Στη δικαιοδοσία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (ΓΓΔΕ) περνά ο έλεγχος υψηλών τραπεζικών εμβασμάτων στο εξωτερικό από 415 δημοσίους υπαλλήλους, οι οποίοι έχουν αποχωρήσει από το Δημόσιο για διάφορους λόγους.
Παράλληλα, το Σώμα Επιθεωρητών – Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης (ΣΕΕΔΔ) συνεχίζει τον έλεγχο επί των δημοσίων υπαλλήλων που συνεχίζουν να υπηρετούν.
Οι έλεγχοι γίνονται στο πλαίσιο της εντολής που έδωσε τον Δεκέμβριο του 2013 ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης Κυριάκος Μητσοτάκης για τον έλεγχο της περιουσιακής κατάστασης των δημοσίων υπαλλήλων που έστειλαν χρηματικά εμβάσματα άνω των 100.000 ευρώ σε τράπεζες του εξωτερικού τα τελευταία χρόνια.
Όπως ενημερώθηκε από τον Ειδικό Γραμματέα του ΣΕΕΔΔ Παρασκευά Νομικό, συνολικά 5.260 υπάλληλοι του Δημοσίου, οι ίδιοι ή και με τους/τις συζύγους τους, από το 2010, έστειλαν μέσω εμβασμάτων σε τραπεζικά ιδρύματα της αλλοδαπής αθροιστικά το ποσό του 1,45 δισ. ευρώ.
Σχεδόν οι μισοί εξ αυτών είναι εκπαιδευτικοί όλων των κατηγοριών και βαθμίδων, ενώ οι υπόλοιποι είναι κυρίως υπάλληλοι των Υπουργείων Υγείας (κυρίως γιατροί), Εθνικής Άμυνας, Οικονομικών, Υποδομών και των ΟΤΑ.
Από την εξέταση των στοιχείων που διαβιβάστηκαν από τη ΓΓΔΕ στο ΣΕΕΔΔ τον Οκτώβριο του 2014, προκύπτει ότι ο μέσος όρος των εμβασμάτων ανά υπάλληλο προσεγγίζει τα 275.000 ευρώ, ενώ 329 εξ αυτών έχουν στείλει εμβάσματα που συνολικά υπερβαίνει το καθένα τις 600.000 ευρώ.
Από τα μέχρι τώρα στοιχεία αποδεικνύεται ότι από τους 5.260 υπαλλήλους, οι 415 αποχώρησαν από το Δημόσιο για διαφόρους λόγους, μετά την έναρξη του ελέγχου.
Με δεδομένο ότι για τους 415 πρώην πλέον υπαλλήλους το ΣΕΕΔΔ δεν έχει μετά την αποχώρησή τους αρμοδιότητα ελέγχου για την περιουσιακή τους κατάσταση, o κ. Νομικός, με εντολή του κ. Μητσοτάκη διαβίβασε τα σχετικά στοιχεία στη ΓΓ Δημοσίων Εσόδων κ. Σαββαϊδου για τις δικές της ενέργειες.
Σήμερα Πέμπτη, ο κ. Μητσοτάκης παρέδωσε στην κ. Σαββαΐδου τη σχετική λίστα με τους 415 υπαλλήλους, οι οποίοι δεν μπορούν πια να ελεγχθούν από το ΣΕΕΔΔ, προκειμένου να προχωρήσει ο σχετικός φορολογικός έλεγχος από τη ΓΓΔΕ, με τα κριτήρια που αυτή χρησιμοποιεί.
«Είναι πλέον καθαρό ότι η παραίτηση ή η αποχώρηση από το Δημόσιο από μόνη της δεν αναστέλλει σε καμία περίπτωση τον φορολογικό έλεγχο, ο οποίος δεν διεξάγεται από το ΣΕΕΔΔ, που δεν έχει τη δικαιοδοσία, αλλά από τη ΓΓΔΕ, στο πλαίσιο της γενικής προσπάθειας την οποία καταβάλει για τον έλεγχο των εμβασμάτων» δήλωσε ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης.
Από την πλευρά της η Γενική Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων ανέφερε πως για όσους υπάλληλους του υπουργείου Οικονομικών έκαναν εμβάσματα την επίμαχη περίοδο διενεργήθηκε προκαταρτικός έλεγχος από την υπηρεσία εσωτερικών υποθέσεων, ενώ παράλληλα διενεργείται φορολογικός έλεγχος από το ΚΕΦΟΜΕΠ.
Φορολογικός έλεγχος επίσης θα διενεργηθεί για όσους υπαλλήλους του Δημοσίου έχουν πλέον αποχωρήσει για διαφόρους λόγους.
Πρόσθεσε πως σε κάθε περίπτωση, για όσους υπαλλήλους συνταξιοδοτούνται διενεργείται έλεγχος πόθεν έσχες από την υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων.
«Θα ήθελα, τέλος, να επισημάνω ότι ο αριθμός αυτός αποτελεί μικρό ποσοστό σε σχέση με το σύνολο των δημοσίων υπαλλήλων και κυρίως των υπαλλήλων του υπουργείου Οικονομικών, οι οποίοι κάνουν τη δουλειά τους με ευσυνειδησία και αίσθημα καθήκοντος» κατέληξε.
Από το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης τονίζεται πως η αποστολή εμβασμάτων στο εξωτερικό αποτελεί νόμιμη ενέργεια στο πλαίσιο της ελευθερίας διακίνησης κεφαλαίων που συνιστά θεμελιώδη αρχή της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο έλεγχος αφορά αποκλειστικά και μόνο την περιουσιακή κατάσταση των υπαλλήλων και συγκεκριμένα εάν τα ποσά που έχουν αποσταλεί δικαιολογούνται από νόμιμα εισοδήματα.
Σημειώνεται ότι ο έλεγχος του ΣΕΕΔΔ αφορά σύνολο σχεδόν των υπαλλήλων του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα, πλην ορισμένων κατηγοριών δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων που εξαιρούνται από την αρμοδιότητά του, όπως αιρετά όργανα, δικαστές, μετακλητοί υπάλληλοι, αστυνομικοί, λιμενικοί, κ.λπ.
Σύμφωνα με το υπουργείο, τα αποτελέσματα από τους πρώτους ελέγχους περιουσιακής κατάστασης αναμένονται το επόμενο διάστημα, καθώς, όπως επισημαίνεται, πρόκειται για μια ιδιαίτερα σύνθετη και χρονοβόρα διαδικασία που απαιτεί τη συνεργασία των τραπεζών και των λοιπών εμπλεκομένων αρχών.