Με αγωνία περιμένουν οι νέοι φοιτητές και οι γονείς τους τις μετεγγραφές, που θα φέρουν τα παιδιά στο σπίτι τους. Πού καιρός για έξοδα. Βέβαια αυτό δεν ισχύει για όλους· ένας φοιτητής από τη Βέροια, τη Νάουσα, τη Σπάρτη, τη Φλώρινα και πολλές άλλες πόλεις δεν μπορεί να πάρει μετεγγραφή για το σπίτι του διότι στην πόλη του δεν υπάρχει κανένα Πανεπιστημιακό Τμήμα ή υπάρχει Τμήμα που ανήκει σε διαφορετικό Πεδίο και δεν μπορεί να το δηλώσει στο Μηχανογραφικό του. Συνεπώς οι μετεγγραφές δεν είναι για όλους.
Γιατί έχουμε, όμως, αυτή την παγκόσμια πρωτοτυπία τις μετεγγραφές; Το κράτος δεν έχει τη φοιτητική μέριμνα που θα όφειλε να έχει προς τους φοιτητές του. Δεν υπάρχουν δηλαδή φοιτητικές εστίες ή καλύτερα υπάρχουν φοιτητικές εστίες που καλύπτουν το πολύ το 3% των φοιτητών προσφέροντάς τους ένα άθλιο περιβάλλον διαβίωσης, αφού στη μεγάλη πλειοψηφία τους είναι υπό εγκατάλειψη εδώ και δεκαετίες. Το κράτος, δηλαδή, δεν είναι συνεπές στις υποχρεώσεις του και σε αυτόν τον τομέα, όπως και σε πολλούς άλλους. Συζητάμε, για παράδειγμα, για κενά εκπαιδευτικών, ενώ η σχολική χρονιά έχει ξεκινήσει. Είναι λογικό να έχει ξεκινήσει η χρονιά και να μην υπάρχει ο απαιτούμενος αριθμός εκπαιδευτικών στα σχολεία; Όχι δεν είναι αλλά το έχουμε συνηθίσει και έχει μπει στη συζήτηση και στην πολιτική αντιπαράθεση κάθε χρόνο στην αρχή της σχολικής χρονιάς. Αποτελεί, μάλιστα, και θέμα ρεπορτάζ στα μέσα.
Επειδή το κράτος δεν θέλει να προσφέρει ικανό αριθμό εστιών και επαρκή σίτιση στους φοιτητές που σπουδάζουν σε άλλη πόλη έχει εφεύρει το κόλπο των μετεγγραφών. Είναι σα να κλείνει το μάτι στους γονείς και να τους λέει: Εντάξει δεν παρέχω στα παιδιά αυτά που οφείλω, γι’ αυτό θα φέρω το παιδί στο σπίτι. Αυτό, όμως, είδαμε ότι δεν ισχύει για όλους τους φοιτητές. Ισχύει κυρίως για τους φοιτητές που μένουν σε μεγάλη πόλη και υπάρχει αντίστοιχη σχολή εκεί που μένουν.
Στο σχεδιασμό της Ανώτατης Εκπαίδευσης κυριάρχησε το δόγμα κάθε πόλη και Πανεπιστήμιο για να μεταφερθούν πόροι, μέσω των οικογενειών, στην περιφέρεια. Ήταν προαπαιτούμενο, δηλαδή, να μην υπάρχει σωστή φοιτητική μέριμνα, ώστε να ζήσει η επαρχία από τα χρήματα των φοιτητών, όπως και των φαντάρων. Δεν είχε καμία σημασία που η συνεργασία μεταξύ των Πανεπιστημίων ήταν δύσκολη, λόγω της απόστασης, η διδασκαλία μαθημάτων άλλων Τμημάτων προβληματική και οι οικονομίες κλίμακας άγνωστες.
Οι μετεγγραφές δημιούργησαν πολλές παρενέργειες: υπερφόρτωση των κεντρικών Πανεπιστημίων με φοιτητές και, ακόμη, φοιτητές διαφορετικών μαθησιακών ταχυτήτων. Έγινε προσπάθεια από το Υπουργείο Παιδείας να μειωθεί ο αριθμός των μετεγγραφών με τη θέσπιση της βάσης της μετεγγραφής (με ένα αυθαίρετο όριο) και με τον περιορισμό τουαριθμού των μετεγγραφών με οικονομικά και κοινωνικά κριτήρια στο 15% του αριθμού των εισακτέων, επιβαρύνοντας φυσικά τις οικογένειες.
Η ισορροπία, που θα μειώσει τον αριθμό των φοιτητών που σπουδάζουν σε άλλη πόλη αλλά δεν θα υπερφορτώσει τα κεντρικά Πανεπιστήμια είναι δύσκολο να βρεθεί, καθώς πρόκειται για αντικρουόμενες απαιτήσεις των φοιτητών και των Πανεπιστημίων. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ακριβώς πόσους φοιτητές μπορεί να εκπαιδεύσει κάθε Τμήμα, ώστε να μην υπερφορτώνεται κανένα Τμήμα, αλλά να μη μένει με λίγους φοιτητές κανένα Τμήμα.
Τα χρήματα για σπουδές σε άλλη πόλη από το 2004 μέχρι το 2018, που υπάρχουν στοιχεία, είναι τριπλάσιο έως τετραπλάσιο από τα χρήματα που ξοδεύουν κάποιες άλλες οικογένειες για τις σπουδές των παιδιών τους στο εξωτερικό, όπως βλέπουμε στον πίνακα. Τα στοιχεία προέρχονται από το ΚΑΝΕΠ/ΓΣΕΕ και ο τίτλος Οικονομικές μεταβιβάσεις σε άλλα νοικοκυριά για σπουδές στο εσωτερικό, μας δείχνει ότι πρόκειται για τις σπουδές σε άλλη πόλη. Το επιχείρημα, λοιπόν, για τα χρήματα που ξοδεύουν οι οικογένειες για σπουδές στο εξωτερικό δεν ευσταθεί, παρά μόνο για το ότι τα χρήματα αυτά πηγαίνουν σε άλλη χώρα. Είναι πολύ περισσότερα τα χρήματα που ξοδεύουν οι οικογένειες για τις σπουδές των παιδιών τους εντός Ελλάδας.
Στη διάρκεια της κρίσης που ζήσαμε τη δεκαετία του 2010 τα ποσά μειώθηκαν στο μισό από αυτά που ήταν τη δεκαετία του 2000, αντανακλώντας την οικονομική καθίζηση που βιώσαμε όλοι, πράγμα που σημαίνει ότι οι φοιτητές σε άλλη πόλη μείωσαν δραστικά τα έξοδά τους, αλλά, δυστυχώς, πιθανόν κάποιοι δεν σπούδασαν καθόλου, αφού δεν υπήρχαν χρήματα.
Το ζήτημα της εσωτερικής μετανάστευσης για σπουδές έχει γίνει κρίσιμο τα τελευταία χρόνια διότι η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής (ΕΒΕ) άφησε φέτος 2.403 κενές θέσεις στα ΑΕΙ Αθήνας και Θεσσαλονίκης, αυξάνοντας τον αριθμό των φοιτητών που σπουδάζουν σε άλλη πόλη. Θα έχουμε, δηλαδή, περισσότερους φοιτητές που θα σπουδάζουν σε άλλη πόλη, αυξάνοντας το κόστος για τις οικογένειες, ενώ υπάρχουν διαθέσιμες θέσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη αυτές που έμειναν κενές.
Υπάρχει και η καταστροφή στη Θεσσαλία. Οι οικογένειες που είχαν προγραμματίσει με βάση τα οικονομικά τους να στείλουν τα παιδιά τους για σπουδές σε άλλη πόλη, είδαν όλη τη ζωή τους να ανατρέπεται, συνεπώς και τον οικονομικό τους προγραμματισμό. Είναι προφανές ότι δεν μπορεί να είναι λύση για όλους οι μετεγγραφές, αφού, όπως είπαμε, υπάρχουν πόλεις και χωριά που δεν έχουν σχολές. Οικονομικό βοήθημα για τους φοιτητές είναι η μόνη λογική λύση. Να δούμε τι θα εφαρμοστεί.
Η έκρηξη στις τιμές των ενοικίων και η ακρίβεια στα είδη πρώτης ανάγκης, που ζούμε το τελευταίο διάστημα, εκτινάσσουν το κόστος των σπουδών σε άλλη πόλη, για όλους τους φοιτητές. Αυτό σε συνδυασμό με τη μείωση των φοιτητών σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, που σημαίνει περισσότεροι φοιτητές σε άλλη πόλη, περισσότεροι φοιτητές που θα ζητούν μετεγγραφή αυξάνει την αγωνία των ενδιαφερόμενων για τις επικείμενες μετεγγραφές.
www.stadiodromia.gr