Του Δημήτρη Χατζηνικόλα
Σε μία από τις γνωστές αποφάσεις που μας συνηθίζει τα τελευταία χρόνια κατάληξε το χθεσινό συμβούλιο των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης σε ό,τι αφορά στη δεύτερη αξιολόγηση του τρίτου ελληνικού προγράμματος, επιχειρώντας αφενός να γεφυρώσει κάποιες εκ των διαφορών μεταξύ των εμπλεκομένων μερών, αφετέρου να κερδίσει λίγο ακόμη χρόνο για τα πλέον ακανθώδη ζητήματα.
Όπως παραδέχθηκε και ο επικεφαλής του Eurogroup Γερούν Ντέισελμπλουμ αλλά και το ΔΝΤ, για να φτάσουμε σε οριστική συμφωνία (staff level agreement) πρέπει ακόμη να γίνει αρκετή δουλειά σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων στην Αθήνα χωρίς ουδείς να μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο να προκύψουν νέες διαφωνίες σε σημεία τα οποία η χθεσινή απόφαση δεν φώτισε επαρκώς.
Φυσικά πέρα από τις όποιες τεχνικές διαπραγματεύσεις,εκκρεμεί το διπλό ραντεβού αύριο Τετάρτη στο Βερολίνο Μέρκελ – Λαγκάρντ και Μέρκελ – Γιούνκερ, προκειμένου να ληφθούν οι όποιες αποφάσεις τόσο για τη συμμετοχή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα όσο και για τα πρωτογενή πλεονάσματα μετά το 2018 και τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος.
Τα θετικά και τα αρνητικά της χθεσινής συμφωνίας
Στο θετικά για τη χώρα το γεγονός ότι ξαναρχίζει η διαπραγμάτευση με ορατό το ενδεχόμενο να φτάσουμε σε μία συμφωνία για κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης.
Επίσης, για πρώτη φορά, τουλάχιστον σε επίπεδο ρητορικής, ένα μέρος των δανειστών δείχνει να αντιλαμβάνεται ότι ο επταετής κύκλος της σκληρής λιτότητας θα πρέπει να τελειώνει και να δοθεί έμφαση στην ανάπτυξη και στην καταπολέμηση της ανεργίας.
Παράλληλα, σύμφωνα με την κυβέρνηση, όποια μέτρα έρθουν στη Βουλή (σίγουρα μείωση του αφορολόγητου και πιθανότατα μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης), θα έρθουν -«όλα μαζί σε ένα νομοσχέδιο»- και αντίστοιχα ισόποσα μέτρα όπως μείωση του ΕΝΦΙΑ (κατά 35 – 40 %, λένε στην κυβέρνηση), με συνολικό επανασχεδιασμό του φόρου με επαναφορά του Φ.Μ.Α.Π. -ώστε η μείωση να στοχεύει στα χαμηλά εισοδήματα-, μείωση του ΦΠΑ στην ενέργεια από το 13% στο 6%, μείωση του ΦΠΑ σε μεταφορές δημόσιες και ιδιωτικές από το 24% στο 13%, μείωση βασικών ειδών διατροφής από το 24% στο 13% και επανεξέταση των ασφαλιστικών εισφορών των ελεύθερων επαγγελματιών.
Για τη μείωση των δαπανών στο ασφαλιστικό, κυβερνητική πηγή σημειώνει πως συμφωνήθηκε να νομοθετηθεί αντίστοιχα αύξηση στοχευμένων δαπανών για την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους και της κοινωνικής προστασίας.
Στα θετικά επίσης είναι και η δυνατότητα επιστροφής της εργασιακής κανονικότητας των συλλογικών διαπραγματεύσεων νωρίτερα, δηλαδή πριν το τέλος του προγράμματος, όπως και η δέσμευση από πλευράς Κομισιόν να εξαιρεθεί από τις δαπάνες για τον υπολογισμό του πρωτογενούς πλεονάσματος ένα πρόγραμμα χρηματοδότησης ύψους 3 δισ. ευρώ για τη δημιουργία τουλάχιστον 100.000 θέσεων εργασίας τα επόμενα δυόμιση χρόνια.
Στα αρνητικά είναι ότι η ελληνική πλευρά δέχθηκε την νομοθέτηση μεταρρυθμίσεων που θα εφαρμοστούν από 01/01/2019 και μετά χωρίς την ύπαρξη ρήτρας αναίρεσης ή του λεγόμενου «κόφτη» σε περίπτωση που επιτευχθεί ο στόχος για το πλεόνασμα το 2019. Δηλαδή τα όποια μέτρα αποφασισθούν ήρθαν για να μείνουν. Επίσης η ασάφεια γύρω από το δημοσιονομικό μονοπάτι μετά το 2018, δηλαδή για τα πρωτογενή πλεονάσματα (το ύψος τους και για πόσα χρόνια) όπως και το γεγονός ότι δεν έγινε καμία αναφορά στα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος.
Χωρίς αυτά τα δύο πολύ δύσκολα το ΔΝΤ θα αποφασίσει τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα, ενώ και η ΕΚΤ και ο Μάριο Ντράγκι θα δυσκολευτούν να εντάξουν την Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Σύμφωνα πάντως με κυβερνητικές πηγές, μετά από την επίτευξη οριστικής συμφωνίας ο κ. Ντέισελμπλουμ θα ζητήσει την έκτακτη σύγκληση του Eurogroup, όπου και θα αποφασιστεί τόσο το θέμα των πρωτογενών πλεονασμάτων όσο και το θέμα της εφαρμογής των μεσοπρόθεσμων μέτρων για την απομείωση του χρέους.
Τέλος, όπως εκτιμά κορυφαίο κυβερνητικό στέλεχος, όταν η συμφωνία φτάσει στη Βουλή, «ακριβώς επειδή θα περιλαμβάνει και το σκέλος των ανταποδοτικών μέτρων», θα περάσει χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της συγκυβέρνησης.