Skip to main content

«Fake News: Τι κάνει η Ευρώπη;»- Τι λέει στη «Ν» η συγγραφέας Κλημεντίνη Διακομανώλη

«Ακαδημαϊκές έρευνες δείχνουν ότι οι ψευδείς ειδήσεις ταξιδεύουν δέκα φορές πιο γρήγορα από τις αληθινές ειδήσεις και σίγουρα πιο μακριά», αναφέρει στη «Ν», μετά από εκτενή έρευνα, η συγγραφέας του βιβλίου «Fake News: Τι κάνει η Ευρώπη;», Κλημεντίνη Διακομανώλη, συμπληρώνοντας ότι «έτσι είναι ‘προγραμματισμένος’ ο εγκέφαλός μας».

Όσο και αν αδυνατούμε να το πιστέψουμε, φαινόμενα παραπληροφόρησης, προπαγάνδας, χειραγώγησης και δημαγωγίας από φήμες και συκοφαντίες, είναι τόσο παλιά όσο και η ανθρωπότητα.

Απλώς σήμερα, διαθέτουμε πιο σύγχρονα «εργαλεία» διασποράς: Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. 

Η κ. Διακομανώλη, εκτός από συγγραφέας, είναι και στέλεχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με ειδίκευση σε θέματα Τύπου και Επικοινωνίας και μακρά επαγγελματική εμπειρία στο χώρο της ευρωπαϊκής ειδησεογραφίας και δημοσιογραφίας.

Είναι μια δυναμική γυναίκα με προβληματισμούς για την εξέλιξη του σύγχρονου κόσμου και όπως η ίδια αποκάλυψε κατά την παρουσίαση του βιβλίου της, που πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη 13 Οκτωβρίου στον «Ιανό», ένας άνθρωπος ο οποίος είναι μέσα στη ροή των γεγονότων, των πολιτικών, των ευρωπαϊκών, της ειδησεογραφίας, μοιραίως κάνει κάποιες σκέψεις. Ωστόσο, υπάρχουν κάποια διαστήματα πιο πυκνά πολιτικά, που καθιστούν πιο έντονες αυτές τις σκέψεις.

Ως εκ τούτου, η περίοδος που θεώρησε κατάλληλη για να προχωρήσει στη συγγραφή του βιβλίου της, ήταν αυτή της παραμονής των ευρωεκλογών, όπου, όπως υπενθυμίζει, παρουσιάστηκαν έντονα φαινόμενα ψευδών ειδήσεων. «Έχουν αντίκτυπο στη συμπεριφορά του ψηφοφόρου; Και σε τι μέτρο;», υπήρξαν μερικοί από τους προβληματισμούς της κ. Διακομανώλη.

Υπέρ της δια βίου μάθησης και κατά τη διάρκεια ενός σχετικού μεταπτυχιακού που παρακολούθησε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, η συγγραφέας του βιβλίου, ανακάλυψε πολλά και ενδιαφέροντα πράγματα, σχετικά με την παραπληροφόρηση και τις ψευδείς ειδήσεις, τα οποία αποτυπώνει με ιδιαιτέρως επεξηγηματικό τρόπο, επιδιώκοντας ταυτόχρονα να αποκαλύψει της ανησυχίες της ΕΕ, αλλά και να φωτίσει τις δράσεις που ακολουθεί, προκειμένου να αντιμετωπίσει το σημαντικό αυτό ζήτημα.

Διαπίστωσε δε, ότι οι ψευδείς ειδήσεις μας επηρεάζουν πολύ, αλλά με ένα τρόπο  υποδόριο, μη αναγνωρίσιμο και μη μετρήσιμο.

«Όλοι ‘καταπίνουμε’ τις λάθος ειδήσεις χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε», δηλώνει χαρακτηριστικά η κ. Διακομανώλη.

Η «προδιάθεση» στα «fake news» και ο ρόλος των αλγορίθμων  

Μιλώντας στη δημοσιογράφο της «Ν», Μαρία Βε, η κα. Διακομανώλη τονίζει ότι η συμπεριφορική επιστήμη έχει αποδείξει ότι οι άνθρωποι, έχουν προδιάθεση να προσανατολίζονται προς τα αρνητικά νέα, στα πιο εντυπωσιακά και σε αυτά που απευθύνονται στο συναίσθημα.

Όπως εξηγεί, όσοι διασπείρουν σκόπιμα ψευδείς ειδήσεις, φροντίζουν να τις «εξοπλίσουν» με αυτά τα χαρακτηριστικά, ώστε να προσελκύσουν την προσοχή του χρήστη, ενώ, από εκεί και πέρα δρουν οι αλγόριθμοι, οι οποίοι με αυτοματισμό ανεβάζουν την δημοφιλία αυτών των ειδήσεων και ωθούν στην ευρεία διασπορά τους. Έτσι, τα «fake news», έχουν μια ανεξέλεγκτη πορεία και ζωή στο διαδίκτυο.

Ερωτηθείσα για το τι θα μπορούσαμε να κάνουμε εμείς οι πολίτες, ώστε να προστατευτούμε από αυτές τις κακόβουλες πρακτικές, συμβουλεύει ότι «στον πολύπλοκο σημερινό ψηφιακό κόσμο, οι πολίτες πρέπει να κάνουν αρχικά κάτι πολύ απλό: να μην δίνουν αυτή τη δυνατότητα στους αλγόριθμους κάνοντας share μια δημοσίευση, για την οποία δεν είναι απόλυτα σίγουροι ότι είναι αξιόπιστη», ενώ επικαλείται την κοινή λογική των ανθρώπων, λέγοντας πως «εμείς οι ίδιοι χρησιμοποιώντας την κοινή λογική μας και κάποια αυξημένα αντανακλαστικά επιφύλαξης, μπορούμε να συμβάλουμε στην καταπολέμηση της παραπληροφόρησης». 

Εκφράζει επίσης την άποψη ότι «όλοι είμαστε θύματα των fake news: μιλώντας με στοιχεία, σε ειδικό ερώτημα προσφάτου Ευρωβαρομέτρου, οι μισοί ευρωπαίοι πολίτες δηλώνουν ότι συναντούν ψευδείς ειδήσεις στο διαδίκτυο τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα. Και αυτό είναι, μάλλον, μόνο ό,τι έχει υποπέσει στην αντίληψή μας, γιατί το υπόλοιπο δεν το υποψιαζόμαστε καν!».

Θα μπορούσε η Ελλάδα να βιώσει «φαινόμενα Ντόναλντ Τραμπ»;

Ο Ντόναλντ Τραμπ, κατάφερε να χαρακτηριστεί ως «η μεγαλύτερη πηγή παραπληροφόρησης» για τον κορωνοϊό, σύμφωνα με έρευνα του πανεπιστημίου Κορνέλ.

Πολλοί εκτιμούν ότι κατά την προεκλογική περίοδο, πλήθος ψευδών ειδήσεων, βοήθησαν στο να γείρει η πλάστιγγα υπέρ του Τραμπ και έτσι να κερδίσει τις εκλογές, ενώ τον βλέπουμε να διαδίδει ακόμη και σήμερα ότι, οι εκλογές του 2020 «εκλάπησαν» από τον διάδοχό του, Τζο Μπάιντεν.

Μάλιστα πρόσφατα έχουν αυξηθεί και οι υποστηρικτές του, ενώ πολλοί προβληματίζονται για το πόσο πιθανό είναι να βιώσουμε τέτοιου είδους ακραία φαινόμενα και στην ΕΕ στο μέλλον.

Η κα. Διακομανώλη, διατείνεται ότι  η Ευρώπη έχει ήδη καλύτερα ανακλαστικά από την Αμερική και λόγω των δράσεων που έχουν αποφασιστεί σε νομοθετικό επίπεδο από το 2018. Αναφέρει μάλιστα ως παράδειγμα τον -μοναδικό σε παγκόσμιο επίπεδο- Κώδικα Δεοντολογίας για τις ψηφιακές πλατφόρμες. 

Παράλληλα, σημειώνει ότι τα διαθέσιμα στοιχεία για την επιρροή της παραπληροφόρησης σε πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις την Ευρώπη (πολλά από τα οποία έχει συμπεριλάβει στο βιβλίο της), αποδεικνύουν ότι οι ψευδείς ειδήσεις δρουν με τρόπο υποδόριο, επηρεάζοντας αρνητικά το εκλογικό σώμα, κυρίως με την πρόκληση μιας γενικευμένης δυσπιστίας και απαξίωσης.

«Αυτός», προσθέτει, «είναι και ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη δημοκρατία. Ότι μέσω της κακής ενημέρωσης (δηλαδή καταναλώνοντας ψευδείς ειδήσεις), μπορεί να δημιουργηθεί στην κοινωνία το αντανακλαστικό της ‘εξ ορισμού δυσπιστίας’ (disbelief by default), το οποίο μπορούμε να φανταστούμε πόσο καταστροφικό μπορεί να είναι».

Τι είναι η «Ψηφιακή Παιδεία» που εισάγει η ΕΕ; 

Σχετικά με το μέτρο της «Ψηφιακής Παιδείας» της ΕΕ, η κ. Διακομανώλη, σημειώνει ότι πρόκειται για τον ειδησεογραφικό γραμματισμό, όπως αποδίδεται ο αγγλικός όρος «media literacy».

«Είναι ουσιαστικά η προσπάθεια ευαισθητοποίησης του πολίτη αλλά και η ενημέρωση του κοινού, σχετικά με τις ψευδείς ειδήσεις και γενικά για τα χαρακτηριστικά και τους κινδύνους της ψηφιακής ενημέρωσης και επικοινωνίας», διευκρινίζει, συμπληρώνοντας ότι «Ο ψηφιακός κόσμος δεν είναι αγαθός και η ευκολία που προσφέρει στους χρήστες, την οποία απολαμβάνουμε, προσφέρεται και στους κακόβουλους παράγοντες που έχουν σκοπό τη χειραγώγηση».

Ταυτόχρονα, εξηγεί πως η ΕΕ έχει δημιουργήσει σχετικά εργαλεία για τους νεότερους ανθρώπους, κυρίως για τους μαθητές, όπως για παράδειγμα ένα ευχάριστο toolkit που μπορεί να συζητηθεί από καθηγητές και μαθητές στο σχολείο.

Όσον αφορά την Ελλάδα, η κ. Διακομανώλη εκφράζει την ικανοποίησή της, καθώς παρατηρεί ότι σχετικές ιδιωτικές πρωτοβουλίες έχουν κάνει την εμφάνισή τους, γεγονός που όπως υποστηρίζει, «σημαίνει ότι αρχίζουμε και συνειδητοποιούμε πόσο προσεκτικοί πρέπει να είμαστε στον ψηφιακό κόσμο».

Ωστόσο, υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικό οι ίδιες οι χώρες να ενισχύσουν την ψηφιακή παιδεία και τον γραμματισμό στα μέσα ενημέρωσης με σχετικές δράσεις.

«Θα έλεγα ότι και οι επαγγελματίες της ενημέρωσης και της δημοσιογραφίας θα πρέπει να ασχοληθούν με το θέμα αυτό, όπως και ο ακαδημαϊκός χώρος. Χρειάζεται προσέγγιση πολυεπίπεδη και ολιστική», δηλώνει χαρακτηριστικά.

Το σκεπτικό αλλάζει- Να είμαστε όμως σε επιφυλακή

Σε ερώτηση για το εάν το σκεπτικό στην Ελλάδα έχει μεταβληθεί από το 2018, όταν έρευνα του Ευρωβαρόμετρου έδειχνε ότι μόνο το 25% πίστευε ότι η ΕΕ έπρεπε να σταματήσει την εξάπλωση ψευδών ειδήσεων, ενώ το 40% δήλωνε ότι αυτό ήταν δουλειά των δημοσιογράφων, η κα. Διακομανώλη απαντά ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει.

Αυτό, όπως υποστηρίζει, οφείλεται ίσως και στη μεγάλη χρήση (ή κατάχρηση) της ψηφιακής επικοινωνίας κατά τη διάρκεια της πανδημίας, που αποκάλυψε  πόσο βλαβερή μπορεί να είναι η λάθος ενημέρωση.

«Ας μη ξεχνάμε ότι υπήρξαν και θάνατοι ανθρώπων που πίστεψαν ψευδείς ειδήσεις στο διαδίκτυο. Έτσι τέθηκε στο δημόσιο διάλογο το θέμα της «πανδημίας των «fake news» (infodemic)», προσθέτει. 

Αποκαλύπτει επίσης ότι, σύμφωνα με πρόσφατο Ευρωβαρόμετρο, πλέον, το 80% των ευρωπαίων πιστεύουν ότι οι ψευδείς ειδήσεις πλήττουν τη δημοκρατία.

«Μένει να είμαστε σε επιφυλακή για ο,τιδήποτε βλέπουμε στο διαδίκτυο με τη συνείδηση ότι ο ψηφιακός κόσμος περιέχει πολύ ψέμα και η χειραγώγηση παραμονεύει. Ας μην είμαστε αφελείς», καταλήγει η κα. Διακομανώλη.   

Μ. Σχοινάς: Επιδίωξη δεν είναι η δημιουργία «Υπουργείων Αλήθειας»

«Η Ευρώπη δεν κάθεται με σταυρωμένα χέρια», σημειώνει ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Μαργαρίτης Σχοινάς, ο οποίος προλογίζει το βιβλίο της κ. Διακομανώλη, τονίζοντας ότι είναι μια χρήσιμη συμβολή στις προσπάθειες τις ΕΕ να διαφυλάξει πλήρως την ανθεκτικότητα των δημοκρατιών, σε αυτό το σημερινό τεράστιο και συχνά ανεξέλεγκτο διαδικτυακό κόσμο.

Με αφορμή τη συγγραφή του βιβλίου, ο κ. Σχοινάς, μίλα για «πόλεμο» και μια «συνεχώς μεταβαλλόμενη απειλή», αναφέροντας ότι  οι τακτικές που χρησιμοποιούνται από κακόβολες δυνάμεις μέσα και έξω από την ΕΕ, εξελίσσονται με τέτοια ταχύτητα, που συχνά ξεπερνούν τα μέτρα που έχουν υιοθετηθεί από τα κράτη- μέλη και τις τεχνολογικές πλατφόρμες για την αντιμετώπισή τους.

Ωστόσο, όπως υποστηρίζει, ήδη από το 2018, η ΕΕ έχει υιοθετήσει μια ισορροπημένη, ολοκληρωμένη ευρωπαϊκή προσέγγιση απέναντι σε αυτά τα φαινόμενα.

Σύμφωνα με τον κ. Σχοινά, η ΕΕ επικεντρώθηκε εξ’ αρχής σε τρεις βασικές πτυχές του προβλήματος:

  • Τις πηγές παραπληροφόρησης
  • Τις διαφορετικές διόδους που χρησιμοποιούνται για τη διασπορά ψευδών ειδήσεων και
  • Τους στόχους των κακόβουλων επιθέσεων

Παράλληλα, αναφέρει ότι η ΕΕ, έχει παρουσιάσει ένα ολοκληρωμένο ευρωπαϊκό σχέδιο δράσης για τη δημοκρατία, το οποίο απαντά στις προκλήσεις που θέτουν για τα δημοκρατικά συστήματα, η άνοδος του εξτρεμισμού και η απόσταση που συχνά αισθάνονται οι πολίτες από την πολιτική.

Επίσης, αναφέρει πως έχουν θεσπιστεί μέτρα για την διεξαγωγή ελεύθερων και δίκαιων εκλογών, την ενίσχυση της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης και την καταπολέμηση της παραπληροφόρησης.

Ταυτόχρονα, σημειώνει ότι έχει προταθεί πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες, που καθορίζει συγκεκριμένους κανόνες, ώστε οι ψηφιακές πλατφόρμες να λογοδοτούν σε ό,τι αφορά το περιεχόμενο, τις διαφημίσεις και τους αλγορίθμους που προωθούν και εφαρμόζουν.

Συμπληρώνει ακόμη ότι η ΕΕ έχει παρουσιάσει μέτρα για την ενίσχυση του κώδικα πρακτικής για την παραπληροφόρηση, με στόχο τη δημιουργία ενός πιο διαφανούς, πιο αφαλούς και πιο αξιόπιστου διαδικτυακού περιβάλλοντος.

Δεν παραλείπει όμως να υπογραμμίσει ότι αυτές οι ενέργειες θα αποδειχθούν αποτελεσματικές, μόνο εάν συνοδεύονται από σαφή πολιτική βούληση, για την αισθητοποίηση της κοινής γνώμης, την ενίσχυση της συλλογικής μας άμυνας, και την προστασία των δημοκρατιών και των ευρωπαϊκών αξιών της ΕΕ.

«Στόχος δεν είναι η δημιουργία ‘Υπουργείων Αλήθειας’», δηλώνει χαρακτηριστικά ο κ. Σχοινάς.

Το πρώτο ολοκληρωμένο «εγχειρίδιο προστασίας», απέναντι στα «fake news»

Η κα. Διακομανώλη συγκέντρωσε στοιχεία από τη διεθνή βιβλιογραφία, δημιουργώντας ένα χρησιμότατο «εργαλείο» για την προστασία των πολιτών, απέναντι σε φαινόμενα παραπληροφόρησης και ψευδών ειδήσεων.

Με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου, τέσσερις ξεχωριστοί ομιλητές στην παρουσίαση του βιβλίου της, συζήτησαν για τα «fake news» και την παρουσία τους στην ελληνική πραγματικότητα.

Ο κ. Νίκος Παναγιώτου, Αν. Καθηγητής στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας του ΑΠΘ, τόνισε εκτός άλλων ότι, το βιβλίο δίνει ορατότητα σε αυτό που πολλές φορές έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε αποστασιοποιημένα, σε αυτό που συχνά απαξιώνουμε και λέμε ότι η ΕΕ είναι ουραγός των εξελίξεων.

Ανέφερε δε ότι το βιβλίο αποκαλύπτει ότι η ΕΕ είναι εκείνη που άνοιξε το δρόμο και τη συζήτηση, θεσπίζοντας ένα ρυθμιστικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση των φαινομένων της μεγάλης πλατφόρμας.

Ως δημοσιογράφος, ο κ. Δημήτρης Ξενάκης, σημείωσε ότι το βιβλίο θα αποδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμο στο μέλλον, ακόμη και για την ορολογία του. Εκτίμησε επίσης ότι ο λόγος που ο κόσμος εμφανίζεται τόσο επιρρεπής στα «fake news», είναι διότι έχει κλονιστεί η εμπιστοσύνη του στους θεσμούς. Σε αυτό το πλαίσιο, συνέχισε ο κ. Ξενάκης, η Ευρώπη δείχνει ότι προσπαθεί, αλλά χρειάζεται και οι χώρες να συμβάλουν σε αυτή την προσπάθεια, με τη βοήθεια των μέσων ενημέρωσης και των δημοσιογράφων.

«Ο κόσμος καταναλώνει την πληροφορία με διαφορετικό τρόπο από ότι συνέβαινε παλιά», δήλωσε ο δημοσιογράφος κ. Θοδωρής Γεωργακόπουλος, προσθέτοντας ότι τώρα οι ταυτότητές μας ως πολίτες, είναι πολύ πιο ισχυρές. Εντούτοις, όπως σημείωσε, τα «fake news» είναι δύσκολο να αντιμετωπιστούν, καθώς συγκεκριμένες ομάδες, νιώθουν αποξενωμένες και έτσι βρίσκουν ένα πάτημα για να δέσουν ένα αφήγημα, προκειμένου να αντιμετωπίσουν άλλες ανησυχίες τους.

Όπως είπε, το βιβλίο της κας. Διακομανώλη, καταγράφει αυτό το φαινόμενο με πρωτοφανή επιστημονικότητα, ενώ συγκεντρώνει όλα τα στοιχεία για τις πρωτοβουλίες της ΕΕ, που οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν.  

Ο κ. Στρατής Τριλίκης, δημοσιογράφος και διευθυντής προγραμμάτων της πρωτοβουλίας iMEdD, με σκοπό την προαγωγή και ενίσχυση της διαφάνειας, της εγκυρότητας και της ανεξαρτησίας στη δημοσιογραφία, ανέφερε εκτός άλλων ότι, το βιβλίο αποκαλύπτει πολλά στοιχεία για τους τρόπους που η ΕΕ χειρίζεται την κατάσταση, τα οποία δεν είναι ευρέως γνωστά.

Τόνισε ακόμη τους κινδύνους των «fake news» για τη δημοκρατία, λέγοντας ότι η δημοσιογραφία είναι εκείνη που θα πρέπει να τα αποδημήσει, χτίζοντας ξανά ένα πλαίσιο εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτών και μέσων ενημέρωσης.