Του Στράτου Στρατηγάκη
Μαθηματικού – Ερευνητή
[email protected],
www.stadiodromia.gr
Οι Πανελλαδικές Εξετάσεις τελείωσαν για το μεγαλύτερο μέρος των υποψηφίων. Συνεχίζουν μόνο οι υποψήφιοι των ΕΠΑΛ και όσοι θα εξεταστούν σε ειδικό μάθημα. Περνάμε λοιπόν στο στάδιο της βαθμολόγησης· εδώ ξεκινούν τα προβλήματα.
Σκοπός των Πανελλαδικών Εξετάσεων είναι να κατατάξουν τους υποψηφίους στη βαθμολογική κλίμακα. Απαραίτητο είναι λοιπόν να υπάρχει ένα κοινό μέτρο ώστε όλα τα γραπτά να βαθμολογούνται με τον ίδιο τρόπο. Η Κεντρική Επιτροπή Εξετάσεων θα έπρεπε να δίνει υποδειγματικές λύσεις μοριοδοτημένες. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει στις λύσεις να δίνει και τα μόρια που παίρνει ο υποψήφιος αν γράψει το μισό θέμα ή το ένα τρίτο. Φυσικά πάντα ισχύει ότι “η ΚΕΕ δίνει ενδεικτικές απαντήσεις, αλλά οποιαδήποτε απάντηση επιστημονικά τεκμηριωμένη είναι ορθή.” Αυτό είναι το μότο της Κεντρικής Επιτροπής Εξετάσεων κάθε χρόνο σε όλα τα μαθήματα. Προφανώς έτσι δεν συμβάλλει καθόλου στην ομοιομορφία της βαθμολόγησης, που είναι το ζητούμενο. Κάθονται, λοιπόν, οι βαθμολογητές σε κάθε βαθμολογικό κέντρο και κάνουν τη μοριοδότηση. Έτσι αλλιώς διορθώνουν στο Αγρίνιο και αλλιώς στα Χανιά. Οι αδικίες σημαντικές. Κατά καιρούς εμφανίζονται προβλήματα που κάνουν το φαινόμενο πιο έντονο. Φέτος είχαμε το πρόβλημα στα Αρχαία Ελληνικά, στο θέμα Γ4β· είναι ταυτοπροσωπία ή ετεροπροσωπία; Οι διαφωνίες των φιλολόγων μπορεί να οδηγήσουν κάποιους να θεωρήσουν σωστό το ένα και κάποιους σωστό το άλλο κάνοντας με τον ανάλογο τρόπο τη διόρθωση. Είναι προφανές ότι η αδικία θα είναι μεγάλη, αφού κάποια γραπτά θα διορθωθούν με σωστή απάντηση την ταυτοπροσωπία και κάποια άλλα με σωστή απάντηση την ετεροπροσωπία, ανάλογα με την κρίση κάθε φιλολόγου. Δεν είναι αυτό, όμως, το ζητούμενο των Πανελλαδικών. Το ζητούμενο είναι να διορθώνονται όλα τα γραπτά με τον ίδιο τρόπο.
Από το πρώτο πηγάζει το δεύτερο πρόβλημα: Οι αναβαθμολογήσεις. Αν η διαφορά των δύο βαθμολογητών είναι μεγαλύτερη του 12% τότε το γραπτό του υποψηφίου το βαθμολογεί και τρίτος βαθμολογητής. Ο βαθμός βγαίνει από τις δύο υψηλότερες από τις τρεις βαθμολογίες. Η διαφορά από 13% και επάνω είναι πάρα πολύ μεγάλη, αντιστοιχεί σε πάνω από 2,5 μονάδες στις είκοσι. Ο υποψήφιος Α, δηλαδή, που βαθμολογήθηκε με 76 από τον ένα βαθμολογητή και 88 από τον άλλο βαθμολογητή θα έχει τελικό βαθμό 82, όπως βλέπουμε στον πίνακα1, και είτε θα έχει αδικηθεί αν το γραπτό του άξιζε για 88, είτε θα έχει ευνοηθεί αν το γραπτό του άξιζε για 76. Τα έξι μόρια διαφοράς αντιστοιχούν σε 240 έως 480 μόρια, ανάλογα με το συντελεστή βαρύτητας του μαθήματος.
Ο υποψήφιος Β βαθμολογήθηκε με 76 και 90 από τους δύο βαθμολογητές και με 78 από τον τρίτο. Ο τελικός βαθμός του είναι 83, όπως προκύπτει από το μέσο όρο των δύο μεγαλύτερων βαθμών. Κοιτάζοντας τους βαθμούς του, όμως, διαπιστώνουμε ότι μάλλον ο σωστός βαθμός θα ήταν το 77, αφού ο ένας βαθμολογητής έβαλε 76 και ο άλλος 78. Προφανώς λάθος έκανε ο βαθμολογητής που έβαλε 90. Το λάθος δεν αναιρέθηκε και τελικά ο υποψήφιος Β ευνοήθηκε κατά 6 μόρια, έχοντας τελικό βαθμό 83, που σημαίνει 240 έως 480 μόρια ανάλογα με το συντελεστή βαρύτητας του μαθήματος. Όταν η εισαγωγή στις περιζήτητες σχολές κρίνεται από ελάχιστα μόρια ή οι υποψήφιοι ισοβαθμούν στην τελευταία θέση και ο ένας μένει εκτός, τότε διαφορά πάνω από 240 μόρια δεν μπορεί να είναι αποδεκτή. Φυσικά δεν αδικούνται όλοι οι υποψήφιοι των οποίων τα γραπτά οδηγούνται σε αναβαθμολόγηση. Αν ο τρίτος βαθμολογητής στον υποψήφιο Β του παραδείγματός μας είχε βαθμολογήσει με 88, αυτό θα σήμαινε ότι το 78 ήταν ο λάθος βαθμός και η αναβαθμολόγηση σ’ αυτή την περίπτωση αποκατέστησε την αδικία.
Πίνακας 1: Βαθμολογία υποψηφίων στις Πανελλαδικές | ||
Υποψήφιος Α | Υποψήφιος Β | |
Α βαθμολογητής | 76 | 76 |
Β βαθμολογητής | 88 | 90 |
Γ βαθμολογητής | – | 78 |
Τελικός Βαθμός | 82 | 83 |
Μελέτη: Στράτος Στρατηγάκης |
Νομίζω ότι όταν υπάρχει διαφορά μεγαλύτερη των 5 μορίων το γραπτό πρέπει να αναβαθμολογείται. Το όριο του 13% είναι πάρα πολύ μεγάλο.
Στον πίνακα 2 βλέπουμε πόσα γραπτά οδηγούνται σε αναβαθμολόγηση, έχουν δηλαδή διαφορά πάνω από 12%. Στη Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία σχεδόν 10.000 γραπτά οδηγήθηκαν σε αναβαθμολόγηση, ποσοστό 13,26%. Το ποσοστό αναβαθμολογήσεων είναι υψηλό αλλά παλαιότερα ξεπερνούσε το 20%, οπότε πάλι καλά να λέμε, έγινε μία προσπάθεια μείωσης. Ο μεγαλύτερος αριθμός αναβαθμολογήσεων γίνεται στα μαθήματα του 1ου Πεδίου, όπως βλέπουμε στον πίνακα 2. Στα υπόλοιπα μαθήματα το ποσοστό είναι μικρότερο του 1%, εκτός από την Πληροφορική που είναι 1,68%. Κάθε γραπτό που αναβαθμολογείται, όμως, πιθανό να δημιουργεί έναν αδικημένο υποψήφιο.
Πίνακας 2: Αναβαθμολογήσεις το 2021 | |||
ΜΑΘΗΜΑ | Αριθμός Υποψηφίων | Αριθμός γραπτών που αναβαθμολογούνται | Ποσοστό |
Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία | 74.892 | 9.928 | 13,26% |
Αρχαία Ελληνικά | 22.475 | 701 | 3,12% |
Ιστορία | 22.286 | 1.136 | 5,10% |
Κοινωνιολογία | 22.402 | 505 | 2,25% |
Φυσική | 27.313 | 249 | 0,91% |
Χημεία | 27.348 | 225 | 0,82% |
Μαθηματικά | 38.850 | 311 | 0,80% |
Βιολογία | 12.758 | 75 | 0,59% |
Πληροφορική | 24.117 | 405 | 1,68% |
Οικονομία | 24.059 | 107 | 0,44% |
Πηγή: ΥΠΑΙΘ |
Είναι απαραίτητο η Κεντρική Επιτροπή Εξετάσεων να δίνει τις απαντήσεις στα θέματα μοριοδοτημένες για κάθε βήμα του κάθε θέματος. Φυσικά κάθε άλλη σωστή λύση είναι αποδεκτή. Το ζήτημα είναι να πετύχουμε τη μεγαλύτερη δυνατή ομοιομορφία στη βαθμολόγηση και να μην έχουμε αποκλίσεις από το ένα βαθμολογικό κέντρο στο άλλο. Πολλές φορές ακούω καθηγητές να λένε ότι τα γραπτά των παιδιών μας διορθώθηκαν στον τάδε νομό και τα τσεκούρωσαν. Κάτι τέτοιο δεν πρέπει να συμβαίνει.
Είναι απαραίτητο να έχουμε ένα σώμα βαθμολογητών, που θα είναι εκπαιδευμένο να διορθώνει τα γραπτά, θα μετρούνται οι επιδόσεις τους (πόσα γραπτά κάθε βαθμολογητή αναβαθμολογούνται, για παράδειγμα) και φυσικά θα έχουν καλή αμοιβή. Τώρα η βαθμολόγηση είναι υποχρεωτική. Θέλει δεν θέλει θα βαθμολογήσει ο καθηγητής τουλάχιστον 25 γραπτά.
Τα παιδιά ζορίζονται, αγχώνονται, “τρελαίνονται” με τις Πανελλαδικές Εξετάσεις. Η σωστή βαθμολόγηση των γραπτών των Πανελλαδικών Εξετάσεων είναι το ελάχιστο που χρωστάμε στα παιδιά μας για να δείξουμε ότι σεβόμαστε τον κόπο τους. Έχουμε χορτάσει από τις κατά καιρούς δηλώσεις των διαφόρων Υπουργών Παιδείας ότι ο μαθητής αποτελεί το επίκεντρο της προσπάθειάς τους. Δεν το έχουμε δει όμως στην πράξη, αφού θέματα όπως η βαθμολόγηση αλλά και πολλά άλλα που δημιουργούν μεγάλες αδικίες δεν λύνονται εδώ και δεκαετίες. Μπορεί να μην έχουν καν φανταστεί ότι συνιστούν προβλήματα. Μπορεί να έχουν μείνει στα γενικά και θεωρητικά και να μην κατανοούν πόσο σημαντικό είναι, για τη μελλοντική τους ένταξη στην κοινωνία, τη στιγμή της ενηλικίωσης να παίρνουν τα παιδιά το μήνυμα ότι κανείς δεν τους αδικεί. Μπορεί απλά κανείς να μην ενδιαφέρεται να τα λύσει.