Ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Ιωάννης Αγγελής σε επιστολή του προς τον υπουργό Δικαιοσύνης Κωνσταντίνο Τσιάρα αναφέρει ότι η σε βάρος του πειθαρχική έρευνα που διατάχθηκε από τον τότε υπουργό Μιχάλη Καλογήρου, είναι πολιτική και κομματική, ενώ παράλληλα ζητεί ακρόαση πριν ληφθεί απόφαση για την άσκηση ή όχι πειθαρχικής δίωξης σε βάρος του, για δήθεν αναξιοπρεπή συμπεριφορά, όπως προτείνει ο αντιπρόεδρος του ΣτΕ, Μιχάλης Πικραμένος που διεξήγαγε την πειθαρχική έρευνα.
Ειδικότερα, ο κ. Αγγελής αναφέρει ότι ο κ. Πικραμένος προτείνει την πειθαρχική δίωξη του όχι επειδή κατά την άσκηση των καθηκόντων εποπτείας της τότε επικεφαλής της Εισαγγελίας Διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη που χειριζόταν την υπόθεση της Novartis υπέπεσε σε παραλείψεις ή αλλά αδικήματα, αλλά γιατί «άσκησα περισσότερο και με διαφορετικό τρόπο εποπτεία», έτσι ώστε να αποτραπεί η ολοκλήρωση του «σχεδίου Ρασπούτιν», του τότε αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλου, που ήταν «η άσκηση ποινικής δίωξης χωρίς ενδείξεις κατά πολιτικών προσώπων και από εκεί και πέρα θα τα βρει ο ανακριτής…».
Παράλληλα, ο κ. Αγγελής αναφέρει ότι ενώ από τις δικές του αναφορές και ενέργειες ξεκίνησε η δικαστική διερεύνηση στην υπόθεση κατά δέκα πολιτικών προσώπων στην υπόθεση της Novartis, τώρα βρίσκεται στο σημείο να ζητείται η πειθαρχική του δίωξη.
‘Όπως αναφέρει όλες οι εισαγγελικές ενέργειες του κατέτειναν στο να αποτραπεί «στην από εμένα τότε εποπτευομένη (κα Τουλουπάκη) να ολοκληρώσει το ήδη σε εξέλιξη ευρισκόμενο (κατά τον χρόνο της εποπτείας μου) παράνομο σχέδιό της, για το οποίο και ήδη έχει ασκηθεί εναντίον της ποινική δίωξη για κατάχρηση εξουσίας (άρθρο 239 Π.Κ.), πράξη που φέρεται ότι έχει τελέσει τον μήνα Φεβρουάριο του 2018, με τη διαβίβαση της δικογραφίας εναντίον δέκα πολιτικών προσώπων – αντιπάλων του τότε κυβερνώντος κόμματος, προς την Βουλή των Ελλήνων”.
Ακόμη, ο κ. Αγγελής στην επιστολή του προς τον κ. Τσιάρα ζητεί κατ΄ άρθρο 20 του Συντάγματος, ακρόαση πριν ληφθεί απόφαση για την άσκηση ή όχι πειθαρχικής δίωξης σε βάρος του, με βάση το πόρισμα του κ. Πικραμένου, το οποίο, όπως αναφέρει, καταλήγει στην άσκηση πειθαρχικής δίωξης σε βάρος του για “αναξιοπρεπή συμπεριφορά, που προσβάλλει το κύρος της Δικαιοσύνης, λόγω «υπέρβασης των ορίων ελέγχου», που επέδειξα κατά την άσκηση της τρίμηνης εποπτείας μου”.
Σε άλλο σημείο της επιστολής του ο κ. Αγγελής, μεταξύ των άλλων, αναφέρει: “Οι παραγγελίες αυτές δόθηκαν (από τον προκάτοχό Σας) ελάχιστο χρόνο πριν την διενέργεια των Εθνικών – Βουλευτικών εκλογών της 7-7-2019 για λόγους αποκλειστικώς πολιτικούς και κομματικούς και ειδικότερα για να «ελαφρύνει» τις κατηγορίες που αποδίδονταν (τότε) και εξακολουθούν να αποδίδονται (ακόμα και σήμερα) στο κόμμα του και εμμέσως στον ίδιο, σχετικά με την προσπάθεια να καταστούν ποινικώς υπεύθυνα, δέκα πολιτικά πρόσωπα (εκ των οποίων δύο πρώην πρωθυπουργοί), πολιτικοί αντίπαλοι του τότε κυβερνώντος πολιτικού κόμματος (ΣΥΡΙΖΑ). Χαρακτηριστικό της εμφανέστατης διάστασης του κομματικού χαρακτήρα της εναντίον μου παραγγελίας για πειθαρχική έρευνα, αποτελεί το γεγονός ότι, και οι τρεις παραγγελίες δόθηκαν «εντός κλίματος έντονης κομματικής αντιπαράθεσης για την υπόθεση Novartis και εντός έντονης προεκλογικής περιόδου. Ειδικότερα δε, η τρίτη εναντίον μου παραγγελία, δόθηκε την 4-7-2019, ήτοι δυο ημέρες πριν από την οριστική αποχώρηση του τότε υπουργού Δικαιοσύνης κ. Καλογήρου από το υπουργείο (αριθμός πρωτ. Ε -75 -04/07/2019 προς το ΣΤΕ) και μάλιστα για το «ιδιαίτερα ατιμωτικό αδίκημα μου», που συνίσταται στο ότι, διαφώνησα με τη νομική άποψη συγκεκριμένης γραμματέως της Εισαγγελίας Α.Π., ως προς το εάν δύο έγγραφα (που αφορούσαν δημόσια διαδικασία) θα έπρεπε να «περάσουν» στο κοινό ή στο εμπιστευτικό πρωτόκολλο”.
Σε άλλο σημείο της επιστολής του προς τον κ. Τσιάρα ο κ. Αγγελής αναφέρει ότι το πόρισμα του κ. Πικραμένου «σας προτείνει να ασκήσετε πειθαρχική δίωξη εναντίον μου, όχι γιατί έκανα κάτι λιγότερο ή παρέλειψα να κάνω κάτι κατά την άσκηση των καθηκόντων μου, αλλά γιατί «άσκησα περισσότερο και με διαφορετικό τρόπο εποπτεία», που υπερβαίνει το «νομικό μέτρο», που καθορίζει η έκθεση (σε αντίθεση με την μέχρι τότε νομολογία και πρακτική), κατά το υποκειμενικό βέβαια κριτήριο του υπογράφοντος αυτήν» και συνεχίζει: Η διαφορετική αυτή «αντίληψη των «νομικών ορίων» της εποπτείας που υποστηρίζει η επίδικη «Έκθεση του ΣτΕ», ότι έπρεπε να είχα ακολουθήσει, οδηγεί σε εσφαλμένα, παράδοξα και ανεδαφικά συμπεράσματα, όπως π.χ. ότι «λόγω της εσφαλμένης (κατά το υποκειμενικό κριτήριο του συντάκτη της έκθεσης) αντίληψης του εποπτικού μου ρόλου», επέδειξα αναξιοπρεπή υπηρεσιακή συμπεριφορά και παρενέβην στην κρίση της κας Τουλουπάκη, με το να μην της επιτρέψω να ολοκληρώσει το «σχέδιο Ρασπούτιν», που ήταν «να ασκήσει ποινική δίωξη χωρίς ενδείξεις κατά πολιτικών προσώπων και από εκεί και πέρα θα τα βρει ο ανακριτής».