Μπορεί ένας μαθητής να εξεταστεί στα Αρχαία, ένας άλλος στα Μαθηματικά, να συγκριθούν οι βαθμοί του καθενός και να κερδίσει αυτός που έγραψε το μεγαλύτερο βαθμό; Μα ο ένας εξετάστηκε στα Αρχαία και ο άλλος στα Μαθηματικά θα μου πείτε.
Αυτό, όμως, συμβαίνει πάνω από 40 χρόνια τώρα: Υπάρχουν εκατοντάδες τμήματα που δηλώνονται από υποψηφίους που ανήκουν σε διαφορετικά πεδία και φυσικά έχουν εξεταστεί σε διαφορετικά μαθήματα. Όσοι θέλουν να εισαχθούν στα Παιδαγωγικά ή τα ΤΕΦΑΑ (τις Γυμναστικές Ακαδημίες που λέγαμε παλιά), για παράδειγμα, μπορούν να εισαχθούν δηλώνοντας αυτά τα τμήματα από όποιο πεδίο και αν ακολούθησαν. Εξετάζονται δηλαδή στα μαθήματα του Πεδίου τους και μετά συγκρίνονται με τους υποψηφίους των άλλων Πεδίων, που εξετάστηκαν στα μαθήματα του δικού τους Πεδίου. Όποιος συγκεντρώσει τα περισσότερα μόρια εισάγεται. Στον πίνακα 1 βλέπουμε τα εξεταζόμενα μαθήματα στις Πανελλαδικές Εξετάσεις ανά πεδίο. Οι μαθητές από το Δημοτικό μαθαίνουν ότι δεν συγκρίνουμε ανόμοια πράγματα˙ μήλα με πορτοκάλια, για παράδειγμα. Το Υπουργείο Παιδείας δεν το έχει μάθει ακόμη.
Τα πράγματα γίνονται ακόμη χειρότερα στα κοινά τμήματα που επιλέγουν διαφορετικούς συντελεστές βαρύτητας στα μαθήματα διαφορετικών πεδίων. Έτσι ακόμη και αν οι υποψήφιοι έχουν εξεταστεί σε κάποια κοινά μαθήματα αυτά δεν μετράνε το ίδιο. Το τμήμα Βιολογίας Αθήνας, για παράδειγμα, όρισε συντελεστή βαρύτητας στην Φυσική και τη Χημεία 23 και 30 για τους υποψηφίους από το 2ο Πεδίο και 20 και 25 στους υποψηφίους από το 3ο Πεδίο, θέλοντας να πριμοδοτήσει τη Βιολογία στο 3ο Πεδίο. Έτσι, όμως, ακόμη και αν γράψουν δύο υποψήφιοι την ίδια βαθμολογία στη Φυσική και τη Χημεία θα συγκεντρώσουν διαφορετικά μόρια από τα δύο αυτά τα μαθήματα, αν προέρχονται από το 2ο Πεδίο ο ένας και από το 3ο ο άλλος. Αυτό δηλαδή που φαίνεται στον πίνακα 1 ότι οι υποψήφιοι του 2ου και του 3ου Πεδίου εξετάζονται σε τρία κοινά μαθήματα, είναι αλήθεια, αλλά οι βαθμοί τους δεν δίνουν τα ίδια μόρια.
Στον πίνακα 2 βλέπουμε την ένταξη των τμημάτων στα Πεδία. Ο αριθμός των τμημάτων που δηλώνονται από περισσότερα από ένα πεδίο έχουν φτάσει τα 164, σε σύνολο 452˙ Πρόκειται για το 36,28% των τμημάτων. Ο αριθμός αυξάνει διότι μετά την καθιέρωση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής και την έλλειψη φοιτητών που αντιμετωπίζουν τα περιφερειακά ΑΕΙ, η ένταξή τους και σε ένα επιπλέον Πεδίο είναι ζήτημα ζωτικής σημασίας γι’ αυτά. Το πρόβλημα, δηλαδή, αντί να λυθεί μεγαλώνει χρόνο με το χρόνο.
Μόνο στο 3ο Πεδίο ανήκουν 50 τμήματα και 45 τμήματα ανήκουν στο 2ο και στο 3ο Πεδίο˙ σχεδόν τα μισά τμήματα του 3ου Πεδίου είναι κοινά με το 2ο. Συνολικά στο 3ο Πεδίο περιλαμβάνονται 97 κοινά τμήματα, υπερδιπλάσια από τα αποκλειστικά τμήματα, όπως βλέπουμε στον πίνακα 3. Μόνο στο 4ο Πεδίο ανήκουν 61 τμήματα, ενώ στο 2ο και το 4ο ανήκουν 50 τμήματα. Συνολικά τα τμήματα του 4ου Πεδίου που είναι κοινά με κάποιο άλλο Πεδίο είναι 119, σχεδόν διπλάσια από τα τμήματα που ανήκουν αποκλειστικά στο 4ο Πεδίο. Μόνο στο 2ο Πεδίο ανήκουν 95 τμήματα. Τα κοινά τμήματα με το 3ο ή με το 4ο Πεδίο είναι επίσης 95. Τα συνολικά τμήματα που είναι κοινά με άλλο Πεδίο είναι 150. Το μοναδικό Πεδίο με λιγότερα κοινά τμήματα από τα αποκλειστικά είναι το 1ο Πεδίο που έχει 82 αποκλειστικά και 60 κοινά τμήματα.
Τα προβλήματα που δημιουργούνται από την ανόμοια σύγκριση είναι πολλά, καθώς είναι διαφορετική η δυσκολία των μαθημάτων. Στις κοινές σχολές του 2ου και του 4ου Πεδίου ευνοούνται οι υποψήφιοι από το 4ο Πεδίο που εξετάζονται στην Πληροφορική και την Οικονομία, έναντι των υποψηφίων του 2ου Πεδίου που εξετάζονται στη Φυσική και τη Χημεία˙ οι επιδόσεις σ’ αυτά τα μαθήματα είναι σαφώς χειρότερες από τις επιδόσεις στην Οικονομία και την Πληροφορική. Στην Οικονομία ένας στους τέσσερις έγραψε πέρυσι πάνω από 18, ενώ στη Φυσική και τη Χημεία ένας στους 8. Η διαφορά είναι πολύ μεγάλη. Στις κοινές σχολές του 2ου και του 3ου Πεδίου ευνοούνται οι υποψήφιοι του 3ου Πεδίου ευνοούνται διότι στη Βιολογία είναι ευκολότερες οι υψηλές βαθμολογίες έναντι των Μαθηματικών. Ευτυχώς τα τελευταία χρόνια οι υψηλές επιδόσεις στη Βιολογία έγιναν παρόμοιες με των Μαθηματικών, οπότε η αδικία μειώνεται.
Όσοι Υπουργοί και αν πέρασαν από το Υπουργείο Παιδείας τα τελευταία 40 χρόνια, από όλα τα κόμματα, όσες μεταρρυθμίσεις και αν ονειρεύτηκαν ή πίστεψαν ότι έκαναν, αυτό το πρόβλημα δεν το έλυσαν. Μπορεί να μην ήξεραν την ύπαρξή του. Έχουν, όμως, συμβούλους, που θα έπρεπε να τους ενημερώσουν. Έτσι λοιπόν το πρόβλημα όχι μόνο δεν λύνεται αλλά μεγαλώνει χρόνο με το χρόνο.