Με όσο κουράγιο τούς έχει απομείνει από τον χαμό των θυμάτων στη φονική πυρκαγιά στο Μάτι, οι συγγενείς τους καταθέτουν για τις στιγμές φρίκης που πέρασαν.
Η κόρη του Δημήτρη Τουρναβίτη, ο οποίος βρήκε τραγικό θάνατο με τη σύζυγό του, ηθοποιό Χρύσα Σπηλιώτη, συναισθηματικά φορτισμένη κατέθεσε στο δικαστήριο:
«Ήταν μέρα που η πολιτεία κοίταξε το δέντρο στην Κινέτα και χάθηκε το δάσος των ψυχών στο Μάτι. Αρχικά ακούσαμε για το Νταού και αρχίσαμε να ανησυχούμε για τους συγγενείς μας. Ήταν πολύ κοντά στο να φτάσουν στη θάλασσα. Δεν υπήρχε συντονισμός, δεν τους είπε κανείς τίποτα» κατέθεσε η Αλίκη Τουρναβίτη.
«Μας άφησαν να καούμε…»
Η Δέσποινα Ζαφειρίου υποβασταζόμενη περιέγραψε τις προσπάθειες που έκανε για να σώσει τη ζωή του συζύγου της, όταν εγκλωβίστηκαν στο αυτοκίνητό τους.
«Ακινητοποιηθήκαμε. Ανοίγω την πόρτα όπως είμαστε σταματημένοι και βγαίνω. Ο άνδρας μου κολλάει πάνω στο τιμόνι. Τον έβγαλα στα χέρια, τον έπιασα από τη ζώνη. Γονάτισα και τον τράβηξα. Δεν μπορούσε να πατήσει, ούτε να στρίψει, ήταν καμένος. Του έριχνα νερό με το λάστιχο. Κατά διαστήματα δεν είχε τις αισθήσεις του. Όταν τις ανακτούσε, φώναζε “φύγε να σε βρουν, εγώ θα πεθάνω”. “Δε φεύγω” του έλεγα» ανέφερε η μάρτυρας και συνέχισε την κατάθεσή της: «Δεν μπορούσε να κουνήσει ούτε τα χέρια, ούτε τα πόδια του. Ούτε ασθενοφόρο ήρθε, ούτε πέρασε αεροπλάνο, ούτε μας ειδοποίησαν ότι έπιασε φωτιά. Μετά, κατά τις 11 παρά, ένας φίλος άκουσε τη φωνή μου και μου φωνάζει “μην κουνηθείς, έρχομαι”. Πού να κουνηθώ εγώ, έκαιγε η φωτιά. Μας άφησαν να καούμε. Δεν υπήρχε τίποτα. Τα κλαδιά δεν τα είχαν καθαρίσει, επανειλημμένως φωνάζαμε στον δήμο».
Όλοι οι μάρτυρες κατέθεσαν στο δικαστήριο ότι δεν είχαν βοήθεια από κανέναν. Όπως είπαν, δεν είδαν να πετούν εναέρια μέσα, δεν υπήρχαν περιπολικά για να τους κατευθύνουν πού θα πάνε, δεν ήχησαν ποτέ οι σειρήνες και δεν υπήρχαν πυροσβεστικά μέσα.
«Νόμιζα ότι ήταν ξύλα που καιγόντουσαν αλλά ήταν οι γονείς μου»
Ξεσπώντας σε κλάματα, ο Στέλιος Μάσχας περιέγραψε πώς βρήκε τους γονείς του απανθρακωμένους.
«Είχαμε την ελπίδα ότι κάπως θα τα καταφέρνανε. Φτάσαμε με φακούς, ήταν το απόλυτο σκοτάδι. Δεν υπήρχαν σπίτια, ήταν ισοπεδωμένα. Ήταν αποκαΐδια. Δεν είδα αυτοκίνητο, λέω φύγανε. Δεν μπορούσα να φανταστώ τι έγινε. Τελικά με πήραν γύρω στις 5 και μου είπαν ότι τους βρήκαν. Αυτό που έβλεπα και νόμιζα ότι ήταν ξύλα που καιγόντουσαν, ήταν οι γονείς μου. Πήρα την αστυνομία και τους είπα ότι τους βρήκα. Περιμέναμε μέχρι 12-1 τα ξημερώματα να έρθει το ΕΚΑΒ. Μετά μου λέγανε θα έρθει η πολιτική προστασία. Ήρθαν γύρω στις 3:30 τελικά και μαζέψανε στάχτες. Κανείς δεν τους ειδοποίησε» τόνισε ο μάρτυρας.
Η δίκη θα συνεχιστεί στις 15 Δεκεμβρίου.
naftemporiki.gr