Επιφυλακτικοί ως προς το αν οι δύο δονήσεις που σημειώθηκαν κοντά στη Χαλκίδα ήταν οι κύριοι σεισμοί εμφανίζονται οι σεισμολόγοι, σημειώνοντας πάντως ότι η σεισμική ακολουθία με τους αρκετούς μικρούς μετασεισμούς, αποτελεί σημάδι εκτόνωσης της σεισμικής δραστηριότητας.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών οι δύο σεισμοί ήταν μεγέθους 5,1 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ και εκδηλώθηκαν με χρονική απόκλιση μόλις τεσσάρων λεπτών: στη 01:05 ο πρώτος και στη 01:09 ο δεύτερος.
Η διπλή δόνηση αναστάτωσε την ευρύτερη περιοχή της Εύβοιας, της Αθήνας, της Βοιωτίας και της Φθιώτιδας, ενώ έγινε αισθητή ακόμη και σε περιοχές της Θεσσαλίας και της Πελοποννήσου, χωρίς ωστόσο να υπάρξουν μέχρι στιγμής αναφορές για θύματα ή ζημιές.
Με δηλώσεις του ο διευθυντής του Γεωδυναμικού ινστιτούτου Άκης Τσελέντης δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να υπάρξει σεισμός μεγαλύτερου μεγέθους στην περιοχή του Ευβοϊκού Κόλπου. Ο κόσμος πρέπει να προσέχει γιατί η περιοχή που έδωσε τις δύο δονήσεις τα ξημερώματα είναι μεγάλης σεισμικότητας, σημείωσε.
Ο κ. Τσελέντης διευκρίνισε επίσης ότι το επίκεντρο των σεισμών δεν προέρχεται από το ρήγμα της Αταλάντης, αλλά είναι πολύ κοντά σ’ αυτό.
Αλλά και καθηγητής Γεωλογίας και πρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας Ευθύμιος Λέκκας εκτίμησε σε τηλεοπτικές του δηλώσεις ότι δεν υπάρχει ενδεχόμενο ενεργοποίησης του γνωστού ρήγματος της Αταλάντης. «Το ρήγμα της Αταλάντης δεν έχει τη δυνατότητα να δώσει ένα μεγάλο σεισμό αυτό το χρονικό διάστημα. Υπάρχουν όμως άλλα μικρότερα ρήγματα στην περιοχή που ενεργοποιήθηκαν και έδωσαν τους σημερινούς σεισμούς», ανέφερε.
Πρόσθεσε επίσης πως το γεγονός ότι έχουμε να κάνουμε, όπως είπε, με αρκετούς μετασεισμούς, σημαίνει πως «αποφορτίζεται η κατάσταση».
Μιλώντας στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο κ. Λέκκας εξέφρασε στη συνέχεια την εκτίμηση ότι οι δύο σεισμικές δονήσεις οφείλονται στην ενεργοποίηση ρηγμάτων που δεν έχουν τη δυνατότητα για μεγάλα σεισμικά μεγέθη. Ο ίδιος δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο νέων δονήσεων που μπορεί να φτάσουν έως 5,2 ή και 5,3 Ρίχτερ, αλλά όπως ανέφερε, πιθανότερο είναι να υπάρξει «ένας σεισμός της τάξης των 4,7 ή και 4,8 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ», χωρίς αυτό να είναι ανησυχητικό.
«Είναι θετικό ότι αποσβένεται σιγά-σιγά η ενέργεια με τους μετασεισμούς που εκδηλώνονται. Είναι μάλιστα πολύ θετικό να εκδηλωθούν κι άλλοι μετασεισμοί ανάλογου μεγέθους ώστε να αποσβεστεί πλήρως η όλη διαδικασία», τονίζει.
Ξεκαθάρισε επίσης πως οι δυο δονήσεις δεν οφείλονται σε «γενικότερη σεισμική διέγερση». «Και στην Εύβοια οι σημερινοί σεισμοί είναι ένα μεμονωμένο γεγονός, δεν συνδέεται η περιοχή γενετικά με τις άλλες περιοχές όπως η Κεφαλονιά, η Κέρκυρα, η Κρήτη και το Αίγιο, όπου είχαμε σεισμούς πριν λίγες ημέρες. Είναι μια ανεξάρτητη περιοχή που χαρακτηρίζεται από την παρουσία αρκετών ρηγμάτων με διεύθυνση βορειοδυτικά-νοτιοανατολικά και έχει δώσει στο παρελθόν αρκετά μεγάλους σεισμούς», υπογράμμισε.
Την άποψη ότι το επίκεντρο των σημερινών σεισμών δεν βρίσκεται στο ρήγμα της Αταλάντης αλλά λίγο νοτιότερα και κοντά σε αυτό, διατύπωσε ο διευθυντής ερευνών του Γεωδυναμικού Ιστιτούτου, Γιώργος Δρακάτος.
Ο ίδιος ανέφερε πως είναι νωρίς για να ειπωθεί με σιγουριά εάν οι δύο σεισμικές δονήσεις ήταν οι κύριοι σεισμοί. «Μέσα σε πέντε και έξι ώρες δεν έχουμε μια ξεκάθαρη εικόνα ακόμη για να μιλήσουμε με βεβαιότητα. Μιλάμε με εκτιμήσεις παρακολουθώντας την εξέλιξη της δραστηριότητας», εξήγησε.
Σημείωσε ακόμη ότι μετά τις διπλές δονήσεις ακολούθησαν δεκάδες μικρότερες, ενώ από αυτές, περίπου 10 με 12 ήταν μεταξύ 3 και 3,9 βαθμών. Εξήγησε δε ότι οι δύο σεισμοί έγιναν αισθητοί σε πολλές περιοχές γιατί ηταν επιφανειακοί και προέρχονταν από μία περιοχή σε κεντρικό σημείο της χώρας.
Είναι πολύ νωρίς να πούμε εάν πρόκειται για τους κύριους σεισμούς, δήλωσε με τη σειρά του ο καθηγητής σεισμολογίας του ΑΠΘ Κώστας Παπαζάχος. Η περιοχή παρουσιάζει σημαντική σεισμικότητα και για το λόγο αυτό πρέπει να υπάρχει ετοιμότητα, επεσήμανε αν και, όπως παρατήρησε στη συνέχεια, είναι πολύ πιθανό «να ξεχάσουμε τους δύο σεισμούς τις επόμενες μέρες».
Δεν έχουμε καμιά ένδειξη για άμεσα επερχόμενο μεγάλο σεισμό από τον εστιακό χώρο του Ευβοϊκού Κόλπου δήλωσε από την πλευρά του ο ομότιμος καθηγητής σεισμολογίας Βασίλης Παπαζάχος. Όλη η χώρα μας είναι μια σεισμογενής περιοχή κι έτσι πρέπει να μάθουμε να ζούμε, πρόσθεσε.
naftemporiki.gr με πληροφορίες και από ΑΜΠΕ