«Δυνατότητα να αποκατασταθεί ένα αρνητικό σημείο της απόφασης» στην υπόθεση της Χρυσής Αυγής θεωρούν οι συνήγοροι πολιτικής αγωγής που εκπροσωπούν τον Αιγύπτιο αλιεργάτη Αμπουζίντ Εμπάρακ, την έφεση που άσκησε χθες ο εισαγγελέας Εφετών, Στέλιος Κωσταρέλος, κατά της απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων για το ύψος των ποινών που επιβλήθηκαν στη διευθυντική ομάδα της οργάνωσης και στους δράστες της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά του αλιεργάτη.
Οι συνήγοροι πολιτικής αγωγής, Κώστας Παπαδάκης, Κώστας Σκαρμέας και Θανάσης Καμπαγιάννης, τονίζουν, σε ανακοίνωσή τους, πως προσδίδει μεγαλύτερη αξία στην ασκηθείσα έφεση ότι προέρχεται «από τον αναπληρωτή εισαγγελέα της έδρας, ο οποίος δεν έλειψε λεπτό από τη δίκη και γνωρίζει σε βάθος τη δικογραφία, όσο και όλοι οι υπόλοιποι εισαγγελικοί διαδικαστικοί λειτουργεί που συμμετείχαν».
Σύμφωνα με τους τρεις συνηγόρους, η έφεση του κ. Κωσταρέλλου «δικαιώνει το αίτημα και τις επισημάνσεις μας, που από την πρώτη στιγμή που ανακοινώθηκαν οι ποινές εκφράσαμε, την κρίση ότι υπολείπονται της δίκαιης και ανάλογης τιμωρίας του άρθρου 79 Π.Κ. Δίνεται έτσι η δυνατότητα να αποκατασταθεί ένα αρνητικό σημείο της απόφασης».
Στην ανακοίνωση των τριών συνηγόρων αναφέρεται, επίσης, ότι «το ίδιο ισχύει και για την έφεση κατά των καταδικαστικών αποφάσεων όσων κρίθηκαν ένοχοι για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης και θα δικαστούν και αυτοί σε δεύτερο βαθμό με ανοιχτό το ενδεχόμενο επιβολής μεγαλύτερης ποινής». Επισημαίνεται, δε, πως θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στο θέμα της χορήγησης αποζημίωσης στα θύματα της Χρυσής Αυγής με νομοθετική πρωτοβουλία.
Μάλιστα, ο εκ των συνηγόρων κ. Παπαδάκης, σε ανακοίνωσή του για το θέμα, προτείνει για να μην επιβαρυνθεί ιδιαίτερα ο προϋπολογισμός του κράτους, να γίνει «χρήση ενός μέρους του δεσμευμένου ποσού των 8.000.000 ευρώ, της ανασταλείσας χρηματοδότησης της Χρυσής Αυγής από το 2013 έως το 2019» για να ικανοποιηθεί αυτή η ανάγκη.
«Η αποκατάσταση της ψυχικής οδύνης των οικογενειών και της ηθικής βλάβης των θυμάτων, καθώς επίσης και η κάλυψη των δικαστικών εξόδων στα οποία έχουν υποβληθεί ή και καλούνται να υποβληθούν είναι επιτακτικά αναγκαία. Δεν πρόκειται απλά για ιδιωτική διαφορά, αλλά για δημόσια υποχρέωση που έχει το κράτος για να αναλάβει έμπρακτα τις ευθύνες του απέναντι σε εκείνους, που δεν μπόρεσε να προστατεύσει από την εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής τα χρόνια που αυτή εκδηλώθηκε», υπογραμμίζει ο κ. Παπαδάκης. Ο ίδιος διατυπώνει την άποψη πως δεν θα πρέπει να καταστεί αμετάκλητη η απόφαση για να αποζημιωθούν τα θύματα αφού «η περαιτέρω δικαστική διερεύνηση, και αν ακόμα διαφοροποιήσει την ποινική απόφαση όσον αφορά την ταυτότητα των δραστών και τις συνθήκες τέλεσης της πράξης, δεν θα μεταβάλει αυτή καθ’ αυτή την πράξη. Καμία μελλοντική απόφαση δεν θα αμφισβητήσει ότι ο Φύσσας και ο Λουκμάν δολοφονήθηκαν, ότι ο Αμπουζίντ Εμπάρακ δέχθηκε απόπειρα ανθρωποκτονίας κ.λπ.».
Κατά τον συνήγορο δεν θα είναι προσήκουσα μία αποζημίωση που θα καταβληθεί -εάν αναμένει το κράτος το αμετάκλητο της απόφασης- μετά την πάροδο 15 ετών από την τέλεση της πράξης.
Ο κ. Παπαδάκης θέτει, παράλληλα, το θέμα της οικονομικής ανισότητας μεταξύ των διαδίκων, σημειώνοντας πως οι συνήγοροι των θυμάτων επί επτά χρόνια «δεν πληρώθηκαν ή το πολύ-πολύ να πήραν ένα ποσό ίσα για τα παράβολα και μέρος των εξόδων τους», την ίδια στιγμή που «ένα μεγάλο μέρος του βασικού πυρήνα των συνηγόρων υπεράσπισης που ήσαν καθημερινά παρόντες στο δικαστήριο εργάζονταν “ως έμμισθοι συνεργάτες” βουλευτών της Χρυσής Αυγής για όσο χρονικό διάστημα από την έναρξη της δίκης μέχρι το 2019 η ΧΑ είχε ως κοινοβουλευτικό κόμμα το δικαίωμα να προσλαμβάνει, το δε κοινοβουλευτικό έργο που προσέφεραν ήταν κυρίως, αν όχι αποκλειστικά και μόνο, η υπεράσπιση των κατηγορουμένων εντολέων και συναγωνιστών τους. Αν ληφθεί υπόψη ότι στους 50 μήνες της περιόδου αυτής (Απρίλιος 2015-Ιούλιος 2019) καθένας από τους παριστάμενους δικηγόρους κοινοβουλευτικούς συνεργάτες της Χρυσής Αυγής (τουλάχιστον πέντε) με μέσο όρο μηνιαίου μισθού καθαρού 2.000 ευρώ έλαβε ως αντιμισθία το ποσό των 100.000 ευρώ, είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς το μέγεθος της ανισότητας μεταξύ των δύο πλευρών και από οικονομική άποψη».
Σύμφωνα με τον συνήγορο, «το ελληνικό Δημόσιο οφείλει να εκπληρώσει και ως παροχή διευρυμένης νομικής βοήθειας την υποχρέωσή του για την ικανοποίηση των δικηγορικών αμοιβών και εξόδων».
Όπως τονίζει ο συνήγορος, «η πολιτεία οφείλει να λάβει άμεσα μία σοβαρή νομοθετική πρωτοβουλία, προκειμένου να ολοκληρώσει την αποκατάσταση των θυμάτων της Χρυσής Αυγής και να τους απαλλάξει από μία μακρόχρονη, δαπανηρή, αλλά και επισφαλή διαδικασία ενώπιον των αστικών δικαστηρίων, δεδομένη μάλιστα την αμφίβολη φερεγγυότητα και περιουσιακή κατάσταση των δραστών των εγκληματικών ενεργειών, κατά των οποίων αναγκαστικά θα περιορισθούν οι ανάλογες αξιώσεις».
«Ήδη αισθάνομαι άβολα που αν και παράγοντας της δίκης παίρνω την πρωτοβουλία να θέσω το ζήτημα. Κάποιος όμως θα έπρεπε κάποτε να το κάνει, απαλλάσσοντας τα θύματα από την ανάγκη αυτή. Και μέχρι αυτές τις μέρες δεν βρέθηκε», αναφέρει ο κ. Παπαδάκης.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ