Την πεποίθησή του ότι η Ν.Δ. θα καταφέρει να είναι αυτοδύναμη στις επερχόμενες εκλογές, εκφράζει, μέσα από τη συνέντευξή του στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο ευρωβουλευτής του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης Μανώλης Κεφαλογιάννης.
Σημειώνει επίσης ότι «επιδίωξη δεν θα πρέπει να είναι μόνο η αυτοδυναμία, αλλά κυρίως μία διακυβέρνηση με ανοικτό ορίζοντα τετραετίας, για να μπορέσει να κάνει θετικά πράγματα για τον τόπο που θα φτάσουν στην κοινωνία».
Αναφερόμενς στην απαίτηση – όπως προκύπτει από τις δημοσκοπήσεις – των πολιτών για συναίνεση και συνεργασίες, ο κ. Κεφαλογιάννης υποστηρίζει ότι «οι πολιτικές συναίνεσης είναι θετικές πολιτικές, αλλά απαιτούν κάποιες προϋποθέσεις και η Ν.Δ. είναι έτοιμη να συνεργαστεί με τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου».
Μιλώντας για την γ’ αξιολόγηση, ο Έλληνας ευρωβουλευτής εύχεται να κλείσει το συντομότερο δυνατό και αναφερόμενος στην προοπτική «καθαρής» εξόδου της χώρας από τα μνημόνια τον Αύγουστο του 2018 σημειώνει ότι «όλα όσα έχουν δεσμεύσει τη χώρα καθιστούν και το νέο αφήγημα θριάμβου του πρωθυπουργού “κενό γράμμα”».
Σε ό,τι αφορά τους Ευρωπαίους εταίρους, ο κ. Κεφαλογιάννης δηλώνει στη συνέντευξή του στο ΑΜΠΕ ότι «μας παρέχουν στήριξη, βοήθεια και αλληλεγγύη στην Ελλάδα από το 2010, και ασφαλώς θα συνεχίσουν να μας στηρίζουν, όπως ορίζουν οι ευρωπαϊκές συνθήκες, εάν αυτό απαιτηθεί».
Για το μεταναστευτικό, ο Μανώλης Κεφαλογιάννης επισημαίνει ότι «δεν αποτελεί πλέον ελληνικό ζήτημα, αλλά ευρωπαϊκό» και σημειώνει ότι «αποτελεί όνειδος για την Ευρώπη του πολιτισμού να μην μπορεί να φιλοξενήσει ένα εκατομμύριο πρόσφυγες».
Ερωτηθείς για το θέμα της επίλυσης του ζητήματος του ονόματος τής ΠΓΔΜ που «ξαναμπαίνει στο τραπέζι», υπογραμμίζει ότι «η κυβέρνηση έχει την ευθύνη της διαπραγμάτευσης και των επιλογών της» και σημειώνει ότι η Ν.Δ. έχει δηλώσει από το 2008 και το βέτο στο Βουκουρέστι την ξεκάθαρη θέση της.
Αναφερόμενος δε «στο ζήτημα διαφοροποίησης του κυβερνητικού εταίρου», ο Μανώλης Κεφαλογιάννης δηλώνει: «Δεν μας προκαλεί εντύπωση. Μας έχει, άλλωστε, συνηθίσει σε “πυροτεχνήματα διαφοροποίησης” που πολλές φορές καταλήγουν σε “υπερψήφιση θρήνου”».