Του Γιάννη Καμπουράκη
[email protected]
Η αντίδραση της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας ώστε να ξεφύγει από τον εγκλωβισμό της που προκάλεσε η κίνηση της Ν.Δ. να στηρίξει την αναθεώρηση του άρθρου 32 και έτσι να «κάψει» το σενάριο της «δεξιάς παρένθεσης» με έκτακτες εκλογές το 2020 λόγω αδυναμίας εκλογής Προέδρου Δημοκρατίας, γυρίζει μπούμερανγκ για την κυβέρνηση.
Αυτός είναι ο λόγος που το Μαξίμου αναγκάστηκε αργά χθες βράδυ σε αναδίπλωση και επιχείρησε να διαψεύσει σχέδιο για αποχή κυβερνητικών βουλευτών από την ψηφοφορία για την αναθεώρηση του άρθρου, το οποίο είχε διαρρεύσει λίγο πριν στους κοινοβουλευτικούς συντάκτες ο γενικός εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργος Κατρούγκαλος.
Όλη η ιστορία ξεκινά από την κίνηση της αξιωματικής αντιπολίτευσης να στηρίξει επί της αρχής την πρόταση της πλειοψηφίας για αναθεώρηση του άρθρου 32, δηλαδή την αποσύνδεση της εκλογής Προέδρου Δημοκρατίας από τη διάλυση της Βουλής και τη διενέργεια πρόωρων εκλογών, χωρίς να στηρίζει το περιεχόμενο.
Στη Ν.Δ. είχαν μελετήσει την κίνηση, είχαν συμβουλευτεί συνταγματολόγους ότι δύνανται να προχωρήσουν σε τέτοια κίνηση που τους έδινε το δικαίωμα αφενός να περάσει από την παρούσα Βουλή η αναθεώρηση του άρθρου 32 με 180 βουλευτές (εφόσον η πρόταση ήταν του ΣΥΡΙΖΑ) και αφετέρου να ψηφίσει ως επόμενη πλειοψηφία άλλη διαδικασία από αυτήν που προτείνει σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ασφαλείς πληροφορίες της «Ν» αναφέρουν ότι και οι επιτελείς του ΣΥΡΙΖΑ απευθύνθηκαν σε συνταγματολόγους που εμπιστεύονται για να τους πουν αν μπορεί η αξιωματική αντιπολίτευση να κινηθεί κατ΄ αυτόν τον τρόπο, πήραν θετική απάντηση, αλλά παρ’ όλα αυτά επέμειναν να λένε ότι η Ν.Δ. δεν μπορεί να ψηφίζει επί της αρχής θετικά, χωρίς να ψηφίζει θετικά και για τη διαδικασία που θα ακολουθηθεί.
Η οποία, παρεμπιπτόντως, ήταν σκοπίμως πολύχρονη και παραλυτική, ώστε να μην περάσει με 180 ψήφους από αυτή τη Βουλή και τελικά το άρθρο 32 να μην αναθεωρηθεί. Έπειτα από αυτήν την εξέλιξη η κυβέρνηση γνώριζε ότι είχε τρεις επιλογές για να αποτρέψει την επί της αρχής αναθεώρηση του άρθρου 32 με περισσότερους από 180 βουλευτές. Είτε να προκαλέσει άμεσα πρόωρες εκλογές διακόπτοντας τη διαδικασία Συνταγματικής Αναθεώρησης, είτε αποσύροντας την πρότασή της, είτε αποσύροντας βουλευτές της από την ψηφοφορία.
Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών είπε πως επειδή η Ν.Δ. για λόγους τακτικής σκέπτεται να υπερψηφίσει τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ ακόμα και αν διαφωνεί με αυτές, η κυβέρνηση σκέπτεται είτε να αλλάξει την αρχική της πρόταση, είτε να βάλει βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ να μην ψηφίσουν την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ. Με αυτόν τον τρόπο, θα προσπαθούσε να αποτρέψει η πρόταση της πλειοψηφίας για την αναθεώρηση του άρθρου 32 να περάσει με πλειοψηφία άνω των 180 βουλευτών, κάτι που θα σήμαινε ότι η επόμενη κυβέρνηση θα μπορούσε να τροποποιήσει ακόμη και μόνη της, με 151 ψήφους, το περιεχόμενο όσων άρθρων συγκέντρωσαν αυτή την αυξημένη πλειοψηφία, μεταξύ αυτών και το 32 για την αποσύνδεση διάλυσης της Βουλής από την εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας.
«Σε αυτό μπορεί να απαντήσουμε και εμείς με έναν τρόπο που υπό άλλες συνθήκες δεν θα το κάναμε» είπε επί λέξει ο κ. Κατρούγκαλος, εννοώντας ακριβώς αυτό. Ότι δηλαδή, κυβερνητικοί βουλευτές θα απείχαν από τις ψηφοφορίες, ώστε η Ν.Δ. να μην πετύχει τον σκοπό της, να «κάψει» οριστικά το σενάριο της «δεξιάς παρένθεσης» στο οποίο ως φαίνεται, επενδύει ο ΣΥΡΙΖΑ.
«Είναι η πρώτη φορά που μια κυβέρνηση όχι μόνον ομολογεί ότι θα χάσει τις επόμενες εκλογές, αλλά ότι ο αντίπαλός της θα έχει και την αυτοδυναμία. Για να ολοκληρωθεί η πλήρης αυτογελοιοποίηση της κυβέρνησης-κουρελού, προτείνουμε στους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που θα καταψηφίσουν τις προτάσεις τους, να πάνε μετά, όλοι μαζί, και για γκαζόζες…» ήταν η διαρροή της Πειραιώς στα όσα είπε ο κ. Κατρούγκαλος.
Το κλίμα και ο θόρυβος που προκλήθηκε ανάγκασε τον κ. Κατρούγκαλο, από το βήμα της Βουλής, να πει ότι αυτά που ο ίδιος αποκάλυπτε λίγη ώρα πριν στους δημοσιογράφους ήταν «fake news». «Πληροφορήθηκα ότι επί αυτού του fake news τοποθετήθηκε η Ν.Δ., αυτό είναι τεράστιο ολίσθημα. Εγώ είπα ότι είναι κοινοβουλευτική πονηριά για τη Ν.Δ. να λέει ότι ψηφίζει διατάξεις με τις οποίες δεν συμφωνεί και συμπληρώνει το ατόπημα, σχολιάζοντας δήλωση που δεν έγινε ποτέ!» είπε επί λέξει ο κ. Κατρούγκαλος.
Η τοποθέτηση Κατρούγκαλου προκάλεσε και την ενεργοποίηση του Μαξίμου, το οποίο επιχείρησε να διαψεύσει τις αρχικές δηλώσεις Κατρούγκαλου στους δημοσιογράφους και κατόπιν να καταγγείλει για πολιτικά παιχνίδια τη Ν.Δ.
«Η Νέα Δημοκρατία από την πρώτη στιγμή που άνοιξε η δημόσια συζήτηση για τη συνταγματική αναθεώρηση επιχείρησε να παίξει πολιτικά παιχνίδια και με τις παλινωδίες της θέλησε να υποβαθμίσει και να ευτελίσει την κορυφαία θεσμική διαδικασία του πολιτεύματος. Ήταν εξάλλου εκείνη που μέχρι την τελευταία στιγμή άλλαζε θέσεις για την συμμετοχή της ή μη στη διαδικασία» ανέφερε η ανακοίνωση του Μαξίμου και συνέχιζε:
«Τα ίδια συνεχίζει και σήμερα με την υιοθέτηση ανυπόστατων σεναρίων περί δήθεν αποχώρησης βουλευτών της πλειοψηφίας από τη διαδικασία. Η Ν.Δ. επιμένει να αντιλαμβάνεται την αναθεώρηση σαν ένα παιχνίδι συναλλαγής και ανταλλαγής, απειλώντας ότι δεν θα υποστηρίξει ακόμη και ώριμες μεταρρυθμίσεις αν δεν γίνει αποδεκτό το σύνολο της νεοφιλελεύθερης ατζέντας της. Η συναίνεση δεν είναι όμως συναλλαγή».
Όπως ήταν αναμενόμενο, η ανακοίνωση του Μαξίμου, έφερε και νέα ανακοίνωση από την Πειραιώς, η οποία σημείωνε: «Ο αυτοεξευτελισμός της κυβέρνησης-κουρελού δεν έχει πλέον όρια. Υπό το βάρος της αντίδρασης της Ν.Δ., το Μαξίμου διέψευσε όσα είπε δημοσίως στη Βουλή ο κ. Κατρούγκαλος παρουσία 20 δημοσιογράφων και των Ευ. Βενιζέλου και Θοδ. Παπαθεοδώρου. Τους παραδίδουμε πλέον στη χλεύη των πολιτών. Είναι η μόνη που τους αξίζει».
Παρέμβαση Κοντονή
Η συζήτηση ξεκινά σήμερα το μεσημέρι και οι πληροφορίες είναι συγκεχυμένες. Κάποιες μιλούν για δυσαρέσκεια Μαξίμου κατά του Γ. Κατρούγκαλου υπό την έννοια ότι με τους χειρισμούς τους εξέθεσε την κυβέρνηση, άλλες αναφέρουν ότι ο κ. Κατρούγκαλος ήταν -όπως είναι λογικό- σε απόλυτη συνεννόηση με το Μαξίμου.
Σε κάθε περίπτωση, σε δύσκολη θέση έφερε την κυβέρνηση η παρέμβαση του πρώην υπουργού Δικαιοσύνης Σταύρου Κοντονή, ο οποίος τοποθετήθηκε στο βήμα της Βουλής, εφόσον όλα τα παραπάνω ήταν γνωστά. «Δεν είναι σωστή προσέγγιση εκείνη η οποία λέει ότι η επόμενη Βουλή, η οποία θα προκύψει μετά από εκλογές, δεσμεύεται από τις απόψεις τις οποίες έχει εκφράσει η προηγούμενη Βουλή. Δεν λαμβάνει υπόψη της ότι και σε αυτή την περίπτωση υπάρχει ένας ενδιάμεσος κρίκος, μεταξύ της Βουλής που προτείνει και της αναθεωρητικής Βουλής που θα αποφασίσει», είπε χαρακτηριστικά σημειώνοντας ωστόσο ότι «η προσέγγιση της Ν.Δ. δεν έχει κανένα έρεισμα στο πνεύμα και στο γράμμα του Συντάγματος».
«Δεν πρέπει να υπάρχει καμία συσχέτιση της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας με τη λαϊκή βούληση. Όποιος λέει ότι δεν έχει αρμοδιότητες ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κάνει λάθος. Άλλο οι υπερεξουσίες όπως το ότι μονομερώς ο ΠτΔ μπορούσε να διαλύσει τη Βουλή. Ο ΠτΔ πρέπει να εκλέγεται από το Κοινοβούλιο. Να δούμε πως θα αποσυνδεθεί η εκλογή του Προέδρου από τη διάλυση της Βουλής αλλά αν παρεμβληθεί το εκλογικό σώμα τότε πλέον αλλοιώνεται η μορφή του πολιτεύματος και δεν νομίζω ότι κανένας δεν θέλει να ζήσουμε καταστάσεις που μπορεί να πυροδοτούν εντάσεις τραγικές», κατέληξε, διαφωνώντας και με το σκέλος της πρότασης της πλειοψηφίας για προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία, αν οι έξι διαδοχικές ψηφοφορίες στη Βουλή για εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας καταστούν άγονες.