Skip to main content

Σκιώδης εργασία: Πώς οι πολίτες «καπελώθηκαν» με απλήρωτη δουλειά που μέχρι πρότινος έκαναν εργαζόμενοι

Mυριάδες εργασίες που κάποτε γίνονταν από εργαζόμενους, και πλέον επιβαρύνουν τους πολίτες κυρίως με τη βοήθεια ψηφιακών συσκευών.

Η σκιώδης εργασία είναι ένας όρος που επινοήθηκε από τον Αυστριακό κοινωνιολόγο Ιβάν Ίλιτς  το 1981, για να περιγράψει την απλήρωτη εργασία όπως η μητρότητα και η οικιακή φροντίδα, θέματα για τα οποία χύθηκε πολύ μελάνι. Πρόσφατα όμως, κυρίως κατά τη διάρκεια της πανδημίας αλλά και μετά, ο όρος  άλλαξε νόημα. Πλέον συμπεριλαμβάνει την εργασία που  οι εταιρείες  μετακύλισαν στους ίδιους τους πελάτες τους, μέσω της τεχνολογίας.

Ο υπολογισμός του πλήρους οικονομικού  αντίκτυπου της σκιώδους εργασίας θα μπορούσε να  βοηθήσει να κατανοήσουμε ζητήματα παραγωγικότητας και απασχόλησης, αναφέρουν οι Finacial Times, που επιχειρούν να αναλύσουν το φαινόμενο.

Στο βιβλίο του 2015 Shadow Work: The Unpaid, Unseen Jobs That Fill Your Day, ο  δημοσιογράφος  Κρεγκ Λάμπερτ ανέλυσε διεξοδικά τις μυριάδες εργασίες που κάποτε γίνονταν από εργαζόμενους, και πλέον επιβαρύνουν τους πολίτες κυρίως με τη βοήθεια ψηφιακών συσκευών.

Μιλάμε για τα πάντα: τις τραπεζικές συναλλαγές, τις κρατήσεις για ταξίδια, την παραγγελία φαγητού σε εστιατόρια , την πληρωμή κλήσεων για παράνομο παρκάρισμα την παρακολούθηση σχολικών επιδόσεων των παιδιών μας …

Αν και ούτε ο Λάμπερτ, ούτε εξειδικευμένες ομάδες όπως η στατιστική υπηρεσία του ΔΝΤ έχουν μια αξιόπιστη εκτίμηση του συνολικού όγκου της πρόσθετης εργασίας που αντιπροσωπεύουν αυτές οι εργασίες, είναι σαφώς πως η κατάσταση γιγαντώνεται.

Το φαινόμενο παίρνει ανησυχητικές διαστάσεις αν ληφθεί υπόψιν έρευνα που δείχνει ότι το ένα τέταρτο όλων των θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ θα επηρεαστεί σοβαρά από την αυτοματοποίηση μέχρι το 2030

“Απλώς εκπλήσσομαι με το πώς έχουμε ξεγελαστεί και ξοδεύουμε τον χρόνο μας για να τακτοποιούμε πράγματα που άλλοι άνθρωποι έκαναν για εμάς επι πληρωμή”, λέει ο Λάμπερτ.

Η περιγραφή της μιας Οδύσσειας

«Πρόσφατα, κατέβασα και χρησιμοποίησα αρκετές νέες εφαρμογές στο τηλέφωνό μου, προκειμένου να κάνω πράγματα όπως να πληρώνω καθηγητές,  να κανονίζω μαθήματα και να οργανώνω διακοπές στο εξωτερικό» διηγείται ο Λάμπερτ.

Στη συνέχεια, πέρασα ώρες σκιώδους εργασίας στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης. Από την προώθηση ιατρικών πληροφοριών στους παρόχους υγείας,  την υποβολή αιτήσεων ασφάλισης για μέλη της οικογένειάς μου,  την προσπάθεια να πληρωθώ τις σχετικές αποζημιώσεις ή να διορθώσω τα συχνά λάθη που γίνονται  την ώρα που η μία υπηρεσία πετάει το μπαλάκι στην άλλην.

Χαρακτηριστικά, σπατάλησα εξαιρετικά πολύ χρόνο, για να επιλύσω (ανεπιτυχώς) πρόβλημα για μια παραγγελία από πολυκατάστημα βομβαρδιζόμενος από πολλαπλά emails, μιλώντας χωρίς αποτέλεσμα σε chatbots και τηλεφωνικά κέντρα στο εξωτερικό, που υποσχόνταν ότι θα διορθωθεί το ζήτημα  τα πράγματα, αλλά δεν το έκαναν.

Τελικά παρέπεμψα το θέμα στην εταιρεία πιστωτικών καρτών μου, τη Visa, η οποία με τη σειρά της ζήτησε την εισαγωγή επιπλέον ψηφιακών πληροφοριών από εμένα.

«Μπουρμπουάρ στον…εαυτό μου»

Ένα επαγγελματικό ταξίδι απαιτούσε τη χρήση μιας -άγνωστης σε μένα- ταξιδιωτικής πλατφόρμας, η οποία απαιτούσε χρόνο και προσπάθεια για να μάθω να την χειρίζομαι.

Πέρασα από σκάνερ του αεροδρομίου το γεύμα που είχα μαζί μου, ενώ ρωτήθηκα αν ήθελα να αφήσω φιλοδώρημα (στον εαυτό μου;).

Με την πτήση να ειναι σε καθυστέρηση, πέρασα την ώρα μου σε καφετέρια όπου οι παραγγελίες έπρεπε να γίνουν μέσω iPad. Μετά από 30 λεπτά αναμονής για έναν latte, δεν μπόρεσα να βρω ούτε έναν υπάλληλο για να παραπονεθώ (ο τύπος δίπλα μου ισχυρίστηκε ότι περίμενε 40 λεπτά).

Τελικά επιβιβάστηκα χωρίς καφέ ή επιστροφή χρημάτων.

Αρνητική παρενέργεια για την οικονομία

Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι όλη αυτή η σκιώδης εργασία οδηγεί τις τιμές καταναλωτή σε χαμηλότερα επίπεδα. Ίσως. Είναι όμως παραγωγική για την οικονομία στο σύνολό της;

Πρέπει να αναρωτηθείτε. Έχει νόημα για μένα, να ξοδεύω αρκετές ώρες την εβδομάδα παλεύοντας με εργασίες που παλαιότερα γίνονταν πολύ καλύτερα από εργαζόμενους που είχαν ανάγκη να εργαστούν; Πρόκειται για ένα εύλογο ερώτημα.

Οικονομολόγοι, όπως ο Τζόζεφ Στίγκλιτς, έχουν αναφέρει τη σκιώδη εργασία ως αρνητική παρενέργεια ενός συστήματος αγοράς στο οποίο οι εταιρείες έχουν κίνητρο να μεταφέρουν το κόστος εργασίας στους πελάτες.

Ο Λάμπερτ επισημαίνει ότι μία από τις αρνητικές συνέπειες της σκιώδους εργασίας είναι η απώλεια θέσεων εργασίας στον τομέα των υπηρεσιών.

Μελέτη του Brookings το 2019 σημείωσε ότι οι νεότεροι σε ηλικία και μειονότητες κινδυνεύουν ιδιαίτερα από την σκιώδη εργασία. Εάν τα κράτη δεν βελτιώσουν την εκπαίδευσή τους ώστε να συμβαδίσουν με την τεχνολογία, πολλοί δεν θα μπορούν να βρουν δουλειά.

«Πολυτέλεια η ανθρώπινη επαφή»

Εν τω μεταξύ, σε μια ολοένα και περισσότερο αυτοματοποιημένη οικονομία, η ανθρώπινη επαφή γενικά έχει γίνει πολυτέλεια. Οι πραγματικά πλούσιοι άνθρωποι πληρώνουν για να κάνουν άλλοι τις σκιώδεις εργασίες γι’ αυτούς.

Και ναι, η τεχνολογία μπορεί να μειώσει τις “προστριβές “, αλλά αυτό εξαρτάται από το τι θεωρείται προστριβή. Μου θυμίζει την ιστορία που μου είπε η καθηγήτρια του ΜΙΤ Σέρι Τερκλ για μια εφαρμογή με αισθητήρες που ανέπτυξε συνάδελφός της,  η οποία επέτρεπε στους ακαδημαϊκούς να πηγαίνουν από τάξη σε τάξη χωρίς να χρειάζεται να συναντούν ανθρώπους που θα τους αποσπούσαν την προσοχή.

Ειναι σίγουρα μια απρόσωπη διαδικασία. Το συναισθηματικό κόστος της απομόνωσης από τους γύρω μας είναι δύσκολο να υπολογιστεί.

Αλλά η καταγραφή του οικονομικού κόστους της σκιώδους εργασίας θα ήταν ένα αξιόλογο έργο.

naftemporiki,gr