Skip to main content

Παρενόχληση και σεξουαλική παρενόχληση στην εργασία: Ειδική έκθεση από τον Συνήγορο του Πολίτη

«Ζητούμενο είναι να οδηγηθούμε σταδιακά σε αλλαγή αντιλήψεων και συμπεριφορών και να μην υπάρχει ανοχή στην κουλτούρα των διακρίσεων και της παρενοχλητικής συμπεριφοράς».

Ειδική έκθεση με θέμα «Η παρενόχληση και η σεξουαλική παρενόχληση στην εργασία» συνέταξε ο Συνήγορος του Πολίτη. Αποτελεί μία σύντομη καταγραφή των ευρημάτων από τις υποθέσεις που χειρίστηκε την περίοδο 2011-2022.

Προσφέρει στον αναγνώστη μία ευρεία επισκόπηση του θεσμικού πλαισίου, εθνικού, ευρωπαϊκού και διεθνούς, για την αποτροπή αλλά και τη διερεύνηση περιστατικών παρενόχλησης και σεξουαλικής παρενόχλησης, όπως και την επιβολήαποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων. Ειδικά στο ελληνικόπλαίσιο, καταλυτική αναμένεται η επίδραση του Ν. 4808/2021, με τον οποίο εισάγεται,πλέον, ένα συνεκτικό νομικό πλαίσιο, με διευρυμένο πεδίο προστασίας, για τηναντιμετώπιση της παρενόχλησης, τουλάχιστον στον ιδιωτικό τομέα.

Παράλληλα, τυποποιεί τα χαρακτηριστικά της φυσιογνωμίας καταγγελλόμενων και καταγγελλόντων, αναδεικνύει ομοιότητες και διαφορές στα περιστατικά παρενόχλησης και σεξουαλικής παρενόχλησης στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα, σταχυολογεί τα βασικά προβλήματα στη διερεύνηση των περιστατικών και εισηγείται μέτρα και εργαλεία για την ακόμη αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση σχετικών περιστατικών.

Από τις υποθέσεις σεξουαλικής παρενόχλησης που εξέτασε ο Συνήγορος του Πολίτη, προκύπτει, μεταξύ άλλων, το συμπέρασμα ότι, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, το πρόσωπο που προβαίνει σε πράξεις σεξουαλικής παρενόχλησης στον χώρο εργασίας ασκεί εργοδοτικές εξουσίες και κατέχει σημαντική θέση στην επιχείρηση. Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται κυρίως στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα.

Αλλά και στο Δημόσιο, συχνά πρόκειται για πρόσωπο που κατέχει κάποια θέση στην ιεραρχία. Ο παρενοχλών εκμεταλλεύεται το γεγονός ότι βρίσκεται σε θέση ισχύος σε σύγκριση με τον παρενοχλούμενο, τον οποίο αντιλαμβάνεται ως υποκείμενο στην εξουσία του για διάφορους λόγους. Σχεδόν πάντα μεταξύ των δύο αυτών προσώπων υπάρχει κάποια ιεραρχική σχέση τυπική ή άτυπη. Στην περίπτωση κατά την οποία ο παρενοχλών δεν είναι τυπικά ιεραρχικά ανώτερος, συχνά είναι πρόσωπο που ανήκει στο στενό περιβάλλον του εργοδότη ή πρόσωπο\ που περιβάλλεται με ιδιαίτερη εμπιστοσύνη από τον εργοδότη.

Στις μεγάλες επιχειρήσεις, συχνά υπάρχουν μηχανισμοί ελέγχου και αξιολόγησης της απασχόλησης, επειδή ο εργοδότης δεν είναι σε θέση να εποπτεύει ο ίδιος την εκτέλεση των εργασιών, λόγω του μεγάλου αριθμού των εργαζομένων. Αρκετά συχνά, σε τέτοιες\ επιχειρήσεις, ήδη πριν τη θέσπιση του Ν. 4808/2021, είχαν εισαχθεί κώδικες δεοντολογίας των εργαζομένων και διοργανώνονταν εκπαιδευτικά σεμινάρια για την ομαλή συνεργασία των εργαζομένων, κατά το πρότυπο πρακτικών που ακολουθούνται σε άλλες χώρες. Τα παραπάνω έχουν ως στόχο, κατ’ αρχήν, να αποτραπούν περιστατικά παρενόχλησης μεταξύ εργαζομένων, ώστε να λειτουργεί εύρυθμα η επιχείρηση. Όμως, και στις μεγάλες επιχειρήσεις υπάρχουν περιπτώσεις όπου πρόσωπα με υψηλή θέση στην ιεραρχία παρενοχλούν εργαζόμενους που βρίσκονται σε ιεραρχικά κατώτερο επίπεδο. Η εμπειρία του Συνηγόρου από σχετικές υποθέσεις δείχνει ότι αρκετές φορές οι μεγάλες επιχειρήσεις, όταν τους γνωστοποιηθεί κάποια σχετική καταγγελία, λαμβάνουν κάποια άμεσα μέτρα, πχ. διαχωρίζοντας καταγγέλλοντα και καταγγελλόμενο, αν βρίσκονται στον ίδιο εργασιακό χώρο. Από την άλλη πλευρά, υπήρξαν περιπτώσεις κατά τις οποίες η αντιμετώπιση της υπόθεσης από μέρους της μεγάλης επιχείρησης ήταν προς τελείως λάθος κατεύθυνση, πχ. επιχείρηση απέλυσε τόσο την καταγγέλλουσα όσο και τον καθ’ ου, μόλις ενημερώθηκε ότι υπήρξε καταγγελία για σεξουαλική παρενόχληση, χωρίς να εξετάσει καν την καταγγελία.

Στις μικρές επιχειρήσεις, όταν ο καταγγέλλων και ο καθ’ ου είναι συνάδελφοι, προκειμένου ο εργοδότης να τηρήσει την υποχρέωση πρόνοιας, θα πρέπει, κατ’ αρχάς, να εξετάσει όσο πιο ενδελεχώς μπορεί την καταγγελία και, στη συνέχεια να λάβει μέτρα για την προστασία της προσωπικότητας του καταγγέλλοντα (πχ. έγγραφη ή προφορική σύσταση στον καθ’ ου, απόφαση για τις συνέπειες που θα υπάρξουν, αν κριθεί ότι τα καταγγελθέντα έλαβαν χώρα κα). Η διερεύνηση των υποθέσεων του Συνηγόρου κατέδειξε ότι, συχνότατα, όταν αυτά συμβαίνουν, η διαφορά επιλύεται.

Ορισμένοι καταγγέλλοντες ανέφεραν ότι μολονότι δεν διεκδικούσαν οικονομικές αξιώσεις, ούτε ήθελαν να επιστρέψουν στην εργασία τους (αν είχαν απολυθεί), σκοπός της καταγγελίας τους ήταν να μη συμβεί το ίδιο και σε άλλα πρόσωπα που εργάζονταν στην επιχείρηση ή θα εργάζονταν μελλοντικά εκεί. Ασφαλώς, είναι και προς όφελος της εργοδοτικής πλευράς η δημιουργία και διατήρηση αρμονικού εργασιακού περιβάλλοντος, αφού αυτό λειτουργεί θετικά στην εύρυθμη λειτουργία της επιχείρησης, αλλά και στη βελτίωση της αποδοτικότητας των εργαζόμενων.

Από τις αναφορές που χειρίστηκε ο Συνήγορος και αφορούν επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα προκύπτει επίσης ότι, όταν το πρόσωπο που επιδείκνυε συμπεριφορά παρενόχλησης ήταν εργοδότης, πολύ συχνά, καταγγελλόταν, παράλληλα, και για άλλες παραβιάσεις της εργατικής αλλά και της ασφαλιστικής νομοθεσίας -οφειλή δεδουλευμένων, υπερωρίες που δεν  αμείβονταν, ανασφάλιστη εργασία κα. Η Αρχή εκτιμά ότι η ειδικότερη συζήτηση για την αντιμετώπιση της παρενόχλησης στον χώρο εργασίας, συνδέεται με το ευρύτερο πρόβλημα της παραβίασης των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας, το οποίο επιτείνεται σε περιόδους κρίσης, όπως καταδεικνύει η προηγηθείσα οικονομική κρίση στη χώρα μας, αλλά και προσφάτως οι επιπτώσεις της πανδημίας στην αγορά εργασίας.

Στον δημόσιο τομέα, ο οποίος είναι ιεραρχικά δομημένος, φαινόμενα σεξουαλικής παρενόχλησης επίσης συναρτώνται με την κατάχρηση εξουσίας, αλλά και με το γεγονός ότι τα πρόσωπα που κατέχουν θέσεις ευθύνης εκτιμούν ότι δεν θα μετακινηθούν από τη θέση τους ούτε θα τους αφαιρεθούν αρμοδιότητες. Όλα αυτά ισχύουν περισσότερο στις υποθέσεις διακριτικής μεταχείρισης λόγω φύλου, όταν ο παρενοχλών θεωρεί ότι εξαιτίας του φύλου του μπορεί να φέρεται δυσμενώς σε συναδέλφους του.

Εν κατακλείδι, ζητούμενο, σύμφωνα με τον Συνήγορο του Πολίτη, είναι να οδηγηθούμε σταδιακά σε αλλαγή αντιλήψεων και συμπεριφορών και να μην υπάρχει ανοχή στην κουλτούρα των διακρίσεων και της παρενοχλητικής συμπεριφοράς.