Συγκλονίζουν εκ νέου οι συγγενείς θυμάτων της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι, που άφησε πίσω της 104 νεκρούς και δεκάδες εγκαυματίες, τον Ιούλιο του 2018.
Η Ευανθία Σιδέρη, που έχασε τη μητέρα της και τον σύζυγό της, περιέγραψε τις προσπάθειες που έκαναν για να γλιτώσουν από τις πύρινες γλώσσες.
«Γύρω στις έξι παρά βλέπω καπνό. Τρέχω στο κομπιούτερ, κλειστό. Είχε κοπεί το ρεύμα. Η κόρη μου μυρίζει καπνό και, επειδή είχε μια παλαιότερη εμπειρία, παθαίνει κρίση πανικού. «Θα καούμε, θα πεθάνουμε!». Εγώ πάγωσα. Βγαίνουμε έξω. Αυτοκίνητα παντού και κάποιοι παγωμένοι. Έτρεχε μπροστά η κόρη μου, η Περσεφόνη, πίσω εγώ και η μητέρα μου και πιο πίσω ο άντρας μου. Κάποια στιγμή τον χάσαμε. Μπήκαμε στο μονοπάτι. Η μαμά μου εκείνη την ώρα μου λέει “δε θα τα καταφέρω, άφησέ με”. Της λέω “πάμε!”. Φτάνουμε στα σκαλοπατάκια και ξαφνικά η κόρη μου φωνάζει “μαμά καίγεσαι!”. Πετάω τα ρούχα και πέφτω στη θάλασσα, βλέπω δευτερόλεπτα πριν την κόρη μου να αρπάζει τη μάνα μου και να την τραβάει στη θάλασσα. Τις έχασα. Έπεσε μαύρο πέπλο παντού. Βρήκα μια ξέρα και κάθισα. Ούρλιαζα για ώρες. Και που σώθηκα, είναι σαν να έχω πεθάνει» ανέφερε.
Πτώματα σε κατάσταση Πομπηίας
«Καμένα μωρά, καμένες μανάδες. Καίγανε τα πάντα. Ήταν ένα πράγμα ασύλληπτο. Ήμασταν μόνοι μας τελείως. Μετά από ώρες ήρθε ένα μεγάλο καΐκι. Να γίνεται χαμός. “Τους καμένους πρώτα!” να φωνάζουν. Ήρθε ο άντρας μου κατάμαυρος, μου λέει “αγάπη μου” και λιποθύμησε. Παίρνω την κόρη μου τηλέφωνο, μου λέει “δε βρίσκω τη γιαγιά”. Άρχισαν να ψάχνω σε ξέρες, μέσα στη θάλασσα. Τα είδα όλα. Πτώματα σε κατάσταση Πομπηίας. Τη χάσαμε τη μητέρα μου και ο άντρας μου μερικούς μήνες μετά κατέρρευσε από αυτό και πέθανε στο νοσοκομείο. Δικαίωση για τη μνήμη της μητέρας μου, του αντρούλη μου, της Χρύσας Σπηλιώτη, που ήταν φίλη μου, για όλους όσους χάθηκαν άδικα».
Πήδαγαν άνθρωποι μέσα από τις φλόγες
Με λυγμούς κατέθεσε στο δικαστήριο η Μαγδαληνή Τσέκου, που έχασε τον πατέρα της στην προσπάθειά τους να ξεφύγουν από τη φωτιά.
«Στις 17:15 βλέπω καπνούς στο πίσω μέρος του βουνού. Σήκωσα τους γονείς μου, ο ουρανός μαύριζε. Κανένα κανάλι δε δίνει κάποιο στοιχείο. Στις 17:30 φάνηκε και κόκκινο, που σημαίνει ότι υπήρχε φωτιά. Σε κάποιο κανάλι βλέπουμε για φωτιά στην Καλλιτεχνούπολη. Ο αέρας ήταν πολύ δυνατός. Έμοιαζε να πηγαίνει Νέα Μάκρη. “Η φωτιά δεν περνάει ποτέ τη Μαραθώνος”, λέγαμε. Η φωτιά δυναμώνει. Ένα κουκουνάρι περνάει τη Μαραθώνος, ο πατέρας μου φωνάζει “φεύγουμε τώρα!”. Μαζέψαμε χαρτιά. Είχε κοπεί το ρεύμα. Κάποια στιγμή οι φλόγες έρχονται πιο κοντά. “Μπροστά εσύ με τη μαμά κι εγώ από πίσω σας με το αμάξι” μου λέει. Έχουμε δώσει ραντεβού στη Ραφήνα» είπε η μάρτυρας.
Όπως είπε η κ. Τσέκου, έφυγε μαζί με τη μητέρα της. Η περιγραφή της σόκαρε το ακροατήριο. «Ο δρόμος είναι γεμάτος φωτιά. Ένας άνθρωπος πηδάει στο καπό του αυτοκινήτου. Τον έβαλα μέσα. Μπροστά μας φωτιά. Μου λέει “πέρνα, θα καούμε”, του λέω “με το αμάξι θα πάρουμε φωτιά”. Πήδηξε κι έφυγε με κατεύθυνση στη θάλασσα. Δεν ξέρω τι απέγινε. Εγώ έκανα αναστροφή, βγήκα στο αντίθετο ρεύμα της Μαραθώνος κι αρχίζω να καλώ τον πατέρα μου. Δεν το σηκώνει. Κόσμος φωνάζει. “Η φωτιά θα σας θάψει, τρέξτε, μη μένετε εδώ!”. Σε όλη τη διαδρομή δεν έχω δει κανέναν υπεύθυνο. Καμία σειρήνα, καμπάνα, κάτι! Μόνο άνθρωποι φώναζαν. Στη διασταύρωση με τη Ραφήνα, παίρνω ξανά τον πατέρα μου. Δεν το σηκώνει. Συναντιέμαι με την αδελφή μου και λέμε να γυρίσουμε στο λιμάνι της Ραφήνας, γιατί ο μπαμπάς μπορεί να πέρασε τον δρόμο με τη φωτιά. Φτάσαμε στο λιμάνι, ρωτούσαμε για τον πατέρα μας. Κανείς δεν τον έχει δει…».
«Ο πατέρας μου προσπάθησε να απεγκλωβίσει ανάπηρο»
«Γύρω στις 22:00 πηγαίνουμε προς τον “Ευαγγελισμό” Τον βλέπουμε να πηγαίνει στην εντατική. Είχε 85% εξωτερικά εγκαύματα και 35% εσωτερικά, ήταν από τις χειρότερες περιπτώσεις. Τον διασωλήνωσαν. Μας είπαν να περιμένουμε. Ο πατέρας μου έφυγε στις 27 Ιουλίου. Από εκείνο το απόγευμα που φύγαμε από το σπίτι, δεν κατάφερα να του ξαναμιλήσω ποτέ. Ο πατέρας μου προσπάθησε να βοηθήσει μια οικογένεια που είχαν ένα ανάπηρο άνθρωπο. Εγκλωβίστηκαν μέσα στο αμάξι, που είχε πάρει φωτιά. Ο πατέρας μου σύρθηκε στο έδαφος. Αυτό συνέβη στις 19:30 και μέχρι τις 21:00 κείτονταν κάτω. Τα ξέρω αυτά γιατί η γειτόνισσα κατάφερε να επιβιώσει και έδωσε συνέντευξη και τα έμαθα. Ο ανάπηρος σύζυγός της απανθρακώθηκε μαζί με την τετραμελή οικογένεια στης οποίας το αμάξι βρισκόταν. Αργότερα πέθανε κι εκείνη από επιπλοκές…».
naftemporiki.gr