Του Στράτου Στρατηγάκη
Μαθηματικού – Ερευνητή
[email protected],
www.stadiodromia.gr
Τον τρόπο υπολογισμού των μορίων των υποψηφίων των Πανελλαδικών Εξετάσεων που θα ισχύσουν από φέτος και για τα επόμενα χρόνια ανακοίνωσε το Υπουργείο Παιδείας. Η μεγάλη αλλαγή είναι ότι κάθε τμήμα μπορεί να ορίσει τους δικούς του συντελεστές βαρύτητας για κάθε μάθημα. Ο περιορισμός είναι ότι κανένα μάθημα δεν μπορεί να έχει συντελεστή μικρότερο από 20%. Συνεπώς τα 4 μαθήματα κάθε πεδίου έχουν τουλάχιστον το 80% (4×20%) των μορίων, που συγκεντρώνει ο υποψήφιος. Κάθε τμήμα, δηλαδή, μπορεί να κατανείμει το υπόλοιπο 20% σε όποιο μάθημα επιθυμεί, όπως θέλει. Αν το δώσει σε ένα μάθημα, αυτό θα έχει το ελάχιστο 20% και το 20% που του έδωσε το τμήμα, σύνολο 40%, Τα υπόλοιπα μαθήματα θα έχουν συντελεστή το ελάχιστο 20%. Στον πίνακα 1 βλέπουμε ότι αυτό επέλεξε το Τμήμα Αγωγής και Εκπαίδευσης στην Πρώιμη Παιδική Ηλικία Αθήνας. Αυτό σημαίνει ότι η Γλώσσα μετράει διπλά από τα άλλα μαθήματα. Αντίθετα το τμήμα της Θεσσαλονίκης αποφάσισε να κατανείμει το δικό του 20% σε κάθε μάθημα ισότιμα. Έδωσε, έτσι, από 5% σε κάθε μάθημα με αποτέλεσμα μαζί με το ελάχιστο 20% να έχουμε 25% σε κάθε μάθημα. Δηλαδή στο συγκεκριμένο τμήμα δεν έχουμε κανένα συντελεστή βαρύτητας μεγαλύτερο από τον άλλο, συνεπώς όλα τα μαθήματα μετράνε το ίδιο. Το τμήμα των Ιωαννίνων έδωσε τη δική του εκδοχή στους συντελεστές βαρύτητας. Με τη βαθμολογία που βλέπουμε στη δεύτερη στήλη διαπιστώνουμε ότι ο υποψήφιος θα έχει διαφορά 300 μορίων από το τμήμα της Θεσσαλονίκης στο τμήμα της Αθήνας, με το τμήμα των Ιωαννίνων να βρίσκεται κάπου στο μέσον. Διαφορετικά μόρια σε κάθε τμήμα, λοιπόν.
Το Υπουργείο Παιδείας λέει ότι έτσι ενισχύεται η αυτονομία των Τμημάτων. Σωστό είναι αυτό. Τα Τμήματα μπορούν να καθορίσουν το 20% των μορίων. Δε νομίζω, όμως, ότι αυτό είναι το πρόβλημά τους. Έχουν πολύ σοβαρότερα προβλήματα που το Υπουργείο Παιδείας δεν τους λύνει, όπως ο αριθμός των εισακτέων, τα εξεταζόμενα μαθήματα και πολλά άλλα. Αν αυτός ο τρόπος υπολογισμού των μορίων του υποψηφίου ήταν δίκαιος, τότε θα είχε νόημα. Δεν είναι, όμως, διότι δημιουργεί αδικίες για υποψηφίους που προέρχονται από διαφορετικά Πεδία και διεκδικούν θέση στο ίδιο Τμήμα.
Στον Πίνακα 2 βλέπουμε τη βαθμολογία δύο υποψηφίων, που προέρχονται από το 2ο Πεδίο ο πρώτος, και από το 3ο Πεδίο ο δεύτερος. Οι βαθμοί είναι ακριβώς ίδιοι, αλλά τα μόριά τους διαφορετικά και ως προς τα αντίστοιχα μεταξύ τους τμήματα, καθώς βλέπουμε ότι στα τμήματα Χημείας ο υποψήφιος συγκεντρώνει από 12.330 μέχρι 12.800 στο 2ο Πεδίο και από 12.360 έως 12.800 στο 3ο Πεδίο. Στην τελευταία στήλη βλέπουμε τη διαφορά των μορίων των δύο υποψηφίων, που έχουν γράψει ακριβώς την ίδια βαθμολογία, σε κάθε τμήμα ανάλογα αν προέρχονται από το 2ο ή από το 3ο Πεδίο. Το οξύμωρο είναι ότι ο υποψήφιος από το 2ο Πεδίο ευνοείται σε σχέση με τον υποψήφιο από το 3ο Πεδίο, στη διεκδίκησή του για μία θέση στα τμήματα Βιολογίας. Ο υποψήφιος από το 2ο Πεδίο συγκεντρώνει από 80 έως 340 μόρια περισσότερα από τον υποψήφιο του 3ου Πεδίου. Παράλογο να ευνοείται υποψήφιος που δεν έχει εξεταστεί στη Βιολογία σε βάρος υποψηφίου που εξετάστηκε στη Βιολογία, για την εισαγωγή στα Τμήματα Βιολογίας.
Στον Πίνακα 3 έχουμε δύο υποψηφίους που διεκδικούν θέση στη σχολή Αστυφυλάκων. Ο ένας προέρχεται από το 1ο Πεδίο και ο άλλος από το 4ο Πεδίο. Έχουν γράψει το μέσο όρο των βαθμών σε κάθε Πεδίο, σύμφωνα με τα στοιχεία του 2021. Βλέπουμε ότι ο υποψήφιος από το 1ο Πεδίο συγκεντρώνει 1.073 περισσότερα μόρια από τον υποψήφιο του 4ου Πεδίου. Αυτό συμβαίνει διότι η Αστυνομία όρισε συντελεστή βαρύτητας στη Γλώσσα 30% για τους υποψηφίους από όλα τα Πεδία και όρισε 30% στην Ιστορία για τους υποψηφίους του 1ου Πεδίου και επίσης 30% στα Μαθηματικά για τους υποψηφίους του 2ου και του 4ου Πεδίου. Έτσι προκύπτει η διαφορά των 1.073 μορίων, που δείχνει ότι οι υποψήφιοι για την Αστυνομία από το 1ο Πεδίο έχουν πολύ μεγάλο πλεονέκτημα σε σχέση με τους υποψηφίους που προέρχονται από το 2ο και το 4ο Πεδίο. Με τον παλαιό τρόπο υπολογισμού μορίων (που επίσης δεν ήταν δίκαιος) η διαφορά των δύο υποψηφίων ήταν 881 μόρια. Δηλαδή αντί να βελτιώνουμε την κατάσταση τη χειροτερεύουμε.
Έτσι, λοιπόν, έχουμε ένα σύστημα εξαιρετικά πολύπλοκο, αφού απαιτούνται πάνω από 5.600 συντελεστές βαρύτητας για να υπολογιστούν τα μόρια των υποψηφίων του Γενικού Λυκείου και του ΕΠΑΛ, χωρίς, όμως να καταφέρνει να λύσει το χρόνιο πρόβλημα των κοινών σχολών, των σχολών, δηλαδή, που δηλώνονται από περισσότερα από ένα πεδία. Πρόκειται για ένα στα τρία τμήματα, όπου έχουμε αδικίες, αλλού μικρότερες αλλού μεγαλύτερες. Φυσικά η μέγιστη αδικία είναι ότι οι υποψήφιοι συγκρίνονται ως προς τον αριθμό των μορίων που συγκέντρωσαν έχοντας εξεταστεί σε διαφορετικά μαθήματα, διαφορετικού βαθμού δυσκολίας. Σα να συγκρίνουμε μήλα με πορτοκάλια δηλαδή. Βέβαια το Υπουργείο Παιδείας θα απαντήσει ότι τα τμήματα επέλεξαν αυτούς του συντελεστές. Όμως θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι είναι ευθύνη του Υπουργείου Παιδείας η εισαγωγή στα ΑΕΙ να διέπεται από διαφάνεια και δικαιοσύνη. Φυσικά είναι πλεονέκτημα να μπορούν τα τμήματα να ορίσουν το συντελεστή βαρύτητας στα μαθήματα που επιθυμούν. Βέβαια δεν καθορίζουν παρά το 20% των μορίων. Το πρόβλημα είναι ότι δεν λύνεται κανένα πρόβλημα του συστήματος εισαγωγής. Και έχει πολλά προβλήματα.