Skip to main content

Πυρκαγιά στο Μάτι: «Άφησα τη μητέρα μου να καεί για να σώσω την οικογένειά μου…»

(ΚΩΣΤΑΣ ΤΖΟΥΜΑΣ/EUROKINISSI)

Όπως καταγγέλλουν οι μάρτυρες, δεν είδαν να πετούν εναέρια μέσα, δεν υπήρχαν περιπολικά να τους κατευθύνουν, δεν ήχησαν οι σειρήνες, δεν υπήρχαν πυροσβεστικά μέσα.

Σε ιδιαίτερα φορτισμένο κλίμα διεξάγεται για ακόμη μία μέρα η δίκη για την πυρκαγιά στο Μάτι, τον Ιούλιο του 2018, που άφησε πίσω της 104 νεκρούς και δεκάδες εγκαυματίες.

Κοινός παρονομαστής όλων των καταθέσεων είναι η παντελής έλλειψη κρατικού μηχανισμού. Όπως καταγγέλλουν οι μάρτυρες, δεν είδαν να πετούν εναέρια μέσα, δεν υπήρχαν περιπολικά για να τους κατευθύνουν, δεν ήχησαν οι σειρήνες, όπως επίσης δεν υπήρχαν πυροσβεστικά μέσα.

«Κάντε ό,τι θέλετε, έλεγαν από την Πυροσβεστική», όπως κατέθεσε μάρτυρας, ο οποίος βρήκε τη μητέρα του απανθρακωμένη μέσα στο αυτοκίνητο μαζί με έναν γείτονά της. Ο κ. Τσίντζας μίλησε για μια τραγωδία που θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί.

Όπως κατέθεσε, ο ίδιος ενημερώθηκε από τη σύζυγο του γείτονά τους στον Νέο Βουτζά ότι δεν υπήρχε καμία ενημέρωση των πολιτών για εκκένωση και πως όλοι οι κάτοικοι της περιοχής τού είπαν πως είδαν μόνο ένα ελικόπτερο να κάνει ρίψη στην περιοχή. «Φύγανε μαζί με το αμάξι, περίπου 600 μέτρα είδα το αυτοκίνητο να είναι στην άκρη του δρόμου. Μας είπαν ότι βρέθηκαν δύο πτώματα, ένα στη θέση του οδηγού κι ένα στη θέση του συνοδηγού. Έδωσα δείγμα dna και έγινε η ταυτοποίηση» ανέφερε ο μάρτυρας.

«Παντελής ανυπαρξία βοήθειας»

Συγκλονιστική ήταν και η κατάθεση του Θανάση Μωραΐτη, ο οποίος, με φωνή που «έσπαγε», είπε στους δικαστές ότι αναγκάστηκε να αφήσει τη μητέρα του να καεί για να σώσει την οικογένειά του.

«Ακούσαμε από περιοίκους ότι ξέσπασε κάποια φωτιά κοντά σε εμάς. Την είδαμε στην Καλλιτεχνούπολη, ήταν αρκετά μικρή. Σκεφτήκαμε με βάση τις προηγούμενες εμπειρίες ότι η Πυροσβεστική θα κάνει κάτι. Με άλλα λόγια, η κατάσταση φαίνονταν στην αρχή ότι ήταν υπό έλεγχο. Όταν πέρασε η φωτιά τη Μαραθώνος, σε 1,5 λεπτό είχε φτάσει το σπίτι μας. Μπήκαμε στο αυτοκίνητο, αλλά δεν έβρισκα τα κλειδιά. Είπα στη γυναίκα μου και το παιδί να φύγουν για να βγαλω τη μητέρα μου, 92 ετών με κινητικά προβλήματα από το αμαξι. Προσπαθούσα να τη βγάλω. Είχα αρχίσει να καίγομαι στην πλάτη. Όταν κατάλαβα ότι δεν μπορούσα, σκέφτηκα ότι είχα μια οικογένεια. Άφησα τη μητέρα μου να καεί για να σώσω την οικογένειά μου…».

Ο μάρτυρας έκανε λόγο για παντελή ανυπαρξία του κράτους. «Οποιοσδήποτε ισχυρισμός ότι δεν ήξεραν για νεκρούς, είναι ψέματα» είπε ο μάρτυρας, προσθέτοντας: «Ζούμε σε ένα κράτος που δεν νοιάζεται για μας, που κοστολογεί την ανθρώπινή ζωή με 10.000 ευρώ. Τοποθετεί ανθρώπους σε θέσεις ευθύνης, οι οποίοι δεν μπορούν να κάνουν τη δουλειά τους. Κανείς μας δεν αξίζει να ζει και να πεθάνει με αυτόν τον τρόπο. Κανείς από μας δεν άξιζε να περάσει αυτό το πράγμα».

«Άδικα πήγε η μητέρα μου και τόσοι άλλοι….»

Με λυγμούς κατέθεσε η Κωνσταντίνα Σιαπέρα, η οποία έχασε τη μητέρα της, καταγγέλλοντας ότι δεν υπήρξε καμία ειδοποίηση από κανέναν για εκκένωση.

«Κάποια στιγμή μίλησα με τον πατέρα μου και μου είπε “έχουμε καεί, έσωσα μια γυναίκα με ένα παιδί 4 ετών…”. Ρώτησα πού είναι η μητέρα μου. Μου είπε “δεν ξέρω”… Κατάλαβα ότι κάτι είχε συμβεί. Άρχισα να τηλεφωνώ στα νοσοκομεία. Τη βρήκε ο αδελφός μου στο σπίτι του θείου μου… Δεν είχε καεί, είχε περάσει το θερμικό κύμα και έτσι είχε πεθάνει. Αιτία θανάτου ήταν “θερμικά εγκαύματα”. Ρώτησα τον πατέρα μου γιατί δεν έφυγαν. Μου είπε ότι δεν τους ειδοποίησαν, ότι δεν υπήρχε κανείς. Ότι ζητούσε βοήθεια και δεν υπήρχε κανείς. Κανένα σχέδιο. Άδικα έφυγαν τόσοι άνθρωποι. Στηn Κινέτα, που ήταν η θεία μου, είχαν πάρει εντολή για εκκένωση, δεν καταλαβαίνω γιατί τόσο διαφορετική ενημέρωση…».

naftemporiki.gr