Πολυμελής εγκληματική οργάνωση που δραστηριοποιούνταν στην παράνομη έκδοση ελληνικών δελτίων ταυτότητας και διαβατηρίων σε ενδιαφερόμενους αλλοδαπούς – πολίτες τρίτων χωρών έπεσε στα «δίχτυα» της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας Βορείου Ελλάδος.
Για την αποδόμηση του κυκλώματος πραγματοποιήθηκε πρωινές ώρες χθες, Πέμπτη, σε Θεσσαλονίκη, Χαλκιδική, Σέρρες και Δράμα, ευρείας κλίμακας αστυνομική επιχείρηση, στο πλαίσιο της οποίας συνελήφθησαν 7 μέλη της οργάνωσης, μεταξύ των οποίων και απόστρατος αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας.
Επιπλέον, συνελήφθησαν 5 άτομα, που στερούνταν ταξιδιωτικών εγγράφων και παρέμεναν παράνομα στη χώρα μας και για τα οποία τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης είχαν προχωρήσει ήδη στην έκδοση μίας ταυτότητας και επρόκειτο να εκδώσουν τα υπόλοιπα, ωστόσο η πράξη τους διακόπηκε από την αστυνομική επιχείρηση.
Στη δικογραφία που σχηματίστηκε περιλαμβάνονται άλλα 24 άτομα, ανάμεσά τους και εν ενεργεία αστυνομικός.
Για τη διερεύνηση της υπόθεσης προηγήθηκε ενημέρωση από Τμήμα Ασφαλείας στη Βόρεια Ελλάδα, σχετικά με αίτημα επανέκδοσης διαβατηρίου, λόγω απώλειας, πλην όμως από τη μακροσκοπική εξέταση και από την αντιπαραβολή βιομετρικών στοιχείων διαπιστώθηκε αναντιστοιχία του αιτούντος με τον πραγματικό κάτοχο. Παράλληλα, εντοπίστηκαν σε διάστημα περίπου 2,5 μηνών άλλες 6 παρόμοιες περιπτώσεις έκδοσης ταυτότητας.
Ακολούθησε πολύμηνη έρευνα, όπου κατόπιν συλλογής και συνδυαστικής αξιολόγησης πληροφοριακών στοιχείων, προέκυψε η συγκρότηση και λειτουργία επιχειρησιακά δομημένης και με διαρκή δράση εγκληματικής οργάνωσης, η οποία από τον Οκτώβριο του 2021 εξέδιδε παράνομα ελληνικά δελτία ταυτότητας και διαβατήρια σε ενδιαφερόμενους αλλοδαπούς – πολίτες τρίτων χωρών.
Η εγκληματική αυτή οργάνωση αποτελούνταν από άνεργα άτομα, καθώς και απόστρατο αστυνομικό, ο οποίος κατά τον χρόνο τέλεσης των αδικημάτων υπηρετούσε σε αστυνομική υπηρεσία σε περιοχή της Βόρειας Ελλάδας.
Στην πράξη, τα μέλη της έρχονταν σε επαφή με «πελάτες», οι οποίοι είτε εισέρχονταν νομίμως στην ελληνική επικράτεια από θεσμοθετημένα σημεία ελέγχου της χώρας κάνοντας χρήση των γνήσια εκδοθέντων διαβατηρίων τους, είτε παράνομα σε άγνωστο χρόνο.
Στη συνέχεια, προχωρούσαν στην εύρεση των κατάλληλων στοιχείων ατόμων, τα χαρακτηριστικά των οποίων προσομοίαζαν με αυτά των ενδιαφερομένων αλλοδαπών και πληρούσαν τουλάχιστον μία από τις παρακάτω προϋποθέσεις:
- να κατέχουν ελληνική ιθαγένεια αλλά να μην είχαν εκδώσει ποτέ ελληνικό δελτίο ταυτότητας
- να κατέχουν παλαιού τύπου δελτία ταυτότητας, οπότε δε θα γίνονταν ιδιαιτέρως αντιληπτή η διαφορά μεταξύ των χαρακτηριστικών των προσώπων τους
- να διαμένουν μόνιμα σε χώρες του εξωτερικού ή
- να έχουν αποβιώσει στο εξωτερικό, χωρίς να δηλωθεί ο θάνατός τους στην Ελλάδα.
Ακολούθως, οι δράστες μεθόδευαν την έκδοση του δελτίου ταυτότητας μέσω του απόστρατου αστυνομικού, ο οποίος ως αρμόδιος για την παραλαβή των δικαιολογητικών και την έκδοση ταυτοτήτων, προέβαινε σε πράξεις ή παραλείψεις των καθηκόντων του ώστε να διασφαλίζεται η τυπικά ορθή έκδοση της ταυτότητας.
Μάλιστα, η μετάβαση των ενδιαφερόμενων αλλοδαπών γινόταν παρουσία των μελών της οργάνωσης, οι οποίοι παρουσιάζονταν ως μάρτυρες ταυτοπροσωπίας και διερμηνείς, ενώ σε περίπτωση ύπαρξης προγενέστερου δελτίου ταυτότητας και διαβατηρίου, πάντα προέβαιναν σε δήλωση απώλειας και έπειτα αιτούνταν την έκδοση νέων ταξιδιωτικών εγγράφων.
Μετά την επίτευξη του σκοπού τους, τα μέλη της οργάνωσης διευκόλυναν τους αλλοδαπούς και στην έξοδό τους από την ελληνική επικράτεια, μεταφέροντάς τους σε αεροδρόμιο της επιλογής τους.
Μέσα από τη δράση της οργάνωσης, οι επωφελούμενοι αλλοδαποί αποκτούσαν την ελληνική υπηκοότητα με όλα τα δικαιώματα που αυτή συνεπάγεται, πετύχαιναν την επ’ αόριστον διαμονή τους στη χώρα, τη δυνατότητα μετάβασής τους σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και σε τρίτες χώρες, καθώς και τη «διαγραφή» του ποινικού τους μητρώου, καθώς στην πλειονότητά τους επρόκειτο για άτομα με πλούσιο ποινικό παρελθόν στις χώρες τους.
Χαρακτηριστικό της ευελιξίας των μελών της οργάνωσης ήταν ότι, όταν για λόγους ανεξάρτητους από τη θέλησή τους ο απόστρατος αστυνομικός απομακρύνθηκε από τη θέση του, επαναπροσδιόρισαν τον τρόπο δράσης τους προχωρώντας στη στρατολόγηση νέων μελών και επιδιώκοντας την αρχική έκδοση δελτίων ταυτότητας με τη χρήση πιστοποιητικού απόκτησης ελληνικής ιθαγένειας που ανήκει σε άλλο πρόσωπο και το οποίο δεν έχει εκδώσει δικό του δελτίο ταυτότητας.
Στο πλαίσιο αυτό διαπιστώθηκε η εμπλοκή στην υπόθεση και εν ενεργεία αστυνομικού, η οποία σε μία περίπτωση προέβη σε πράξη που παρέβαινε τα καθήκοντά της, διευκολύνοντας τη δράση της εγκληματικής οργάνωσης.
Από την προανακριτική έρευνα προέκυψε ότι κάθε επιτυχής έκδοση ελληνικών δελτίων ταυτότητας κοστολογούνταν στα 15.000 ευρώ, ενώ το συνολικό παράνομο περιουσιακό όφελος που αποκόμισε η οργάνωση υπολογίζεται σε τουλάχιστον 210.000 ευρώ.
Μέχρι στιγμής τα μέλη της οργάνωσης εμπλέκονται σε:
- 14 περιπτώσεις παράνομης έκδοσης ελληνικών δελτίων ταυτότητας
- 10 περιπτώσεις παράνομης έκδοσης ελληνικών διαβατηρίων
- 8 περιπτώσεις διευκόλυνσης εξόδου αλλοδαπών και
- 2 περιπτώσεις έκδοσης πλαστών διπλωμάτων άδειας οδήγησης.
Στο πλαίσιο της επιχείρησης, πραγματοποιήθηκαν σωματικές έρευνες, ενώ και σε έρευνες σε κατοικίες και επαγγελματικούς χώρους, συνολικά βρέθηκαν και κατασχέθηκαν 6.000 δολάρια ΗΠΑ αμφιβόλου γνησιότητας, 11.460 ευρώ, 108 διαβατήρια τρίτων χωρών, 5 δελτία αστυνομικής ταυτότητας, 2 οχήματα, 7 κινητά τηλέφωνα, πλήθος φωτοαντιγράφων δελτίων ταυτότητας και λοιπών πιστοποιητικών και 5 φυσίγγια 9mm.
Οι συλληφθέντες, με τη δικογραφία που σχηματίσθηκε σε βάρος τους, για – κατά περίπτωση – εγκληματική οργάνωση, συνέργεια σε εγκληματική οργάνωση, ψευδή βεβαίωση και νόθευση με το συνολικό όφελος να υπερβαίνει τις 120.000 ευρώ, πλαστογραφία, υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης τετελεσμένη και σε απόπειρα, παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου, παράβαση καθήκοντος, ψευδή υπεύθυνη δήλωση, παράβαση της νομοθεσίας περί αλλοδαπών καθώς για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, θα οδηγηθούν στην αρμόδια εισαγγελική Αρχή.