Σύσκεψη με φορείς και επιστήμονες είχε ο υποψήφιος περιφερειάρχης Αττικής, Γιώργος Ιωακειμίδης, συζητώντας για τα αντιπλημμυρικά έργα, την πολιτική προστασία, την πρόληψη και την αντιμετώπιση των φαινομένων της κλιματικής κρίσης στην Αττική.
Σημειώνεται ότι βασικό στοιχείο του προεκλογικού προγράμματος του συνδυασμού «Αττικός Κύκλος», είναι η οργανική ενσωμάτωση του επιστημονικού δυναμικού της χώρας στον σχεδιασμό των υποδομών της περιφέρειας.
Ο υποψήφιος περιφερειάρχης, επικεφαλής του «Αττικού Κύκλου» στην τοποθέτηση του υπογράμμισε ότι «χρειαζόμαστε έργα ουσίας, όχι βιτρίνας, που να μπορούν να ανταποκριθούν στις προκλήσεις της κλιματικής κρίσης». Αναφέρθηκε ακόμα στην ανάγκη για ένα πρόγραμμα 500 εκατ. προκειμένου να συντηρηθούν οι γερασμένες υποδομές της Περιφέρειας Αττικής.
Ο Γ. Ιωακειμίδης χαρακτήρισε «εξαιρετικά εποικοδομητική τη συζήτηση» με τους καταξιωμένους επιστήμονες και το γενικό συμπέρασμα ότι πρέπει να σταματήσει η τσιμεντοποίηση της φύσης. «Η κλιματική κρίση, μας υποχρεώνει να επανασχεδιάσουμε την πολιτική προστασία σε κάθε περιφέρεια. Νέος σχεδιασμός, σοβαρά έργα ουσίας, συνολικά, όχι αποσπασματικά. Αναπτύσσοντας την πρόληψη, την παρακολούθηση φαινομένων και την έγκαιρη απόκριση. Η κάθε περιφέρεια πρέπει να συζητήσει πολύ σοβαρά με την κυβέρνηση αυτά τα θέματα. Σημαντικοί πόροι πρέπει να διατεθούν στη συντήρηση υποδομών» τόνισε.
Στη σύσκεψη παραβρέθηκαν οι Νίκος Μπελαβίλας, καθηγητής Πολεοδομίας και Ιστορίας της πόλης στο ΕΜΠ, Κώστας Λαγουβάρδος, διευθυντής ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, Γιώργος Ρουμελιώτης, πρόεδρος της Επίλεκτης Ομάδας Ειδικών Αποστολών Αιγάλεω, Γιάννης Πολύζος, ομότιμος καθηγητής Πολεοδομίας ΕΜΠ, Λόης Λαμπριανίδης, καθηγητής Γεωγραφίας ΠΑΜΑΚ, Πολίνα Πρέντου, ερευνήτρια Εργαστηρίου Αστικού Περιβάλλοντος ΕΜΠ και Κατερίνα Χριστοφοράκη, πολεοδόμος.
Ο Γ. Ρουμελιώτης στην τοποθέτηση του τόνισε ότι τα μεγάλα προβλήματα στην περιφέρεια είναι η έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού και εξοπλισμού, καθώς και ενός μηχανισμού συντονισμού των υπηρεσιών που εμπλέκονται στην Πολιτική Προστασία και σημείωσε πως η Πολιτική Προστασία θα πρέπει να έχει το δικό της δίκτυο επικοινωνίας.
Στη συνέχεια, ο Ν. Μπελαβίλας υπογράμμισε την ανάγκη αναθεώρησης του σχεδίου Πολιτικής Προστασίας, καθώς τα «μοντέλα διαχείρισης ρεμάτων και ποταμών αντιστοιχούν στην προηγούμενη πεντηκονταετία». Ανέφερε ότι πρέπει να τριπλασιαστεί η κοίτη του Ιλισού ποταμού και ότι το έργο του Κηφισού κατασκευάστηκε ως κυκλοφοριακό έργο και όχι ως υδραυλικό. «Σήμερα ο Κηφισός είναι έργο πρώτης προτεραιότητας και πρέπει να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Συγκεκριμένα, η ανάσχεση του, θα πρέπει να γίνει σε υψηλότερα επίπεδα, πχ στην Πάρνηθα, στη Βαρυμπόμπη, ενώ στην Αττική έχουμε 25% ακάλυπτων ρεμάτων», ανέφερε, τονίζοντας ότι «ένα ρεαλιστικό σχέδιο θα μπορούσε να περιλαμβάνει την περαιτέρω διάνοιξη αυτών των ρευμάτων για να μπορούν να δέχονται περισσότερο νερό και να γίνεται καλύτερη διαχείριση- συντήρηση στο νερό που βρίσκεται κοντά στα παραλιακά μέτωπα».
Ο Λ. Λαμπριανίδης είπε ότι η περίπτωση της Θεσσαλίας ανέδειξε το πρόβλημα. «Η λίμνη Κάρλα που είχε αποξηραθεί και γέμισε πάλι νερό δείχνει ότι έπρεπε να είχε παραμείνει ως ταμιευτήρας. Πρέπει», ανέφερε, «να αναδειχθεί περισσότερο η σημασία του εθελοντισμού και της αυτοοργάνωσης του πληθυσμού».
Η Π. Πρέντου τόνισε την ανάγκη αξιοποίησης των χώρων της Αττικής για τη δημιουργία πρασίνου και την προσαρμογή τους στα νέα κλιματικά δεδομένα.
Η Κ. Χριστοφοράκη υπογράμμισε την ανάγκη αποκατάστασης της γεωγραφίας των λιμνών. Είπε μάλιστα ότι οι μελέτες έχουν γίνει και πιθανότατα να σκονίζονται σε κάποιο συρτάρι. Σημείωσε ακόμα ότι πρέπει να υπάρξει πρόβλεψη ώστε τα δίκτυα τηλεφώνου και ρεύματος να παραμένουν ενεργά σε περίπτωση καταστροφών, σημειώνοντας ότι «πρέπει να ανατεθούν ευθύνες σε άτομα από τις τοπικές κοινωνίες ώστε σε περίπτωση καταστροφών να λάβουν δράση για τις άμεσες ανάγκες».
O Γ. Πολύζος επισήμανε ότι το πλεονέκτημα της Αττικής είναι ότι υπάρχει περιφερειακός σχεδιασμός και ότι πρέπει οι περιφέρειες να αποκτήσουν αρμοδιότητες χωρικού σχεδιασμού, όπως συμβαίνει σε μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις. «Αυτό περιλαμβάνει από χώρους πρασίνου μέχρι τα θέματα των ρεμάτων. Οι πόλεις μπορούν να δημιουργήσουν ελεγχόμενες περιοχές κατακλυσμού για να καθυστερούν ή να περιορίζουν τα φαινόμενα όταν αυτά συμβαίνουν».
Ο Κ. Λαγουβάρδος τέλος, είπε ότι οι περιφέρειες είναι μόνες τους και γυμνές στην Πολιτική Προστασία. Χρειάζεται ένα νέο σύστημα παρακολούθησης των φαινομένων. Πρέπει να δίνεται προτεραιότητα στα έργα ανάλογα με την επικινδυνότητα των περιοχών να πληγούν από μία καταστροφή. Επίσης σημείωσε ότι «οι φορείς που παρακολουθούν τα φυσικά φαινόμενα χρειάζονται σταθερή χρηματοδότηση για να μπορούν να συνεχίσουν τη δουλειά τους και να συντηρούν τους σταθμούς παρακολούθησης».