Από την εποχή της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, του κινήματος Occupy Wall Street και της κοινωνικής οργής κατά των τραπεζών που διασώζονταν με κρατικό χρήμα δεν έχουν περάσει πολύ περισσότερα από δέκα χρόνια.
Αυτά τα δέκα χρόνια όμως αποδείχθηκαν υπεραρκετά για να οδηγήσουν τις μεγάλες τράπεζες της Wall Street όχι μόνον σε θεαματική ανάκαμψη, αλλά και σε ιλιγγιώδη κερδοφορία που, σύμφωνα με το Bloomberg, αγγίζει το 1 τρισ. δολάρια: Αυτό είναι το ποσό-ρεκόρ των κερδών -και όχι απλώς του τζίρου- που πέτυχαν την τελευταία δεκαετία οι έξι μεγαλύτερες αμερικανικές τράπεζες, οι JPMorgan, Bank of America, Wells Fargo, Citigroup, Goldman Sachs και Morgan Stanley. Για την ακρίβεια, τα στοιχεία του Bloomberg δείχνουν ότι τα συνολικά κέρδη των «έξι» της Wall Street βρίσκονται ακριβώς στο ιστορικό ορόσημο του 1 τρισ. σήμερα κι εάν δεν το ξεπεράσουν μέχρι το τέλος του 2022 θα το ξεπεράσουν οπωσδήποτε στο πρώτο τρίμηνο του 2023.
Η επίδοση αυτή καθιστά τις αμερικανικές τράπεζες μακράν τις μεγάλες πρωταγωνίστριες της Wall Street την τελευταία δεκαετία, καθώς είναι ελάχιστες οι αμερικανικές επιχειρήσεις, από οποιονδήποτε άλλον κλάδο, που τις ξεπερνούν σε κερδοφορία.
Οι αιτίες
Αναζητώντας τις αιτίες που οδήγησαν σ’ αυτό το εντυπωσιακό rebound μετά τη μεγάλη κρίση το Bloomberg επισημαίνει κυρίως τρεις παράγοντες – τη μεταβλητότητα στις αγορές που ενίσχυσε το trading στη Wall Street, το κύμα των συγχωνεύσεων, εξαγορών και των επιχειρηματικών deals που απέφεραν υψηλά οφέλη στις τράπεζες, αλλά και τον «καταλύτη Τραμπ»: Επί προεδρίας του Ντόναλντ Τραμπ η φορολόγηση των τραπεζών μειώθηκε θεαματικά, γεγονός που οδήγησε σε κατακόρυφη αύξηση των κερδών τους.
Το πιο εντυπωσιακό όμως στοιχείο, κατά την ίδια ανάλυση, ίσως δεν είναι αυτά καθαυτά τα κέρδη τους αλλά η αντοχή και η ταχύτητα με την οποία οι μεγάλες τράπεζες της Wall Street ξεπέρασαν την κρίση και μια σαρωτική δίνη σκανδάλων. Πρόκειται για σκάνδαλα τα οποία πλήρωσαν πολύ ακριβά, αλλά εν τέλει δεν τις έκαμψαν: Ενδεικτικά, μόνον η Bank of America έδωσε το 2014 16,4 δισ. δολάρια για να πετύχει εξωδικαστικό συμβιβασμό σε υπόθεση κακών πρακτικών κατά την κρίση των ενυπόθηκων δανείων, ενώ για αντίστοιχη υπόθεση η JPMorgan είχε καταβάλει 13 δισ. δολάρια.