Δημοσιοποιήθηκαν οι τρεις αποφάσεις της μείζονος Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου με τις οποίες κρίθηκε ομόφωνα ότι οι περικοπείσες συντάξεις των απόμαχων δικαστών επανέρχονται στα επίπεδα που ίσχυαν προ του 2012.
Είχαν προηγηθεί οι προσφυγές του πρώην αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας και νυν προέδρου της ΑΔΑΕ Χρήστου Ράμμου (με δικηγόρο την Ειρήνη Παπαγεωργίου-Ράμμου), του πρώην πρόεδρου του Αρείου Πάγου Ρωμύλου Κεδίκογλου και του πρώην πρόεδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου Νικολάου Αγγελάρα.
Οι αποφάσεις για τους τρεις δικαστές είναι πιλοτικές και αφορούν ακόμη 450 περίπου συνταξιούχους δικαστές που έχουν προσφύγει στο ανώτατο δημοσιονομικό δικαστήριο.
Οι αποφάσεις της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου δίνουν τη δικονομική δυνατότητα στους περίπου 4.000 συνταξιούχους δικαστές, εισαγγελείς και μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, να διεκδικήσουν με αιτήσεις καρμπόν την αναδρομική επιστροφή των συντάξεων τους στα επίπεδα του 2012, όπως έχουν κρίνει το Μισθοδικείο και η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δημοσιονομικού Δικαστηρίου.
Η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου ακολούθησε την απόφαση του Μισθοδικείου του 2021 (υπ. αριθμ. 255/2021) που είχε κρίνει ότι «το Σύνταγμα επιβάλει σταθερή αναλογία των συντάξεων και των αποδοχών ενεργείας των δικαστικών λειτουργών».
Οι τρεις δικαστές είχαν προσφύγει στις αρχές του 2021 στο Ελεγκτικό Συνέδριο ζητώντας την υλοποίηση της απόφασης του Μισθοδικείου.
Οι υποθέσεις αυτές συζητήθηκαν στην μείζονα Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου στις 15 Ιουνίου 2022, με πρόεδρο τον υπηρεσιακό Πρωθυπουργό και πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου Ιωάννη Σαρμά (συνταξιοδοτείται στις αρχές του ερχόμενου μήνα) και εισηγητή τον Κωνσταντίνο Παραθύρα.
Ακολούθησαν τρεις διασκέψεις των μελών της Ολομέλειας για το ζήτημα αυτό (30.11.2022, 5.12.2022 και 8.3.2023). Αρχικά οι αποφάσεις ήταν να δημοσιευθούν τον περασμένο Σεπτέμβριο, αλλά δόθηκε αναβολή- παράταση και δημοσιεύθηκαν τελικά προ τριών ημερών.
Η απόφαση της Ολομέλειας ακολουθεί ομόφωνα τις σκέψεις της απόφασης του Μισθοδικείου, ενώ υπάρχει μειοψηφία ως προς το χρόνο εκτέλεσης της απόφασης. Συγκεκριμένα, τρία μέλη του δικαστηρίου και συγκεκριμένα ο πρόεδρος Ιωάννης Σαρμάς, ο αντιπρόεδρος Κωνσταντίνος Κωστόπουλος και η σύμβουλος Θεολογία Γναρδέλλη, εξέφρασαν τη άποψη ότι η εφαρμογή των εν λόγω αποφάσεων πρέπει να αρχίσει ένα έτος και πλέον μετά την ημερομηνία δημοσίευση τους, έτσι ώστε να δοθεί το χρονικό περιθώριο στην Κυβέρνηση, για «να δυνηθεί ο νομοθέτης, επανεκτιμώντας τα δημοσιονομικά δεδομένα, να ανεύρει τρόπο συμμόρφωσης με τα κριθέντα, ως προς τις αναδρομικές αξιώσεις» των συνταξιούχων δικαστών.
Σύμφωνα με το ιστορικό της υπ΄ αριθμ.1331/2023 απόφασης της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου το ύψος της βασικής σύνταξης του προσφεύγοντα πρώην δικαστικός λειτουργός «βάσει των διατάξεων που ίσχυαν προ της εφαρμογής του ν. 4387/2016, θα ανερχόταν στο ποσό των 5.848,69 ευρώ, ενώ το τελικώς καταβαλλόμενο σε αυτόν ποσό, μετά τις κρατήσεις και μειώσεις, θα ήταν 3.072,15 ευρώ».
Η σύνταξη που εν τέλει κανονίστηκε σε αυτόν, «κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν. 4387/2016, ορίστηκε στο ύψος των 2.824,70 ευρώ, αναλυόμενο σε εθνική σύνταξη ύψους 384,00 ευρώ και ανταποδοτική σύνταξη ύψους 2.440,70 ευρώ (στοιχεία Απριλίου του 2021), μετά δε την αφαίρεση ποσού 152,53 ευρώ, που αντιστοιχεί στην κράτηση για υγειονομική περίθαλψη, και ποσού 282,47 ευρώ, που αντιστοιχεί στην κράτηση εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων (ΕΑΣ), καταβλητέο στον εκκαλούντα ήταν το ποσό των 2.389,70 ευρώ» και συνεχίζει το Ελεγκτικό Συνέδριο:
«Δοθέντος δε ότι το ποσό της σύνταξης που του κανονίστηκε υπολειπόταν κατά ποσοστό άνω του 20% του ποσού της σύνταξης που θα ελάμβανε με βάση τις διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου, όπως ίσχυαν στις 31.12.2014, ο εκκαλών δικαιώθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 1 περ. γ του ν. 4387/2016, το 1/4 της διαφοράς αυτής, ήτοι το ποσό των (3.072,15 ευρώ μείον 2.389,70 ευρώ = 682,45 ευρώ 4) 171,61 ευρώ, ως προσωπική διαφορά».
Το Ελεγκτικό Συνέδριο έκρινε ότι είναι μη νόμιμη και ακυρωτέα η σιωπηρή άρνηση της διοίκησης-Πολιτείας για επανακανονισμό της σύνταξης των τριών πρώην δικαστικών λειτουργών, που είχαν προσφύγει στο Ανώτατο Δημοσιονομικό Δικαστήριο, διότι όφειλε η Διοίκηση- Πολιτεία να υπολογίσει τη σύνταξή τους μη εφαρμόζοντας τις κριθείσες από το Μισθοδικείο ως αντισυνταγματικές σχετικές διατάξεις του νόμου 4387/2016, αλλά τις προϊσχύσασες αυτών.
Σύμφωνα με την μείζονα Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εφαρμοστέες για τον καθορισμό του ύψους των συντάξεων των πρώην δικαστών, εισαγγελέων και μελών Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ) είναι οι προϊσχύσασες διατάξεις του «νόμου Κατρούγκαλου» (νόμος 4387/2016). Δηλαδή, οι συντάξεις των δικαστών επανέρχονται στα επίπεδα που ίσχυαν προ του 2012, με άλλα λόγια προ του καθεστώτος που είχε διαμορφωθεί πριν το νόμο 4093/2012.