Τα ποσοστά αυτών που υποφέρουν από την πείνα στον κόσμο αυξήθηκαν το 2017 για τρίτη συναπτή χρονιά και το φαινόμενο ενισχύεται από τις πολεμικές συρράξεις και την κλιματική αλλαγή, ενώ θέτει σε κίνδυνο τον παγκόσμιο στόχο τερματισμού του φαινομένου μέχρι το 2030, προειδοποιούν σε έκθεσή τους που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα τα Ηνωμένα Έθνη. Επίσης αυξήθηκαν τα ποσοστά της παχυσαρκίας.
Τα ποσοστά της πείνας φαίνεται ότι αυξάνονται σχεδόν σε ολόκληρη την Αφρική και στη Νότια Αμερική με 821 εκατομμύρια ανθρώπους, δηλαδή έναν στους εννέα, να υποφέρουν από αυτή το 2017, σύμφωνα με την έκθεση State of Food Security and Nutrition in the World 2018 (Παγκόσμια Κατάσταση της Ασφάλειας Τροφίμων και Διατροφής 2018).
Ταυτόχρονα όμως 672 εκατομμύρια ενήλικες -δηλαδή περισσότεροι από ένας στους οκτώ- είναι σήμερα παχύσαρκοι, σε σχέση με 600 εκατομμύρια που ήταν ο αντίστοιχος αριθμός το 2014.
«Χωρίς αυξημένες προσπάθειες υπάρχει ο κίνδυνος να μείνουμε πολύ πίσω στην επίτευξη του στόχου για την εξάλειψη της πείνας μέχρι το 2030», σημειώνει η έκθεση αναφερόμενη στους Στόχους για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη του ΟΗΕ, που υιοθετήθηκαν από τα κράτη μέλη το 2015.
Αυτή ήταν η τρίτη συναπτή χρονιά κατά την οποία σημειώθηκε παγκόσμια αύξηση στα επίπεδα της πείνας, έπειτα από μια δεκαετία μειώσεων.
Η επικεφαλής της έρευνας Σίντι Χόλμαν δήλωσε ότι οι αυξανόμενες εναλλαγές της θερμοκρασίας, οι έντονες και απρόβλεπτες βροχοπτώσεις και οι εναλλαγές των εποχών επηρεάζουν τη διαθεσιμότητα και την ποιότητα των τροφίμων.
«Γι’ αυτό λέμε ότι πρέπει να δράσουμε σήμερα», προσθέτει η Χόλμαν, η οποία είναι οικονομολόγος σε θέματα ασφάλειας των τροφίμων και διατροφής στον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας (FAO).
«Γιατί ανησυχούμε ότι δεν πρόκειται να βελτιωθεί, ότι μόνο θα επιδεινώνεται», είπε η ίδια στο Ίδρυμα Thomson Reuters.
Τον περασμένο χρόνο, σχεδόν 124 εκατομμύρια άνθρωποι σε 51 χώρες ήταν αντιμέτωποι με υψηλά επίπεδα πείνας, εξαιτίας των πολέμων και των κλιματικών αλλαγών, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
Πολλές χώρες που μαστίζονται από συνεχιζόμενες συγκρούσεις, ανάμεσά τους η Υεμένη, η Σομαλία, το Νότιο Σουδάν και το Αφγανιστάν, ήταν επίσης αντιμέτωπες με μια ή περισσότερες κλιματικές ακραίες καταστάσεις, όπως η ξηρασία και οι πλημμύρες, σημειώνει η έκθεση.
Τη Δευτέρα, η φιλανθρωπική οργάνωση Save the Children προειδοποίησε εξάλλου ότι 600.000 παιδιά σε εμπόλεμες ζώνες μπορεί να πεθάνουν από ακραία πείνα έως το τέλος του έτους καθώς υπάρχουν ελλείψεις χρηματοδότησης και οι εμπόλεμες πλευρές εμποδίζουν τις προμήθειες να φτάσουν σε αυτούς που τις χρειάζονται.
Ο πολλαπλασιασμός επίσης των περιπτώσεων που η θερμοκρασία χτυπάει κόκκινο και των καταστροφών όπως οι πλημμύρες ή οι ξηρασίες αποτελούν μια από τις «βασικές αιτίες σοβαρών διατροφικών κρίσεων», υπογραμμίζεται στην έκθεση, η οποία δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα από πέντε υπηρεσίες του ΟΗΕ.
Συνολικά 821 εκατομμύρια άνθρωποι πεινούσαν το 2017 -έναντι 804 εκατομμυρίων το 2016- και η «Αφρική είναι η χειρότερα πληγείσα ήπειρος», με σχεδόν το 21% του πληθυσμού της να υποσιτίζεται, δήλωσε παράλληλα τηλεφωνικώς στο AFP ο Ντομινίκ Μπουρζόν, διευθυντής της υπηρεσίας επιχειρήσεων έκτακτης ανάγκης και αποκατάστασης του FAO.
Βάσει των ιδίων κριτηρίων, 11,4% του πληθυσμού υποσιτίζεται στην Ασία, 6,1 στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, 7% στην Ωκεανία και λιγότερο από 2,5% στη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη, σύμφωνα με την έκθεση, η οποία συντάχθηκε από τον FAO, το Διεθνές Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (FIDA), την UNICEF, το Παγκόσμιο Πρόγραμμα Επισιτισμού (PAM) και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ)
Στην Ευρώπη σε δύο χώρες πεινούν οι άνθρωποι περισσότερο απ’ ό,τι στις άλλες: στην Αλβανία (5,5% του πληθυσμού) και στη Σερβία (5,6%).
Αντιστροφή της τάσης
Σε παγκόσμιο επίπεδο, ο αριθμός των ανθρώπων που πεινούν ανήλθε εκ νέου το 2017 στο επίπεδο που είχε φτάσει «πριν από 10 χρόνια», το οποίο επιβεβαιώνει «την αντιστροφή της τάσης προς τα κάτω» της πείνας στον κόσμο, η οποία υπήρχε από το 2015.
«Ανησυχούμε από την επιδείνωση της κατάστασης στην Λατινική Αμερική», σημείωσε ο Μπουρζόν, επικαλούμενος τόσο τη Βενεζουέλα, η οποία αντιμετωπίζει σοβαρή οικονομική κρίση, όσο και τον «δρόμο της ξηρασίας» Νικαράγουας-Γουατεμάλας-Σαλβαδόρ στην κεντρική Αμερική, ενώ «η πιθανότητα ενός νέου κλιματικού φαινομένου όπως το Ελ Νίνιο, με έναν πολλαπλασιασμό των ξηρασιών, αυξάνεται ολοένα και περισσότερο κάθε μέρα».
Ωστόσο «την οξύτερη διατροφική κρίση αντιμετωπίζει σήμερα μια χώρα σε εμπόλεμη κατάσταση, η Υεμένη», όπου το 35% του πληθυσμού υποσιτίζεται, πρόσθεσε ο ειδικός.
Στην έκθεση αυτή αναλύονται λεπτομερώς η «αλλαγή του κλίματος και τα ακραία κλιματικά φαινόμενα», τα οποία κατονομάζονται ως “βασικοί παράγοντες της πρόσφατης ανάκαμψης της πείνας στον κόσμο”.
«Όλο και περισσότερα στοιχεία δίνουν βάση στη σκέψη ότι η κλιματική αλλαγή έχει ήδη αντίκτυπο στη γεωργία και τη διατροφική ασφάλεια», υπογραμμίζουν οι συντάκτες της έκθεσης.
«Από το 1986 έως το 2006, παρατηρούμε μια θεαματική αύξηση των φυσικών καταστροφών που συνδέονται με το κλίμα, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 80% του συνόλου των φυσικών καταστροφών», σημείωσε ο Μπουρζόν για να υπογραμμίσει: «Οι πρώιμες ή όψιμες ή ολότελα εξαφανισμένες εποχές σε ορισμένα μέρη του πλανήτη έχουν τεράστιο αντίκτυπο στις σοδειές γεωργικών προϊόντων».
«Τα τελευταία δέκα χρόνια, το 36% των χωρών που αντιμετώπισε αύξηση του υποσιτισμού, αντιμετώπισε επίσης ξηρασία», σημειώνει ο ειδικός.
Ο FAO και ο ΟΗΕ προτείνουν επίσης στην έκθεση αυτή την εφαρμογή μιας σειράς από αγροτικές τεχνικές, ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες για προσαρμογή στις κλιματικές αλλαγές, ώστε να γίνει μια προσπάθεια να διαφυλαχθούν οι σοδειές.
Πρωτίστως προτείνουν τη σπορά σε σύντομους κύκλους ώστε να υπάρχει παραγωγή σε πιο σύντομα χρονικά διαστήματα και να περιοριστεί η έκθεση σε απρόβλεπτα μετεωρολογικά φαινόμενα.
Αύξηση της παχυσαρκίας
Από πλευράς υγείας, ο ΟΗΕ επισημαίνει μία μόνον πρόοδο: μειώθηκε το ποσοστό των παιδιών που παρουσιάζει προβλήματα ανάπτυξης σε 22% έναντι 25% πέρυσι, αλλά 151 εκατομμύρια παιδιά εξακολουθούν να πλήττονται: «Μια γενιά σε κίνδυνο», σύμφωνα με τον Μπουρζόν.
Τα Ηνωμένα Έθνη εκφράζουν ανησυχία για την αύξηση της παχυσαρκίας στους ενήλικες, με «περισσότερο από έναν ενήλικα στους οκτώ στον κόσμο» να πλήττεται από τη μάστιγα αυτή, η οποία αποδίδεται πλέον στις «πολλές μορφές κακής διατροφής» που υπάρχουν σήμερα.
Το θέμα αυτό αποκτάει ακόμη μεγαλύτερη σοβαρότητα καθώς οι άνθρωποι «που ήταν θύματα υποσιτισμού στην παιδική τους ηλικία διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο στη συνέχεια να είναι παχύσαρκοι», γνωστοποίησε ο Μπουρζόν.
Τέλος τα Ηνωμένα Έθνη εκφράζουν ανησυχία και για την υγεία των γυναικών: «μια γυναίκα στις τρεις σε αναπαραγωγική ηλικία υποφέρει από αναιμία», με «σημαντικές συνέπειες» στην υγεία τους και των παιδιών τους, όπως υπογραμμίζεται στην έκθεση αυτή, η οποία δείχνει επίσης ότι οι γυναίκες είναι «περισσότερο ευάλωτες από τους άνδρες να πληγούν από σοβαρή έλλειψη διατροφικής ασφάλειας» στην Αφρική, την Ασία και τη Λατινική Αμερική.