Νόμιμο κρίθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας το σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος για την «έγκριση αναπτυξιακού προγράμματος και μελέτης διαχείρισης (Master Plan) λιμένα Πειραιά», υπό την προϋπόθεση όμως να μην επέλθει κυκλοφοριακό κομφούζιο με την επέκταση του λιμανιού.
Όταν το σχέδιο ΠΔ λάβει τις σχετικές υπογραφές της Προέδρου της Δημοκρατίας, τότε θα σταλεί στο Εθνικό Τυπογραφείο για να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Στη συνέχεια, θα ανοίξει ο δρόμος για την αδειοδότηση των επενδύσεων και συνεπώς των εργασιών για την επέκταση του επιβατικού λιμανιού τις οποίες το ΣτΕ είχε «παγώσει», μετά από προσφυγές κατοίκων και φορέων του Πειραιά.
Τι προβλέπει το σχέδιο Π Δ
Με το Προεδρικό Διάταγμα καθορίζονται τα επιτρεπόμενα όρια της ζώνης λιμένα, των χρήσεων γης, δόμησης καθώς και οι όροι, οι κατευθύνσεις και τα μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος και της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας κρίνουν απαραίτητη την κυκλοφοριακή μελέτη, καθώς, όπως αναφέρουν στη γνωμοδότηση τους:
Κατόπιν αυτού στη γνωμοδότηση αναφέρονται για το επίμαχο θέμα του κυκλοφοριακού φόρτου, τα εξής:
«Στο άρθρο 9 περ. Α παρ. 5 του υπό επεξεργασία σχεδίου προβλέπεται ότι: «λόγω των νέων χρήσεων που αναμένεται να προσελκύουν μεγάλο όγκο επισκεπτών (π.χ. συνεδριακό κέντρο, ξενοδοχεία), απαιτείται η εκπόνηση νέας κυκλοφοριακής μελέτης ή η επικαιροποίηση της υφισταμένης για την άμεση περιοχή κάθε έργου και, επί τη βάσει αυτής, ο σχεδιασμός του απαιτούμενου συγκοινωνιακού έργου σύνδεσης με το οδικό δίκτυο της περιοχής».
Στην συνέχεια, υπογραμμίζουν οι σύμβουλοι Επικρατείας:
«Η συγκεκριμένη μελέτη, η οποία δεν είναι και δεν τιτλοφορείται ως κυκλοφοριακή μελέτη αλλά αποτελεί μελέτη κυκλοφοριακών επιπτώσεων και τα συμπεράσματα της οποίας ενσωματώθηκαν στη ΣΜΠΕ, διέγνωσε σειρά επιπτώσεων από την τελική υλοποίηση του σχεδίου στο οδικό δίκτυο του Δήμου Πειραιά και προέβη σε μία πρόβλεψη έως το έτος 2027 των κυκλοφοριακών φόρτων στη συγκεκριμένη περιοχή, η αύξηση των οποίων αποδίδεται προεχόντως στη λειτουργία νέου τερματικού σταθμού κρουαζιέρας.
Οι επιπτώσεις αυτές, κατά τη μελέτη, με βάση την υφιστάμενη περιβαλλοντική πληροφορία, θα αμβλυνθούν έως ένα βαθμό κυρίως με την ολοκλήρωση των έργων μαζικής μεταφοράς και κυρίως των γραμμών 3 και 4 του μετρό. Οι σχετικές παραδοχές της μελέτης ως προς τα ζητήματα αυτά και, ιδίως, η μείωση της κίνησης των επιβατών στον Επιβατικό Λιμένα από το έτος 2009 έως το έτος 2014 και η εκτίμηση περί ανόδου αλλά όχι επανόδου στα επίπεδα του έτους 2009 κατά το έτος 2030, η προβλεπόμενη αύξηση του κυκλοφοριακού φόρτου στις επηρεαζόμενες οδούς του οδικού δικτύου του Δήμου κατά το πρώτο έτος λειτουργίας των έργων και η άμβλυνση αυτής κατά το έτος 2027 στηρίζουν, κατ’ αρχήν, την κρίση της διοίκησης στο παρόν στάδιο περιβαλλοντικής αδειοδότησης ότι είναι εφικτή η υλοποίηση του εξεταζόμενου σχεδιασμού από την άποψη αυτή.
Ενόψει της σχέσης επικοινωνίας και αλληλοσυμπλήρωσης των σταδίων της περιβαλλοντικής αδειοδότησης σχεδίου και έργων, αλλά και των προβλέψεων του νέου Ρυθμιστικού Σχεδίου για τη λειτουργική διασύνδεση των λιμενικών δραστηριοτήτων με τον αστικό ιστό, μέσω ολοκληρωμένου κυκλοφοριακού σχεδιασμού, καθώς και για την κατάρτιση ειδικού σχεδίου με κατευθύνσεις κυκλοφοριακής οργάνωσης για τις απαιτήσεις του τουρισμού που θα προέρχεται από την κρουαζιέρα (βλ. ΣτΕ Ολομ. 547/2022), είναι εφικτή και επιβάλλεται, ταυτόχρονα, η εκπόνηση ολοκληρωμένης κυκλοφοριακής μελέτης κατά το στάδιο της περιβαλλοντικής αδειοδότησης των έργων είτε κατά την αναθεώρηση των ήδη εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων είτε κατά την έγκριση νέων.
Η μελέτη αυτή θα είναι ενιαία για το σύνολο των έργων του σχεδιασμού, θα αξιοποιεί την υφιστάμενη περιβαλλοντική πληροφορία από όπου και εάν προέρχεται και, ιδίως, θα λαμβάνει υπόψη τα πορίσματα και τις εκτιμήσεις της ανωτέρω μελέτης και των κυκλοφοριακών μελετών του Δήμου Πειραιά στο πλαίσιο του Σχεδίου Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας και του υπουργείου Πολιτισμού για τον Κεντρικό Λιμένα Πειραιά.
Η μελέτη θα προβαίνει σε εκτίμηση και αξιολόγηση των αλλαγών που πρόκειται να επέλθουν στην κυκλοφοριακή και γενικότερη λειτουργία της πόλης τόσο σε επίπεδο άμεσης περιοχής μελέτης (κυκλοφοριακές ρυθμίσεις και αλλαγές στην περιοχή πέριξ του λιμανιού) όσο και σε επίπεδο ευρύτερης περιοχής μελέτης σε επίπεδο πόλης.
Η δε υλοποίηση των έργων του σχεδίου, ήδη αδειοδοτημένων και μη, δεν θα ξεκινήσει πριν από την εκπόνηση, ολοκλήρωση και έγκριση της ως άνω κυκλοφοριακής μελέτης στο πλαίσιο της περιβαλλοντικής αδειοδότησης των έργων. Σε περίπτωση, εξάλλου, που μετά την έγκριση της ως άνω μελέτης προκύψει ανάγκη τροποποίησης του σχεδιασμού, η τροποποίηση του προεδρικού διατάγματος θα πρέπει να γίνει πριν από την υλοποίηση των έργων».
Και καταλήγει το ΣτΕ ως προς το επίμαχο θέμα:
«Ως εκ τούτου, το διάταγμα μπορεί να δημοσιευθεί πλην πρέπει να αναδιατυπωθεί αναλόγως, βάσει της παρατήρησης αυτής, ο περιβαλλοντικός όρος του άρθρου 9 περ. Α παρ. 5 του υπό επεξεργασία σχεδίου».
Άλλες παρατηρήσεις επί του σχεδίου ΠΔ
Παράλληλα, το ΣτΕ έκρινε διάταξη του άρθρου 5 του σχεδίου ΠΔ μη νόμιμη, ενώ για το περιεχόμενο του άρθρου 2 του σχεδίου ζητάει να γίνει εξειδίκευση.
Αναλυτικότερα, στη γνωμοδότηση του ΣτΕ μεταξύ των άλλων, αναφέρεται:
1) Στο άρθρο 2 του σχεδίου στην υποζώνη Γ΄ του επιβατικού λιμένα πρέπει να εξειδικευθούν οι επιτρεπόμενες χρήσεις βιομηχανίας και βιοτεχνίας κατά βαθμό όχλησης και περιβαλλοντικής κατάταξης.
2. Στο άρθρο 5 του σχεδίου καθορίζεται χρήση γενικής κατοικίας στην περιοχή με στοιχείο Ι7 (Νοτιοδυτική Κυνόσουρα) στη Σαλαμίνα. Η διάταξη αυτή δεν τίθεται νομίμως εφόσον η οικιστική ανάπτυξη δεν εξυπηρετεί τον κατά τα ανωτέρω προορισμό και λειτουργία της ζώνης λιμένα, ούτε άλλωστε ανήκει στο περιεχόμενο της ειδικής χρήσης «λιμενικές ζώνες» του π.δ/τος 59/2018.
Τέλος, το ΣτΕ έκρινε ότι η εξεταζόμενη στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση προέβη σε νέα αξιολόγηση σε ανώτερο επίπεδο των επιμέρους έργων και του συνολικού σχεδιασμού συμβατή με τις ουσιαστικές και διαδικαστικές απαιτήσεις της κοινοτικής νομοθεσίας.
Αντίθετα, ένα μέλος του δικαστηρίου, η σύμβουλος Μαρία Σωτηροπούλου, μειοψήφησε με έντονες αντιρρήσεις στο ζήτημα κυκλοφοριακού φόρτου που θα δεχθεί η επίμαχη περιοχή από την εφαρμογή του Master Plan, επισημαίνοντας ότι «εφόσον ελλείπει η συνολική και συνεκτική αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του σχεδιασμού, το υπό επεξεργασία σχέδιο ΠΔ δεν προτείνεται νομίμως».