Καταρρακωμένος και συντετριμμένος δηλώνει ο 55χρονος που σκότωσε την εν διαστάσει σύζυγό του στο Κουκάκι, στο απολογητικό του υπόμνημα.
Αν και έζησαν 28 χρόνια μαζί και απέκτησαν δύο παιδιά, δεν ήταν αρκετά για να τον σταματήσουν από το να αφαιρέσει τη ζωή της άτυχης γυναίκας.
Όπως λέει ο ίδιος, το ζευγάρι είχε προβλήματα από την αρχή της συμβίωσης του, όμως ποτέ δεν είχε βιαιοπραγήσει σε βάρος της. Ωστόσο, όπως υποστηρίζει, το θύμα είχε εξωσυζυγικές σχέσεις, γεγονός όπλισε το χέρι του.
«Ωστόσο πάντα την συγχωρούσα γιατί πραγματικά την αγαπούσα και το μόνο που έκανα ήταν εργάζομαι σκληρά προκειμένου να προσφέρω όσο περισσότερα μπορούσα στην οικογένειά μου και να μη λείψει τίποτα τόσο σε αυτήν όσο και στα παιδιά μας. Το έτος 2011 η σύζυγος μου μου ζήτησε να μείνουμε για λίγο χωριστά για να επαναπροσδιορίσουμε τη σχέση μας όπερ και εγένετο και μετακόμισα σε μισθωμένη οικία για ένα χρόνο ενώ αυτή παρέμεινε με τα τέκνα μας στην οικία μας (διαμέρισμα ιδιοκτησίας μου) στην οδό Ματρόζου. Όταν δε καλυτέρεψαν οι σχέσεις μας επέστρεψε στην οικία μας και μείναμε όλοι μαζί»
Το 2019 , όπως υποστηρίζει ο κατηγορούμενος, είχε δει κάποια μηνύματα στο κινητό της και είχε καταλάβει ότι σχεδίαζε να ταξιδέψει με έναν άνδρα.
«Την παρακάλεσα να μην το κάνει αυτό στο γάμο μας, ότι την αγαπούσα και δεν ήθελα να ταξιδέψει. Αυτή ωστόσο παρά τις εκκλήσεις μου πραγματοποίησε το ταξίδι και όταν επέστρεψε διαπληκτιστήκαμε λεκτικά και έφυγα από την οικία μας, ως ανώτερο ανέφερα. Καθ’ ον χρόνο διέμενα στην Δημητρακοπούλου οι σχέσεις μου με τη σύζυγό μου δεν είχαν εντάσεις και φρόντισα να καλύπτω όχι μόνο τα πάγια έξοδα της οικίας αλλά και όλα τα έξοδα και ανάγκες τόσο αυτή όσο και των τέκνων μας όπως άλλωστε πρώτα όλα αυτά τα χρόνια.
Σχεδόν καθημερινά μετέβαινα στην οικία προκειμένου να δω τα παιδιά μας αλλά και να τους πάω φαγητό από το εστιατόριο που εργαζόμουν ως μάγειρας. Μάλιστα ο γιός μου πολύ συχνά έπαιρνε το αυτοκίνητο μου προκειμένου να το χρησιμοποιεί για τις μετακινήσεις του.
Πολλές φορές προσπάθησα να τα ξαναβρώ με τη σύζυγό μου και την ικέτευα να επιστρέψει στην οικία μας για να ζήσουμε και πάλι όλοι μαζί για το καλό των τέκνων μας. Αυτή όμως δεν ήθελε να τα ξαναβρούμε και όταν την ρωτούσα γιατί μου απαντούσε να μη με ενδιαφέρει τι κάνει στη ζωή της και ότι δεν ήθελε να επιστρέψει στην οικία μας. Το μήνα Μάιο του τρέχοντος έτους η σύζυγος μου με ενημέρωσε ότι θέλει διαζύγιο για να φτιάξει τη ζωή της».
Τότε αποφάσισε όπως λέει να κάνει μία προσπάθεια και να επιστρέψει στο σπίτι μήπως και τα ξαναβρούν. Δυστυχώς, αυτό ήταν το λάθος του.
«Η συμπεριφορά τόσο της συζύγου μου όσο και των παιδιών μου ήταν επιθετική προς εμέ. Τα τέκνα μου καταφανώς επηρεασμένα από τη σύζυγό μου δε με ήθελαν κοντά τους πολλώ μάλλον αφού και αυτά ήθελα να κάνουν τη ζωή τους χωρίς τον πατρικό έλεγχο. Πριν μια εβδομάδα όταν απουσίαζαν τα τέκνα μας από την οικία μας, μαλώσαμε με τη σύζυγό μου. Για ακόμη μια φορά άρχισα να την παρακαλώ και κυριολεκτικά να την ικετεύω να τα ξαναβρούμε αφού την αγαπούσα και δεν μπορούσα να ζήσω χωρίς αυτήν, αυτή όμως ήταν ανένδοτη και φώναζε να την αφήσω ήσυχη και να φύγω αμέσως από το σπίτι».
Η ημέρα του φόνου
«Την επίδικη ημέρα γύρισα από την εργασία μου στην οικία μας στις 22:30 περίπου, έκανα ένα μπάνιο και ξάπλωσα ενώ η σύζυγος μου καθόταν στην κουζίνα. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ, ένιωθα συναισθηματικά και ψυχολογικά ράκος από τις μεταξύ μας συγκρούσεις και διενέξεις και από τα όσα συνέβαιναν στην σχέση μας και πως παρά το γεγονός πως την ικέτευα να τα ξαναβρούμε για ακόμη μια φορά η γυναίκα που λάτρευα με απαξίωνε και ετοιμαζόταν να με “εγκαταλείψει” για να πάει ταξίδι. Έτσι λοιπόν σηκώθηκα και πήγα στην κουζίνα που καθόταν η σύζυγός μου και την ρώτησα γιατί φεύγει και που θα πάει και πως γίνεται να μη με σκέφτεται καθόλου που θέλω να τα ξαναβρούμε.
Αυτή άρχισε να μου φωνάζει ότι είμαι ηλίθιος που δεν έχω καταλάβει ότι όλα έχουν τελειώσει μεταξύ μας και να εξαφανιστώ από τη ζωή της. Τότε της αποκρίθηκα πως αφού αισθάνεται έτσι γιατί δε φεύγει από το σπίτι και αυτή μου απάντησε ειρωνικά πως όταν θα έρθει η ώρα θα φύγει και δεν θα της πω εγώ τι θα κάνει και να σηκωθώ εγώ να φύγω από το σπίτι. Πήγα να την πλησιάσω και εξαίφνης μου έριξε μια δυνατή κλωτσιά κοντά στα γεννητικά όργανα και έφυγε προς το σαλόνι και κάθισε στον καναπέ.
Χωρίς να σκεφτώ λογικά άρπαξα το μαχαίρι που είδα στο μπάγκο της κουζίνας και πήγα προς το σαλόνι όχι όμως για να την απειλήσω αλλά έχοντας το, στραμμένο προς το στήθος μου, και της είπα απόψε θα τα τελειώσουμε όλα, εννοώντας τις μεταξύ μας διενέξεις και την σχέση μας, το σπίτι και την κοινή διαμονή. Αυτή μόλις είδε το μαχαίρι στραμμένο στο στήθος μου, μου είπε σταμάτα τι πας να κάνεις εκεί και τότε σκέφτηκα ότι μπορεί και να το μετάνιωσε, ακούμπησα στο τραπεζάκι το μαχαίρι και έκατσα δίπλα της και την ρώτησα που θα πάει ταξίδι και με ποιον, όταν ξέρει πόσο την αγαπάω και ότι θέλω να τα ξαναβρούμε.
Τότε η σύζυγός μου άρχισε να γελάει χαιρέκακα και εν συνέχεια να μου φωνάζει πως είμαι γελοίος, ότι με σιχαίνεται και της προκαλώ αηδία, πως δεν είμαι άντρας και ότι στη ζωή της ήθελε έναν άντρα και όχι κάποιον να τρέχει από πίσω της σαν το σκυλάκι. Δεν πίστευα αυτά που άκουγα και πήγα να της ακουμπήσω το πόδι για να ηρεμήσει μήπως και σταματήσει να με προσβάλει. Εκείνη όμως μου έριξε μια δυνατή κλωτσιά στο πόδι μου και τότε θόλωσε το μυαλό μου.
Δε σκέφτομαι λογικά, άρχισα να τρελαίνομαι, της έριξε μια μπουνιά στο μπράτσο και αυτή άρχισε να φωνάζει βοήθεια. Αρχίσαμε να τσακωνόμαστε και με έβριζε με σκαιές έκφρασης και τότε άρπαξα το μαχαίρι από το τραπεζάκι και την χτύπησα μια φορά, νομίζω στην αριστερή μεριά του σώματος στα πλευρά της αλλά δε θυμάμαι ακριβώς. Έπεσε κάτω και είδα αίμα να τρέχει από την πληγή, πανικοβλημένος τράβηξα το σεντόνι που ήταν στον καναπέ και προσπάθησα να σταματήσω με αυτό την αιμορραγία»
Σε κατάσταση σοκ
Όταν συνειδητοποίησε τι έκανε, ο δράστης έβγαλε τα ρούχα του, σκούπισε τα αίματα με μία πετσέτα και έφυγε από το σπίτι.
«Κάλεσα τον άντρα της αδερφής της συζύγου μου και του είπα ότι δεν άντεξα άλλο σκότωσα την Κατερίνα και πάω να αυτοκτονήσω και να προσέχει τα παιδιά μου και στη συνέχεια κάλεσα τον υιό μου και του είπα ότι έφυγα από το σπίτι, έγινε μακελειό και να καλέσει την αστυνομία. Οδήγησα προς την παραλιακή ψάχνοντας κάποιο άνοιγμα στο δρόμο προκειμένου να πέσω με το αυτοκίνητο μου και να σκοτωθώ. Κάποια στιγμή ζαλίστηκα και έχασα τον έλεγχο του αυτοκινήτου μου με αποτέλεσμα αυτό να πέσει σε ένα χαντάκι και να τραυματιστώ.
Σαστισμένος και έχοντας συνείδηση του γεγονότος πως είχα αφαιρέσει τη ζωή της γυναίκας μου που αγαπούσα και δεν είχε κανένα νόημα η δική μου ζωή, πήρα ένα μαχαίρι που είχα στο ντουλαπάκι του αυτοκινήτου μου και προσπάθησα να κόψω τις φλέβες μου ενώ κατάφερα και χτυπήματα στην κοιλιακή μου χώρα αλλά πάλι δεν κατάφερα να αυτοκτονήσω. Δεν ήθελα πλέον να ζω μετά από αυτό που έκανα».
Ο κατηγορούμενος ζήτησε συγγνώμη από τα παιδιά του και από τους δικαστές διενέργεια ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης, ώστε να διαπιστωθεί η ψυχική του υγεία.
naftemporiki.gr