Στη γνωριμία του με τον Δημήτρη Λιγνάδη και όλα όσα ακολούθησαν αναφέρθηκε στην κατάθεσή του στη δίκη του σκηνοθέτη-ηθοποιού ο πρώτος μάρτυρας, ο οποίος τον έχει καταγγείλει για βιασμό το 2011, όταν ήταν 15 χρόνων. Όπως κατέθεσε, το 2010 ο ξάδελφός του, γνωρίζοντας ότι ήθελε να γίνει ηθοποιός, του είπε ότι ο κατηγορούμενος έψαχνε νεαρά άτομα για το θέατρο.
«Του έστειλα μήνυμα στο Facebook και του είπα ότι θέλω να γίνω ηθοποιός. Με πολλή χαρά είδα να μου απαντάει θετικά και να μου λέει ότι “είσαι πολύ όμορφος, είσαι κούκλος”. Μου είπε να τα πούμε από κοντά, να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε».
Πρόεδρος: Πώς επικοινωνούσατε;
Μάρτυρας: Μου έστελνε μηνύματα για να πηγαίνουμε σε συναυλίες, να με γνωρίσει και σε άλλους καλλιτέχνες. Μου είπε αρκετές φορές να βγούμε έξω, αλλά δεν μπορούσα εκείνη την περίοδο και μετά έφυγα για Αίγυπτο με τους γονείς μου. Είχαμε πιο χαλαρή επικοινωνία. Μια εβδομάδα πριν γυρίσω, μου πρότεινε να έρθει να με πάρει από το αεροδρόμιο.
«Ήρθε και μας πήρε από το αεροδρόμιο και πήγαμε στο Ολυμπιακό Χωριό, όπου εμένα. Στον δρόμο είχαμε μουσική, τραγουδούσαμε και υπήρχε φιλικό κλίμα. Μας είχε προσεγγίσει με φιλικό τρόπο και μου είπε “είμαστε φίλοι, να μου μιλάς στον ενικό”. Εγώ ήμουν χαρούμενος γιατί τον έβλεπα σαν μέντορά μου. Πήγαμε στο σπίτι μου, είχε φέρει κι ένα ποτό τζιν, εκείνος μας μιλούσε για τις εμπειρίες του, τα μέρη που είχε πάει. Μας έλεγε να πάμε να τον δούμε σε παράσταση. Τους κέρασα γλυκά. Μετά έφυγαν οι φίλοι μου κι εκείνος παρέμεινε» είπε ο μάρτυρας.
«Όταν μείναμε μόνοι, μου χάιδευε το κεφάλι. Μου έλεγε “τι κούκλος που είσαι. Θα γίνεις γνωστός”. Έτσι ξεκίνησαν όλοι. Άρχισε να χαϊδεύει στα πόδια. Είχα παγώσει. Έλεγα μόνο “ευχαριστώ, ευχαριστώ, ευχαριστώ”. Εκεί ξεκίνησε να πιάνει τα γεννητικά μου όργανα. Άρχισα να τρέμω σιγά-σιγά, αλλά δεν μπόρεσα και πάλι να κουνηθώ. Έβαλε τα χέρια του μέσα από το παντελόνι μου. Μου είπε “ηρέμησε, έτσι κάνουν οι ηθοποιοί, πρέπει να είσαι χαλαρός”. Πήγα στην τουαλέτα και όταν γύρισα, του είπα ότι δεν μου αρέσει αυτό. Εκείνος είχε ήδη ξεκουμπωθεί και αυνανιζόταν. Φαινόταν ότι ξενέρωσε, αλλά ήταν ευγενικός. Έφυγε κι εγώ κοιμήθηκα» είπε ο μάρτυρας και συμπλήρωσε ότι δεν είπε σε κανέναν τίποτα.
«Ένιωθα ντροπή. Είμαι από μια οικογένεια πολύ συντηρητική και δεν είχα γνώση τότε, δεν είχα σχέση, μια κοπέλα. Δεν ήξερα» ανέφερε.
Πρόεδρος: Φόβο νιώσατε;
Μάρτυρας: Ναι ένιωσα φόβο, αλλά δεν είπα σε κανένα τίποτα.
Στη συνέχεια, ο νεαρός άνδρας κατέθεσε ότι μετά από λίγες μέρες, ο Δημήτρης Λιγνάδης τον κάλεσε στην παράσταση που έπαιζε μαζί με δύο φίλους του. Μετά το τέλος της παράστασης, πήγαν στο σπίτι του, όπου εκεί τους έδωσε τσιγάρα κάνναβης.
«Δεν είχα ξανακάνει κάνναβη, αρχίσαμε να γελάμε με οτιδήποτε, δεν πολυκαταλάβαινα τι γινόταν. Μετά από λίγη ώρα, και αυτό είναι κάτι που δεν ξεχνάω από αυτή τη νύχτα, είχε βάλει ένα ελατήριο ανάμεσα στη μύτη του και μας είπε να πάμε στο δωμάτιο μαζί του. Να κάνουμε σεξουαλικές πράξεις. Αυτό μου δημιούργησε ένα άβολο αίσθημα, αποφασίσαμε να φύγουμε».
Για την ημέρα του καταγγελλόμενου βιασμού, ο μάρτυρας κατέθεσε:
«Μου είπε ότι “ήρθε η ώρα να δούμε τι θα κάνουμε, πώς θα προχωρήσουμε και πότε θα πάμε στον Ρουβά”. Μου έβαλε κάτι να πιω και να καπνίσω. Στριφτά τσιγάρα ήταν πάντως. Ήπια το πότο, έκανα και το τσιγάρο. Αυτή τη φορά όμως ήταν πολύ πιο διαφορετικό από άλλες φορές. Ένιωθα σαν ταχυπαλμίες, ότι δεν καταλαβαίνω τι γίνεται γύρω μου. Βγήκα έξω στο μπαλκόνι και έγειρα, έπεσα, στον καναπέ. Γιατί ένιωθα πολύ κλειστός στο σαλόνι. Ο κατηγορούμενος γδύθηκε τελείως, εγώ εκείνη τη στιγμή δεν μπορούσα να σηκώσω ούτε χέρι ούτε πόδι. Ο κατηγορούμενος πήρε τα κεφάλι μου άνοιξε το στόμα μου και έβαλε το πέος του στο στόμα μου. Ήθελα να γυρίσω από την άλλη, αλλά δεν μπορούσα. Ήθελα να μιλήσω, αλλά δεν μπορούσα. Έχασα τις αισθήσεις μου μετά από αυτό. Παίζει να κράτησε ένα δυο, τρία λεπτά. Έχασα τις αισθήσεις μου. Ξύπνησα την επόμενη ημέρα, με κάτω το παντελόνι και το εσώρουχό μου. Ήμουν έξω στο μπαλκόνι, κοίταζα γύρω μου να δω αν ήταν ο κατηγορούμενος. Δεν ήταν. Εκείνη τη στιγμή ένιωθα πολύ φόβο. Ήθελα να τρέξω να βρω έξω. Ντύθηκα πολύ γρήγορα, δεν τον είδα στο σαλόνι και άνοιξα την πόρτα και έφυγα. Πήγα στον φίλο μου, χτύπησα μου άνοιξε και μπήκα μέσα. Δεν είπα σε κανέναν τίποτα, δεν ήξερα τι είχε συμβεί. Θυμόμουν τα τελευταία λεπτά πριν λιποθυμήσω αλλά ήξερα ότι ο κατηγορούμενος με είχε βιάσει. Δεν με ρώτησε τίποτα. Μπήκα να κάνω μπάνιο».
Ο μάρτυρας υποστήριξε ότι την επόμενη μέρα αισθανόταν φόβο κι ένιωθε ότι πέρασε κάτι που δεν γνώριζε.
«Δεν με απασχόλησε η υγεία μου, με απασχόλησε η ψυχολογία μου, αυτό που είχα περάσει. Μου πήρε πολλά χρόνια να το διαχειριστώ μόνος αυτό το πράγμα. Επηρέασε τη φύση μου, άρχισα να νιώθω ενοχή, ότι εγώ έκανα κάτι λάθος. Όταν με ξαναπήρε τηλέφωνο, μετά από μέρες, του είπα να μην με ξαναπάρει γιατί θα του κάνω μήνυση και μου απάντησε ότι είχε καρκίνο στον λάρυγγα και πως η μητέρα του ήταν άρρωστη. Τότε εγώ δεν είχα τα κότσια να κάνω μήνυση. Οι γονείς μου ήταν μετανάστες, πρώτα θα σκότωναν εμένα και μετά τον ίδιο. Είπα να το κρατήσω μέσα μου. Έχω δικαιώματα, αλλά τότε δεν ήξερα πολλά. Με εκμεταλλεύτηκε, μου έδωσε το μικρό ψαράκι για να με τραβήξει έξω, εκμεταλλεύτηκε την αθωότητά μου. Δεν είχα εμπειρίες από τίποτα και προφανώς αυτό το είδε και ήμουν το κατάλληλο θύμα. Εγώ ήμουν σαφής με τον κατηγορούμενο, του είχα πει δεν είμαι ομοφυλόφιλος» ανέφερε ο μάρτυρας.
naftemporiki.gr