Στη δημοσιότητα έδωσε η Ελληνική Αστυνομία, κατόπιν σχετικών διατάξεων της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης, τα στοιχεία ταυτότητας και οι φωτογραφίες 19 ατόμων σε βάρος των οποίων ασκήθηκε ποινική δίωξη, για τις κατά περίπτωση αξιόποινες πράξεις της διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης, της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση από κοινού, της ηθικής αυτουργίας σε απάτη κατ’ εξακολούθηση με συνολική προκληθείσα ζημία άνω των 120.000 ευρώ, της συνέργειας σε απάτη κατ’ εξακολούθηση, από κοινού και κατά μόνας, με συνολική προκληθείσα ζημιά άνω των 120.000 ευρώ, της απάτης κατ’ εξακολούθηση, τελεσθείσα και σε απόπειρα, με συνολική προκληθείσα ζημιά άνω των 120.000 ευρώ, της πλαστογραφίας, της πλαστογραφίας κατ’ εξακολούθηση από υπαίτιο που σκόπευε να βλάψει άλλον και η συνολική ζημία υπερβαίνει τις 120.000 ευρώ και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, οι οποίες φέρεται να τελέστηκαν στη Θεσσαλονίκη, τουλάχιστον από το 2018.
Υπενθυμίζεται ότι το πολυμελές αυτό κύκλωμα, που εξαπατούσε εταιρείες σε διάφορες περιοχές της χώρας, αποδομήθηκε τον Ιούνιο του 2022, έπειτα από πολύμηνη έρευνα της Διεύθυνσης Ασφάλειας Θεσσαλονίκης και συγκεκριμένα του Τμήματος Προστασίας Περιουσιακών Δικαιωμάτων, σε συνεργασία με την Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και Εμπορίας Ανθρώπων.
Τότε είχαν ταυτοποιηθεί τα στοιχεία 29 μελών του, ηλικίας 29 έως 65 ετών.
Όπως προέκυψε, οι διευθύνοντες την εγκληματική αυτή οργάνωση (τρία ηγετικά στελέχη), ίδρυσαν συνολικά εννέα εταιρείες – μορφώματα (Μονοπρόσωπες Ιδιωτικές Κεφαλαιουχικές Εταιρείες – Μ.Ι.Κ.Ε.) σε ονόματα μελών της ή χρησιμοποίησαν τέσσερις προϋπάρχουσες εταιρείες και ενοικίαζαν αποθηκευτικούς χώρους και γραφεία προκειμένου να προσδίδουν κύρος και να δημιουργείται η εικόνα υγιών εταιρειών.
Στη συνέχεια, παρουσιάζονταν ψευδώς ως φερέγγυες στις οικονομικές τους συναλλαγές από μέλη της εγκληματικής οργάνωσης με άριστη γνώση της επικρατούσας κατάστασης στην αγορά και τον χώρο του εμπορίου και με τον τρόπο αυτόν δημιουργούσαν την πλασματική αίσθηση ύπαρξης ασφαλών συνθηκών και συναλλακτικών όρων και έπειθαν τις παθούσες επιχειρήσεις να έρθουν σε συναλλαγή μαζί τους.
Έπειτα, είτε με τη χρήση μεταχρονολογημένων επιταγών, που κατά την ημέρα πληρωμής τους αποδείχθηκαν ακάλυπτες, είτε με την κατάρτιση και χρήση πλαστών τραπεζικών αποδεικτικών κατάθεσης χρηματικών εμβασμάτων, είτε με τη διαβεβαίωση πληρωμής της αξίας των εμπορευμάτων που απέσπασαν σε επόμενες παραγγελίες – παραλαβές εμπορευμάτων που θα ακολουθούσαν, αποσπούσαν από άλλες επιχειρήσεις τα προϊόντα τους, χωρίς να καταβάλλουν το αντίτιμο, τα οποία στη συνέχεια πωλούσαν σε ελκυστικές – χαμηλότερες τιμές σε τρίτους.
Όταν αποκαλύπτονταν η παράνομη δραστηριότητά τους, την περίοδο εμφάνισης των επιταγών προς πληρωμή, όπου αποδεικνυόταν ότι αυτές ήταν ακάλυπτες, οι δράστες εγκατέλειπαν τους χώρους – γραφεία που είχαν ενοικιάσει για τη λειτουργία τους. Με την παραλαβή των εμπορευμάτων από τις παθούσες εταιρείες, αυτά μεταφέρονταν σε άλλους αποθηκευτικούς χώρους ή προς πώληση σε τρίτους αγοραστές, με τη χρήση παραστατικών – δελτίων αποστολής άλλων εταιρειών Μ.Ι.Κ.Ε. που εξυπηρετούσαν τους σκοπούς της εν λόγω εγκληματικής οργάνωσης, με αποτέλεσμα να καθίσταται δυσχερής ο εντοπισμός των εμπορευμάτων που είχαν αποσπάσει.
Με τη μεθοδολογία αυτή, κατά το χρονικό διάστημα από τον Φεβρουάριο του 2018 έως και τουλάχιστον τον Νοέμβριο του 2021, η εγκληματική αυτή οργάνωση απέσπασε εμπορικά προϊόντα (κυρίως τρόφιμα και ποτά) από 33 επιχειρήσεις και χρηματικό ποσό από άλλη μία επιχείρηση, με το συνολικό παράνομο περιουσιακό όφελος που αποκόμισε να ανέρχεται σε 2.653.163,42 ευρώ.