Είναι λογικό το ένα τμήμα Αγγλικής Φιλολογίας να έχει φοιτητές που έχουν υπερβεί τα τέσσερα χρόνια σπουδών όσους και αυτούς που φοιτούν κανονικά και το άλλο να έχει τριπλάσιους που καθυστερούν από τους κανονικούς; Είναι λογικό το ένα τμήμα Βιολογίας να έχει φοιτητές που καθυστερούν τους μισούς από τους κανονικούς και το άλλο να έχει διπλάσιους από τους κανονικούς;
Τα στοιχεία της ΕΛΛ.ΣΤΑΤ. δείχνουν ανησυχητικές διαφορές στο ποσοστό των φοιτητών που βρίσκονται πέραν των κανονικών εξαμήνων φοίτησης. Πρόκειται για στοιχεία της ΕΛΛ.ΣΤΑΤ. του 2020. Για να μιλάμε για φοιτητές που καθυστερούσαν το 2020 σημαίνει ότι αναφερόμαστε σε αυτούς που εισήχθησαν πριν το 2016.
Ξέρουμε ότι περίπου ένας στους τρεις φοιτητές εγκαταλείπουν τις σπουδές τους. Αυτό από μόνο του είναι εντυπωσιακό˙ αυτό που ξαφνιάζει είναι το γεγονός ότι έχουμε μεγάλη διαφορά στον αριθμό των φοιτητών που καθυστερούν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους σε αντίστοιχα τμήματα. Στον πίνακα συγκεντρώσαμε μερικά ενδεικτικά παραδείγματα˙ στη δεύτερη στήλη βλέπουμε τον αριθμό των φοιτητών στα κανονικά εξάμηνα, στην τρίτη στήλη όσους έχουν ξεπεράσει τα κανονικά εξάμηνα σπουδών και στην τέταρτη το ποσοστό των φοιτητών που έχουν ξεπεράσει τα κανονικά εξάμηνα ως προς τον αριθμό των φοιτητών που βρίσκονται στα κανονικά εξάμηνα.
Στο τμήμα Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας Αθήνας έχουμε τριπλάσιο αριθμό φοιτητών που καθυστερούν από όσους βρίσκονται στα κανονικά εξάμηνα, ενώ στο αντίστοιχο της Θεσσαλονίκης έχουμε περίπου τον ίδιο αριθμό αυτών που καθυστερούν με αυτούς που φοιτούν κανονικά. Πρόκειται για τμήματα αντίστοιχα με παρόμοιες βάσεις. Οι φοιτητές τους είναι ίδιου επιπέδου. Δε συγκρίνουμε, δηλαδή, τμήματα που το ένα έχει βάση 17.000 μόρια και το άλλο 10.000 μόρια, όπου εισάγονται φοιτητές με διαφορετικό επίπεδο και αναμενόμενο θα ήταν να καθυστερούν.
Στα τμήματα Βιολογίας έχουμε πολύ μεγάλη διακύμανση του ποσοστού αυτών που καθυστερούν ως προς τους κανονικούς φοιτητές. Από 52,32% στην Κρήτη, έως 199,82% στην Αθήνα με την Πάτρα στο 150% και τη Θεσσαλονίκη στο 114,81%. Η διαφορά της βάσης των τεσσάρων τμημάτων ήταν μικρότερη των 800 μορίων το 2022, που σημαίνει ότι οι μεγάλες διαφορές στην αποφοίτηση δεν οφείλονται σε διαφορά επιπέδου των φοιτητών, διότι δεν υπάρχει τέτοια διαφορά. Μάλιστα και οι φοιτητές που έρχονται με μετεγγραφή από τα τμήματα της περιφέρειας προς Αθήνα και Θεσσαλονίκη δεν έχουν καμία διαφορά μαθησιακού επιπέδου, λόγω της μικρής απόκλισης των βάσεων μεταξύ Αθήνας και Κρήτης, συνεπώς κανείς δεν μπορεί να πει ότι ήρθαν φοιτητές κατώτερου επιπέδου.
Στη Γαλλική Γλώσσα και Φιλολογία Αθήνας και Θεσσαλονίκης έχουμε παρόμοια εικόνα. 490,12% οι φοιτητές πέραν των κανονικών εξαμήνων στην Αθήνα 165,2% στη Θεσσαλονίκη. Στα τμήματα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών σε Αθήνα, Πειραιά και Θεσσαλονίκη έχουμε 139,78%, 128,62% και 77,3% αντίστοιχα.
Σε όλα τα Επιστημονικά Πεδία βλέπουμε την ίδια εικόνα. Στο τμήμα Μαθηματικών Αθήνας το ποσοστό όσων καθυστερούν είναι το 355,14% των φοιτητών στα κανονικά εξάμηνα σπουδών, ενώ στη Θεσσαλονίκη το 205,07. Τριπλάσιοι στην Αθήνα, διπλάσιοι στη Θεσσαλονίκη.
Η απίστευτη διαφορά, όμως, είναι στα τμήματα Φαρμακευτικής: Στην Αθήνα 130,1% το ποσοστό όσων καθυστερούν, στη Θεσσαλονίκη 20,98% και στην Πάτρα 60,03%. Οι βάσεις τους αντίστοιχα 17.910, 17.775 και 17.710 μόρια το 2022. Έχουμε δηλαδή και στα τρία τμήματα φοιτητές ίδιου επιπέδου και σχεδόν αριστούχους. Άρα η διαφορά δεν οφείλεται στο επίπεδο των φοιτητών, αφού είναι όλοι αριστούχοι. Στον πίνακα μπορείτε να δείτε και άλλα παραδείγματα.
Σε κάθε τμήμα υπήρχαν ανέκαθεν οι “δύσκολοι” καθηγητές. Ιδιαίτερα απαιτητικοί, γέμιζαν τα αμφιθέατρα στις εξεταστικές περιόδους και οι φοιτητές έλεγαν αν περάσεις το μάθημα του τάδε και του τάδε πήρες πτυχίο. Πιστεύω ότι οι διαφορετικές απαιτήσεις των καθηγητών από τους φοιτητές τους οδηγούν σ’ αυτές τις διαφορές. Φυσικά δεν λέω ότι πρέπει οι φοιτητές με το που φτάνουν στο τελευταίο έτος πρέπει να παίρνουν πτυχίο. Πρέπει όμως το κάθε τμήμα να το απασχολεί το ποσοστό των φοιτητών που καθυστερούν ή διακόπτουν τις σπουδές τους. Οι μεγάλες διαφορές που είδαμε από τμήμα σε τμήμα δείχνουν ότι μάλλον δεν θεωρείται πρόβλημα από τα τμήματα ή κι αν θεωρείται δεν έχει λυθεί.
Κι όμως θα έπρεπε να το ψάχνουν, να βρίσκουν τις αιτίες που οι φοιτητές καθυστερούν ή εγκαταλείπουν και να προσπαθούν να λύνουν τις δυσλειτουργίες, διότι δυσλειτουργίες στα τμήματα φανερώνουν τα πολύ μεγάλα ποσοστά φοιτητών που καθυστερούν να πάρουν το πτυχίο τους ή εγκαταλείπουν. Ένα από τα προβλήματα που έχουν τα Πανεπιστήμιά μας είναι ότι αν κάποιος φοιτητής δεν περνάει τα μαθήματά του ή έχει σχεδόν εγκαταλείψει τις σπουδές του κανείς δεν θα ασχοληθεί μαζί του, να βρει το πρόβλημα που έχει ο φοιτητής και, αν μπορεί, να τον βοηθήσει να το ξεπεράσει και να προχωρήσει τις σπουδές του.
Θα μου αντιτείνει κάποιος ότι οι ελλείψεις προσωπικού είναι πολύ μεγάλες˙ η αναλογία καθηγητών προς φοιτητές είναι 1:44, η μεγαλύτερη στην Ευρώπη. Πράγματι οι ελλείψεις είναι μεγάλες, η υποχρηματοδότηση συνεχής πολλά χρόνια τώρα, αλλά πρέπει να μάθουμε να ζούμε και να εργαζόμαστε μ’ αυτήν, αφού δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι. Η αναλογία 1:44 δεν είναι, βέβαια, η πραγματική διότι περιλαμβάνει και αυτούς που έχουν διακόψει τις σπουδές τους. Το κάθε τμήμα, από όσα έχουν το πρόβλημα, θα πρέπει να σκύψει να δει και να αντιμετωπίσει το πρόβλημα.
Είναι δική του υπόθεση αποκλειστικά. Τα προβλήματα θα πρέπει να λύνονται και, φυσικά, δεν αποτελεί λύση απλά η θέσπιση του ορίου ν+2 για την ολοκλήρωση των σπουδών. Σωστό είναι το ν+2 όταν έχει εξασφαλιστεί η λογική λειτουργία των τμημάτων, όταν δεν έχει εξασφαλιστεί, όπως είδαμε στα παραδείγματα, τότε είναι απλά μία λάθος απόφαση.
Πηγή: ΕΛΛΣΤΑΤ Μελέτη: Στράτος Στρατηγάκης
www.stadiodromia.gr.