανάγνωσμα μίας εξαιρετικής αναλαμπής της νέας γενιάς εκείνης της εποχής που με ανιδιοτέλεια, ηρωισμό και γνήσιο ριζοσπαστισμό έγιναν η ακηδεμόνευτη πρωτοπορία και έσωσαν την αξιοπρέπεια ενός λαού. Όπως προανέφερα, ο συγγραφέας διανθίζει την αφήγησή του με προσωπικές του εμπειρίες. Το βιωματικό στοιχείο κάνει πιο ζωντανή και ενδιαφέρουσα την αφήγηση δίχως να εκπίπτει σε συναισθηματισμό και δίχως να στερεί σε αξιοπιστία.
Δύσκολη ισορροπία, την οποία όμως πετυχαίνει ο Σταύρος Λυγερός. Είναι ενδεικτικό ότι τα γεγονότα που παραθέτει δεν αμφισβητήθηκαν από κανέναν στα 46 χρόνια που πέρασαν από την κυκλοφορία του αρχικού βιβλίου, όπως έγινε με άλλες εξιστορήσεις. Είναι ενταγμένα στην πολιτική ατμόσφαιρα της εποχής (προσαρμογή στα καθ’ ημάς, της πολιτισμικής επανάστασης που είχε σαρώσει τον δυτικό κόσμο), αλλά αναπτύσσονται στην συνάφειά τους με την κατάσταση της ελληνικής κοινωνίας της δεκαετίας του 1970 και κυρίως με ευρύτερο το πολιτικό κλίμα στο οποίο είναι ενταγμένα.
Στον πυρήνα του βιβλίου είναι η εξιστόρηση της αντίδρασης μίας μειονότητας των φοιτητών στις προσπάθειες της Χούντας να αποκτήσει μία κίβδηλη νομιμοποίηση. Οι πράξεις αντίστασης του φοιτητικού κινήματος ξετυλίγονται από την πρώτη προσπάθεια του καθεστώτος να οργανώσει καθοδηγούμενες εκλογές στους φοιτητικούς συλλόγους που θα νομιμοποιούσαν τα διορισμένα χουντικά Διοικητικά Συμβούλια. Η προσπάθεια ήταν ενταγμένη στο πλαίσιο της ευρύτερα επιχειρούμενης πολιτικοποίησης του καθεστώτος και είχε απώτερο στόχο να εκτονώσει τις πολιτικές ζυμώσεις και την διαφαινόμενη ριζοσπαστικοποίηση στον φοιτητικό χώρο.
Έχει ενδιαφέρον ότι σε αυτή την προσπάθεια της Χούντας αντέδρασε μία μειονότητα των φοιτητών. Η πρωτοπορία της νεολαίας που οργανώθηκε στα Πανεπιστήμια είχε να αντιπαλέψει τον κατασταλτικό μηχανισμό της δικτοτορίας, αλλά εν πολλοίς και το καθηγητικό κατεστημένο που είχε γίνει υποχείριο του δικτάτορα. Από ένα σημείο και πέρα, όμως, στους κόλπους του φοιτητικού κινήματος εκδηλώθηκε μία αντίθεση για την κατεύθυνσή του.
Από τη μία πλευρά το αυθόρμητο ριζοσπαστικό ρεύμα, το οποίο ήταν ανέντακτοι φοιτητές, οι οποίοι επεδίωκαν τη ρήξη με το καθεστώς, ώστε να τορπιλιστεί το πείραμα Μαρκεζίνη. Από την άλλη πλευρά ήταν οι παράνομες φοιτητικές οργανώσεις που καθοδηγούσαν το ΚΚΕ (την Αντι-ΕΦΕΕ) και το ΚΚΕεσωτ (τον Ρήγα), τα στελέχη των οποίων προσπαθούσαν με άνωθεν καθοδήγηση, να εγκλωβίσουν το φοιτητικό κίνημα σε ένα συνδικαλιστικό πλαίσιο, προβάλλοντας στενά φοιτητικά αιτήματα.
Αν και έχουν γραφεί και ειπωθεί πολλά για την εξέγερση του Πολυτεχνείου, η πτυχή αυτή, ο εσωτερικός αγώνας, έχει μείνει στη σκιά, με αποτέλεσμα να αλλοιώνεται η ιστορική πραγματικότητα. Το βιβλίο του Σταύρου Λυγερού, αντιθέτως, αναδεικνύει αυτή την πτυχή και μάλιστα με απόλυτα τεκμηριωμένο τρόπο, παραθέτοντας ντοκουμέντα τωπαραπάνω οργανώσεων.
Δραματική στιγμή σ’ εκείνη τη σύγκρουση είναι η υπόθεση του Διονύση Μαυρογένη, ο οποίος, μετά το Πολυτεχνείο, κρυπτόμενος στην Κρήτη, καταγγέλθηκε με κατασκευασμένα ψεύδη σαν προβοκάτορας από την ΚΝΕ-Αντι ΕΦΕΕ του ΚΚΕ. Ήταν ένα δείγμα της διαχρονικής πρακτικής του ΚΚΕ να διαβάλλει ό,τι δεν ελέγχει και μάλιστα με ανήθικες μεθόδους.
Παρότι στεγνή και σκοπίμως δίχως χρωματισμό, προκαλεί συγκίνηση η αφήγηση των γεγονότων που οδήγησαν στην κορύφωση εκείνου του Νοέμβρη. Η κατάληψη, η κινητοποίηση του λαού, το πλήθος που τους συμπαραστεκόταν, τα πυρά των ελεύθερων σκοπευτών, την εισβολή του τανκ και των κομάντος στον χώρο του Πολυτεχνείου, οι νεκροί και οι τραυματίες, τα όσα ακολούθησαν τις επόμενες ημέρες.
Εν κατακλείδι, το Πολυτεχνείο προφανώς δεν ανέτρεψε το δικτατορικό καθεστώς, δεν θα μπορούσε άλλωστε, όπως γράφει και ο Σταύρος Λυγερός, αλλά το απονομιμοποίησε πλήρως πολιτικά και άνοιξε τον δρόμο για την πτώση του. Επέτρεψε σε έναν λαό να διατηρήσει τον αυτοσεβασμό του. Η προσπάθεια αποδόμησης του Πολυτεχνείου στα 50 χρόνια που ακολούθησαν κυρίως από την Ακροδεξιά είναι στοιχείο πνευματικής ανεντιμότητας και πολιτικής ανηθικότητας.