Ενα περίεργο κλίμα επικρατεί αυτή τη στιγμή στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Οι μετοχές πάνε καλύτερα, ειδικά στη Wall Street, με τον δείκτη S&P 500 να ενισχύεται, είναι αλήθεια, από τον τεχνολογικό τομέα, όπως η Nvidia.
Οι επενδυτές, όσο διστακτικοί κι αν είναι, βλέπουν την είσοδο του S&P σε bull market, δηλαδή την άνοδο των δεικτών κατά 20% από το χαμηλό των τελευταίων 52 εβδομάδων. Ο S&P 500 έκλεισε την προηγούμενη εβδομάδα με άνοδο 20% σε σχέση με το χαμηλό της 12ης Οκτωβρίου. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που βλέπουν τον S&P στις 4.500 μονάδες στο τέλος του χρόνου και αναρωτιούνται αν δεν πρέπει να αναληφθεί λίγο περισσότερο ρίσκο.
Ο S&P 500 συνέχισε και χθες την ανοδική πορεία, καταγράφοντας αύξηση σχεδόν 12% σε τρεις μήνες. Σε σύγκριση με την ιστορική κορύφωσή του στα τέλη του 2021, ο δείκτης έχει χάσει μόνο 10%, ενώ η αμερικανική κεντρική τράπεζα έχει ήδη προβεί σε 11 διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων από την άνοιξη του 2022 για να τα φέρει μεταξύ 5 και 5,25%- στο υψηλότερο επίπεδο από το 2006.
Οι αγορές συνεχίζουν να ανεβαίνουν εν αναμονή των ανακοινώσεων για τα επιτόκια από την Fed αύριο και την ΕΚΤ την Πέμπτη. Ωστόσο, η αβεβαιότητα παραμένει μετά την απροσδόκητη ανακοίνωση για αύξηση των βασικών επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες του Καναδά και της Αυστραλίας.
Το πρόβλημα του τραπεζικού δανεισμού
Ο Φρεντερίκ Ρολάν, σύμβουλος επενδυτικής στρατηγικής στην Pictet Asset Management. «Οταν ο τραπεζικός δανεισμός είναι σχεδόν στάσιμος στις Ηνωμένες Πολιτείες, η πιθανότητα μιας σταθερής οικονομικής ανάκαμψης είναι πολύ χαμηλή. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο αναμένουμε ανάπτυξη κοντά στο μηδέν στις Ηνωμένες Πολιτείες για αρκετά τρίμηνα».
Στην Ευρώπη, τα χρηματιστήρια είναι πιο επιφυλακτικά, αλλά οι βασικοί δείκτες παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, παρά τις μέτριες προοπτικές ανάπτυξης.
Η αγορά αναμένει αύξηση των βασικών επιτοκίων της ευρωζώνης κατά 25 μονάδες βάσης στη συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, την Πέμπτη. Κάποιοι αναλυτές δεν αποκλείουν επίσης το ίδιο σενάριο τον Ιούλιο, αν και το πιθανότερο είναι να μπει φρένο στις αυξήσεις και να εξεταστεί η κατάσταση στη σύνοδο του Σεπτεμβρίου. Ο πληθωρισμός εξακολουθεί να είναι επίμονος στη ζώνη του ευρώ και η ΕΚΤ ξεκίνησε με καθυστέρηση στην πολιτική της για αύξηση των επιτοκίων.
Ύφεση στις ΗΠΑ στο τέλος του χρόνου
Η φαινομενική αντίσταση των αγορών βασίζεται ουσιαστικά στην ανθεκτικότητα της αμερικανικής οικονομίας, η οποία βασίζεται εν μέρει στη χρηματοδότηση της κατανάλωσης από το τεράστιο πλεόνασμα αποταμίευσης που συσσωρεύτηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Αλλά αυτό το αποθεματικό εξαντλείται γρήγορα – περισσότερα από τα μισά από τα 2,6 τρισεκατομμύρια δολάρια που συγκεντρώθηκαν έχουν καταναλωθεί – και ο τραπεζικός δανεισμός είναι πολύ περιορισμένος, για να αναπληρώσει τα χαμένα.
Σε αυτό το πλαίσιο, μια ύφεση θα μπορούσε γρήγορα να εμφανιστεί στο τέλος της χρονιάς ή στις αρχές του επόμενου έτους. Αλλά δεν έχει σημασία, οι αγορές έχουν ενσωματώσει την ιδέα ότι οι κεντρικές τράπεζες θα είναι έτοιμες να παρέμβουν εισάγοντας ξανά ρευστότητα με τον παραμικρό συναγερμό. Με αυτό το στοίχημα οι μετοχές καταφέρνουν να συντηρηθούν.
Δεν υπάρχουν ελπίδες από την Κίνα
Αυτή τη φορά πάντως, τα χρηματιστήρια δεν μπορούν να ελπίζουν ότι η Κίνα θα παίξει τον ρόλο του εφεδρικού τροχού για την παγκόσμια ανάπτυξη. Τώρα έχει μια ατζέντα που είναι περισσότερο γεωπολιτική παρά οικονομική.
Η Κίνα αντιμετωπίζει μια μακρά ύφεση της οικονομίας της λόγω μιας μακροχρόνιας κρίσης ακινήτων, λέει η αμερικανική τράπεζα Goldman Sachs. Η αγορά ακινήτων αντιπροσωπεύει το 30% του ΑΕΠ στην Κίνα και επομένως είναι κεντρική για την ανάπτυξη της οικονομίας της χώρας.Οι αναλυτές του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος αναμένουν ότι η αγορά ακινήτων στην Κίνα πιθανότατα θα βιώσει μόνο ανάκαμψη σε σχήμα L τα επόμενα χρόνια, κάτι που θα είχε αρνητικό αντίκτυπο στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο.
Οι οικονομολόγοι του Citi Group αναμένουν από το Πεκίνο να ανακοινώσει ένα νέο πακέτο μέτρων ως το τέλος του μήνα και να τα υιοθετήσει στη συνεδρίαση του Κεντρικού Συμβουλίου του Ιουλίου για να στηρίξει την αγορά ακινήτων. Στόχος είναι η χαλάρωση των πιστωτικών όρων για τους αγοραστές νέων κτιρίων και η αναβάθμιση των υφιστάμενων ακινήτων, η περαιτέρω μείωση των επιτοκίων των στεγαστικών δανείων και των δεικτών μετοχών και περαιτέρω χαλάρωση των περιορισμών στις αγορές ακινήτων.
Το πρόβλημα της κινεζικής οικονομίας είναι επίσης και η έλλειψη εγχώριας ζήτησης. Μάταια το κράτος προσπαθεί να πείσει τον κόσμο να καταναλώσει περισσότερο, με αποτέλεσμα η κινεζική οικονομία να μην βγαίνει από την κρίση. Μισό χρόνο μετά το τέλος της καταστροφικής πολιτικής μηδενικού Covid, η ανεργία αυξάνεται. Οι απόφοιτοι πανεπιστημίου, των οποίων ο αριθμός ξεπερνά τον αριθμό των γεννήσεων για πρώτη φορά, θα πρέπει να θάψουν τα όνειρά τους για κοινωνική ανέλιξη. Πάνω από ένας στους πέντε Κινέζους, ηλικίας 16 έως 24 ετών είναι άνεργος.
Πριν από 10 χρόνια, ο κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ είχε ζητήσει από τους νέους να προχωρήσουν τη σταδιοδρομία τους με «μεγάλες φιλοδοξίες» και να βοηθήσουν το έθνος να ευημερήσει με καινοτομίες . Τώρα απαιτεί από τη νέα γενιά να μάθει να «ζει με την πικρία». Όπως και ο ίδιος, που όπως έχει πεί-στα 15 του κουβαλούσε πέτρες και κοιμότανε σε μια σπηλιά για επτά χρόνια…