Skip to main content

Αθώος αλλά με «πληγωμένη» φήμη ο Τραμπ

Μετά την του αθώωσή του πέρυσι, οπότε και παραπέμφθηκε για πρώτη φορά σε δίκη στην Γερουσία για το σκάνδαλο με την Ουκρανία, ο Ντόναλντ Τραμπ είχε διοργανώσει ένα μεγάλο πάρτι στον Λευκό Οίκο στο οποίο συμμετείχαν πολιτικοί σύμμαχοι και μέλη της οικογένειάς του.

Χθες η Γερουσία των ΗΠΑ ψήφισε ξανά  την απαλλαγή του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ από την κατηγορία της υποκίνησης της εισβολής της 6ης Ιανουαρίου στο Καπιτώλιο. Η δεύτερη απαλλαγή από τις κατηγορίες που τον βάρυναν δεν αποτελεί το ίδιο χαρμόσυνο γεγονός με την πρώτη αθώωση, υποστηρίζουν σε άρθρο τους οι Financial Times.

Ο Τραμπ την γλίτωσε φθηνά από μια χαοτική ψηφοφορία για να επιτραπεί η κλήση μαρτύρων που τελικά δεν έγινε. Εφόσον καλούνταν μάρτυρες στη δίκη, η διαδικασία θα μπορούσε να οδηγήσει σε πολλές ακόμη ημέρες ενώ παράλληλα είναι πιθανό να καταγραφόταν σωρεία καταθέσεων εναντίον του.

Παρόλο όμως που ο Τραμπ μπορεί να χαίρεται επειδή δεν καταδικάστηκε για τον ρόλο του στις ταραχές και την εισβολή στο Καπιτώλιο, η πολιτική του εικόνα δέχτηκε το πιο σοβαρό πλήγμα.

Μερικές από τις αυστηρές κριτικές κατά του πρώην προέδρου προέρχονται από τους επτά Ρεπουμπλικανούς γερουσιαστές που ψήφισαν υπέρ της ενοχής του. Ακόμη και ο επικεφαλής των Ρεπουμπλικανών στη Γερουσία Μιτς Μακόνελ, ο οποίος αν και υποστήριξε πως μόνο οι εν ενεργεία πρόεδροι πρέπει να αντιμετωπίζουν κατηγορίες, δεν έκρυψε την επιθυμία του να τον δει έξω από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα ούτε την επιθυμία του πιθανώς να τον δει να αντιμετωπίζει ποινική δίωξη.

«Οι ενέργειες του πρώην προέδρου Τραμπ που προηγήθηκαν των ταραχών ήταν μια ντροπιαστική εγκατάλειψη καθήκοντος», δήλωσε ο Μακόνελ μετά την ψηφοφορία. «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο πρόεδρος Τραμπ είναι πρακτικά και ηθικά υπεύθυνος για την πρόκληση των γεγονότων εκείνης της ημέρας», πρόσθεσε.

Κολλημένος στο θέρετρό του στη Φλόριντα όπου μετακόμισε μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον Τζο Μπάιντεν, και δίχως πρόσβαση σε κάποια πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης, ο  Τραμπ εξέδωσε γραπτή δήλωση το Σάββατο για την αθώωσή του.

Όπως είπε, η δίκη στη Γερουσία ήταν άλλη μια φάση του «μεγαλύτερου κυνηγιού μαγισσών στην ιστορία της χώρας μας». «Ανυπομονώ να συνεχίσουμε το απίστευτο ταξίδι μας μαζί για να επιτύχουμε το αμερικανικό μεγαλείο για όλους τους ανθρώπους μας», πρόσθεσε.

Ο Τραμπ εξέταζε το ενδεχόμενο να διεκδικήσει ξανά την προεδρία το 2024. Φλέρταρε μάλιστα με το «λανσάρισμα» του προσωπικού του κινήματος ενώ επιθυμούσε να αναδειχθεί ως αυτός που κινεί τα νήματα στο κόμμα επηρεάζοντας τα πράγματα κατά  τη διάρκεια των εκλογών του 2022. Αυτές οι επιδιώξεις θόλωσαν, ωστόσο, έπειτα από τα γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων .

Το μεγαλύτερο μέρος των Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων παραμένει πιστό σε αυτόν και πολλοί Ρεπουμλπικανοί δεν θέλουν να τον επικρίνουν λόγω του φόβου της πολιτικής εκδίκησης. Ο Τραμπ όμως έχει πλέον να αγωνιστεί για μια εικόνα που έχει αμαυρωθεί και ένα αμφίβολο πολιτικό μέλλον.

«Η επίθεση στο Καπιτώλιο δεν αποτελεί καλή εξέλιξη για την υστεροφημία του. Είχε την ευκαιρία να βρεθεί σε μια πολύ ισχυρή θέση και να είναι ξανά υποψήφιος για πρόεδρος, όμως έκανε όλα όσα χρειάζεται για να χάσει κάποιος», σχολίασε ο Τζον Φίχερι, Ρεπουμπλικανός σύμβουλος στρατηγική. «Δεν νομίζω ότι σχεδίαζε με την ακροδεξιά οργάνωση  Proud Boys («Περήφανα αγόρια») να ανατρέψει την κυβέρνηση, αλλά τα σχόλιά του ήταν ανεύθυνα και ηλίθια», πρόσθεσε.

Μερικοί Ρεπουμπλικανοί έχουν ήδη τηρήσει τις αποστάσεις τους από τον πρώην πρόεδρο. Η Νίκκι Χάλεϋ, η πρεσβευτής των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Έθνη κατά τη διάρκεια της διοίκησης του Τραμπ και μία πιθανή υποψήφια για να διεκδικήσει την προεδρική θέση το 2024, σχολίασε  ότι  (ο Τραμπ) «είχε πέσει τόσο πολύ» που ενδέχεται να μην είναι καν στην κούρσα.  «Πρέπει να καταλάβει ότι μας απογοήτευσε», δήλωσε στο Politico. «Οδηγήθηκε σε ένα μονοπάτι που δεν έπρεπε να έχει πάει, και εμείς δεν πρέπει ούτε να τον ακολουθήσουμε, ούτε να τον ακούσουμε. Δεν μπορούμε να το αφήσουμε να συμβεί ξανά», συνέχισε.

Παρόλα αυτά ο Τραμπ απέχει ακόμα από το να γίνει πολιτικός παρίας. Σύμφωνα με δημοσκόπηση για λογαριασμό του CNBC, που πραγματοποιήθηκε αυτό το μήνα, το 54% των Αμερικανών θέλουν τον Τραμπ εκτός πολιτικής σκηνής. Το αντίστοιχο ποσοστό, ωστόσο, των Ρεπουμπλκιανών πέφτει στο 26%. Το υπόλοιπο 74% των Ρεπουμπλικανών επιθυμεί είτε ο Τραμπ να ηγηθεί του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, είτε να δημιουργήσει δικό του κόμμα, είτε να παραμείνει πολιτικά ενεργός.

«Νομίζω ότι γίνεται κατανοητό ότι αυτό που ακολούθησε την 6η Ιανουαρίου είναι ότι η εικόνα του Τραμπ επλήγη σημαντικά στην Ουάσινγκτον», ανέφερε  ο Ματ Τερίλ, σύμβουλος στρατηγικής. Όπως εξήγησε, χρηματοδότες, η εταιρική Αμερική και οι ψηφοφόροι της αμερικανικής πρωτεύουσας απέρριψαν τον Τραμπ μετά την εισβολή στο Καπιτώλιο. Ωστόσο, υπογράμμισε πως ο Τραμπ δεν είχε ποτέ «μεγάλη πέραση» στους αξιωματούχους και σε όσους διαθέτουν σημαντικές θέσεις. Αντίθετα, η δύναμη του Τραμπ είναι οι ψηφοφόροι οι οποίοι βρίσκονται ακόμα δυναμικά στο πλευρό του, τόνισε.  «Ο Τραμπ μπορεί ακόμα να έχει πολύ ισχυρή παρουσία στο μέλλον του Κόμματος», προέβλεψε ο Τέριλ.

Σύμφωνα με τον Φίχερι, όσο πιο μακριά από το Καπιτώλιο, τόσο μικρότερος είναι ο αντίκτυπος της κατηγορίας κατά του Τραμπ στους Ρεπουμπλικανούς ψηφοφόρους.

Μερικοί από τους πιο πιστούς συμμάχους του Τραμπ έχουν έρθει σε επαφή με τον πρώην πρόεδρο από τότε που απομακρύνθηκε από το αξίωμα, συμπεριλαμβανομένου του Κέβιν Μακάρθι, επικεφαλής της πλειοψηφίας των Ρεπουμπλικανών στη Βουλή των Αντιπροσώπων, ο οποίος πήγε να τον επισκεφτεί στο Μαρ-α-Λάγκο.

Ο Λίντσεϊ Γκράχαμ, γερουσιαστής της Νότιας Καρολίνας και συχνός συμπαίκτης του πρώην προέδρου στο γκολφ, δήλωσε στο Politico την Παρασκευή ότι σκοπεύει να δει τον Τραμπ για να τον παροτρύνει να είναι χρήσιμος, παρά επιβλαβής, για τον Ρεπουμπλικανικό σκοπό στις εκστρατείες που έρχονται. 

Ορισμένοι Ρεπουμπλικανοί στην Ουάσινγκτον αμφιβάλλουν ότι θα είναι σε θέση να υπαγορεύσουν την πολιτική συμπεριφορά του Τραμπ και επομενως η απόφαση για τη συμμετοχή του, ή όχι, θα είναι εξ ολοκλήρου δική του. 

Ωστόσο, η Λάρα Μπράουν, διευθύντρια στο Graduate School of Political Management  (GSPM) στο Πανεπιστήμιο Τζορτζ Ουάσινγκτον, δήλωσε ότι η πολιτική δύναμη του Τραμπ είναι πιθανό να συνεχίσει να χάνει δυναμική.

naftemporiki.gr με πληροφορίες από FT