Γράφει ο Δημήτρης Κουρέτας,
Καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Σήμερα κανένας δεν αμφισβητεί την (άμεση και έμμεση) επίδραση των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων στην ανάπτυξη της ανταγωνιστικότητας περιφερειών και κρατών. Σε μία κοινωνία και οικονομία με όλο και περισσότερο εντονότερη την έννοια της γνώσης, τα πανεπιστήμια και οι φορείς του συστήματος έρευνας και καινοτομίας αποτελούν σημαντικούς ρυθμιστές. Η ομάδα των δραστηριοτήτων που έχουν μία άμεση, σχετικά απευθείας επίδραση στην κοινωνία είναι συνήθως γνωστή ως «η τρίτη πανεπιστημιακή αποστολή» (εκτός από αυτή που θα ήταν η κλασσική αποστολή της εκπαίδευσης σε διαφορετικούς τομείς γνώσης και η λειτουργία της επιστημονικής έρευνας). Παραδείγματα μπορούν να αναφερθούν σε μία πλειάδα τομέων στους οποίους δημιουργείται σχέση ανάμεσα στο Πανεπιστήμιο και την κοινωνία η και την περιφέρεια, όπως οι πολιτικές υγείας και εκπαίδευσης, κοινωνικές υπηρεσίες και πολιτικές, περιβαλλοντική και ενεργειακή πολιτική, περιφερειακός σχεδιασμός, πολιτισμική παραγωγή και διαχείριση, ανάπτυξη των δημόσιων υποδομών.
Η παγκοσμιοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης έχει επίσης συμβάλει και σε άλλες οπτικές του Πανεπιστημίου που βασίζονται σε νέα συλλογικά προβλήματα. Τα προβλήματα της ισορροπίας βορρά-νότου, οι συνέπειες της μαζικής μετανάστευσης, η κλιματική αλλαγή και οι ενεργειακές απαιτήσεις είναι μερικά από τα στοιχεία της σημερινής κοινωνίας, στα οποία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο το Πανεπιστήμιο.
Η απελευθέρωση της ανώτατης εκπαίδευσης, η πρόσβαση στο Πανεπιστήμιο από λιγότερο προνομιούχα κοινωνικά στρώματα και η αυξανόμενη ανάγκη για επιστημονική διάκριση σε ένα γενικό πλαίσιο είναι μερικά από τα νέα κεντρικά σημεία.
Για αυτό ακριβώς το λόγο τα πιο προηγμένα Ευρωπαϊκά πανεπιστήμια έχουν αναπτύξει ένα παράδειγμα της τρίτης αποστολής που βασίζεται σε δύο γενικούς στόχους:
Πρώτον, τη θεσμική κοινωνική ευθύνη του Πανεπιστημίου και δεύτερον τη δέσμευση για την μετατροπή της γνώσης σε οικονομική αξία που επηρεάζει την ανάπτυξη της ανταγωνιστικότητας και διευκολύνει την καινοτομία, τη δημιουργικότητα και την πολιτιστική, επιστημονική και τεχνολογική ανάπτυξη.
Η τρίτη αποστολή μπορεί να αναλυθεί, σε επτά κατηγορίες που μπορούν να έχουν διαβαθμίσεις.
Οι κατηγορίες έχουν ως εξής:
1. Ανθρώπινο κεφάλαιο και απασχόληση απόφοιτων και διδακτόρων . Ενσωμάτωση απόφοιτων και διδακτόρων στον κοινωνικό και οικονομικό και ιστό.
2. Πνευματική ιδιοκτησία. Η μεταφορά γνώσης και τεχνολογίας που έχει προηγουμένως προστατευθεί από τη διαχείριση βιομηχανικής ιδιοκτησίας.
3. Ενίσχυση της επιχειρηματικότητας. Η ενίσχυση του επιχειρηματικού ιστού με βάση τη δημιουργία spin-off εταιριών με βάση τα αποτελέσματα έρευνας ακαδημαϊκών ομάδων.
4. Συμβόλαια με εταιρίες και βιομηχανίες σε περιοχές τεχνολογικής έρευνας και ανάπτυξης.
5. Συμβόλαια, συμφωνίες, συμβάσεις με μη κερδοσκοπικά ιδρύματα ή φορείς σε θέματα δημόσιου ενδιαφέροντος.
6. Σχεδιασμός, ανάπτυξη και αξιολόγηση δημόσιων πολιτικών. Συμμετοχή του προσωπικού του Πανεπιστημίου για την ανάλυση των κοινωνικών προβλημάτων και το σχεδιασμό, εφαρμογή και αξιολόγηση της δημόσιας πολιτικής διαφορετικών κυβερνητικών επιπέδων.
7. Ενίσχυση της πολιτισμικής και κοινωνικής ζωής. Συμμετοχή σε δραστηριότητες ή προγράμματα πολιτιστικής και κοινωνικής φύσης. Ενίσχυση της δημόσιας κατανόησης της επιστήμης. Αλληλεπίδραση με την κοινωνία και επιστημονική και πολιτισμική επικοινωνία και διάδοση.
Τα πανεπιστήμια πρέπει να ξεπεράσουν την εσωστρέφειά τους, και να συνειδητοποιήσουν ότι , το κενό που αφήνει το δημόσιο πανεπιστήμιο αναγκαστικά θα το καλύψει κάποιος άλλος. Τα σχόλια του τύπου , ‘βάλλεται το δημόσιο πανεπιστήμιο’ πρέπει να τα πολεμήσουν οι ίδιοι οι πανεπιστημιακοί με αναπτυξιακές πράξεις. Πρέπει επιτέλους οι έρευνες να μην μένουν στα συρτάρια μας, πρέπει τα ευρώ που πληρώνει από το υστέρημα ο πολίτης να πιάνουν τόπο. Δηλαδή να μεταφράζονται σε θέσεις εργασίας και όχι σε άχρηστους τίτλους για τη δεδομένη χώρα. Όσοι γράφουν ότι το πανεπιστήμιο δεν πρέπει να έχει σχέση με την αγορά, δεν ξέρω τι θα λένε στους φοιτητές; Ότι θα διοριστούν στο δημόσιος; Σήμερα; Έχουμε ένα παγκόσμιο ρεκόρ. Παίρνουμε το 0,6% του ΑΕΠ για έρευνα και δίνουμε πίσω μόνο το 1/5 από αυτό για ανάπτυξη στη χώρα. Συνήθως τα πανεπιστήμια της Ευρώπης δίνουν δέκα φορές παραπάνω.
Εδώ βρισκόμαστε σήμερα. Τα ψέματα τέλειωσαν. Καιρός να αλλάξουμε. Όσοι πανεπιστημιακοί θέλουν να συμβάλλουν να το κάνουν. Όσοι δεν μπορούν η δεν θέλουν θα πρέπει να εξηγήσουν το τι κάνουν για να δημιουργήσουν μια θέση εργασίας στη δεδομένη χώρα. Αλλιώς ας επιστρέψουν στα ιδεολογικά καταφύγια του 19ου αιώνα.