του Δημήτρη Χατζηνικόλα
Οι αποφάσεις έχουν ήδη ληφθεί και είναι προκαθορισμένες από τη συμφωνία της 12ης Ιουλίου. Εκείνο που μένει να διαφανεί και στο οποίο επιμένουν εταίροι και δανειστές είναι η θέληση της κυβέρνησης να τις εφαρμόσει εντός των χρονοδιαγραμμάτων.
Από την πλευρά του το Μαξίμου και ο Αλέξης Τσίπρας διαβεβαιώνουν ότι η τήρηση της συμφωνίας είναι ζήτημα ύψιστης προτεραιότητας και ετοιμάζονται για έναν νομοθετικό «μαραθώνιο» μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου, ενδεχομένως και παραπάνω αν χρειαστεί, αλλά σίγουρα μέχρι τέλους του τρέχοντος έτους.
Σύμμαχος του κ. Τσίπρα είναι η ανανεωμένη, κατά 42 βουλευτές (36%), κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με την προηγούμενη σύνθεση και η έλλειψη, τουλάχιστον επί του παρόντος, οργανωμένης αντιπολιτευτικής ομάδας ή τάσης στο εσωτερικό της. Ακόμη και τάση των «53», η οποία όμως δεν μοιάζει να διαφοροποιείται ριζικά από τις κεντρικές γραμμές του Μαξίμου, διαθέτει 10-11 βουλευτές από τους 145 του κυβερνώντος κόμματος.
Υπ’ αυτήν την έννοια, λένε στο Μαξίμου, η κυβέρνηση θα κριθεί από το έργο της, την αποτελεσματικότητά της και την ικανότητά της να αντιμετωπίσει χρονίζοντα ζητήματα όπως η φοροδιαφυγή και η διαφθορά, θέματα που άπτονται της καθημερινότητας των πολιτών (παιδεία, υγεία κ.ά.) και φυσικά από τις προτάσεις της στο ασφαλιστικό και τα εργασιακά.
Για το μείζον θέμα του χρέους, που είναι ψηλά στην κυβερνητική ατζέντα, τα μηνύματα από τις Βρυξέλλες είναι αντιφατικά. Το ΔΝΤ μπορεί να πιέζει, αλλά οι Βρυξέλλες δεν βιάζονται και πολλοί είναι εκείνοι που επιθυμούν την έξοδο του Ταμείου από το πρόγραμμα -αφού ακόμη και τα δάνειά του κρίνονται ασύμφορα λόγω υψηλών επιτοκίων- ειδικά αν η κυβέρνηση εκπληρώσει τα συμφωνηθέντα και συνεπώς εκλείψει και η αναγκαιότητα συμμετοχής του Ταμείου στο πρόγραμμα, το οποίο ήταν εκείνο που πίεζε για όλο και πιο «σκληρά» μέτρα.
Σε κάθε περίπτωση η Ευρωπαίοι δείχνουν να συζητούν μια μικρή μείωση των επιτοκίων και μια επιμήκυνση της χρονικής διάρκειας των ομολόγων, σε καμία περίπτωση όμως στα 30 έτη που επιθυμεί το ΔΝΤ.
Επί της ουσίας η Βρυξέλλες δεν θεωρούν την απομείωση του χρέους κομβικής σημασίας, γεγονός που αργά ή γρήγορα θα προκαλέσει τριβές στις σχέσεις τους με την ελληνική κυβέρνηση, η οποία έχει αναγάγει το χρέος σε ζήτημα ύψιστης σημασίας.