Για τα νέα δεδομένα που δρομολογεί η επιστολή του Χρήστου Τριαντόπουλου, με την οποία ζητεί να παραπεμφθεί απευθείας στο δικαστικό συμβούλιο μίλησε στο κανάλι της «Ναυτεμπορικής» και στον Φίλιππο Φιλιππακόπουλο η καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου του ΑΠΘ, Ιφιγένεια Καμτσίδου.
Όπως διευκρίνισε αρχικά η κ. Καμτσίδου, «το Σύνταγμα και ο νόμος προβλέπουν μία συγκεκριμένη διαδικασία, η οποία καθορίζει και τον φυσικό δικαστή».
«Ο φυσικός δικαστής του κ. Τριαντοπούλου κατά τον νόμο και το Σύνταγμα είναι η Προανακριτική Επιτροπή»
«Διότι ακούω πολύ λάθος να αναφέρουν ορισμένοι ότι ο κ. Τριαντόπουλος ζητάει να πάει στο φυσικό του δικαστή. Όχι, ο φυσικός δικαστής του κ. Τριαντοπούλου κατά τον νόμο και το Σύνταγμα είναι η Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής» ανέφερε.
«Προβλέπεται ότι όταν ανακύψει ένα ζήτημα διερεύνησης ποινικών ευθυνών υπουργού ή διατελέσαντος υπουργού η Βουλή συστήνει Προανακριτική Επιτροπή. Ένα όργανο δηλαδή που συντίθεται από όλα τα κόμματα, ανάλογα με την κοινοβουλευτική τους δύναμη» συνέχισε. Ωστόσο, όπως πρόσθεσε, «έχουν πρόσβαση στη διαδικασία και μπορούν να την επηρεάσουν όλα τα κόμματα και αυτό είναι πολύ σημαντικό».
«Τι κάνει αυτή η Επιτροπή; Συγκεντρώνει το πραγματολογικό υλικό, τα στοιχεία, τα εξετάζει και βλέπει εάν με βάση αυτά μπορεί να στοιχειοθετηθούν αδικήματα και ποια αδικήματα είναι αυτά προκειμένου να εισηγηθεί στη Βουλή με πόρισμά της την άσκηση ποινικής δίωξης στον υπουργό την οποία αποφασίζει η Ολομέλεια σε ειδική συνεδρίαση» εξήγησε η κ. Καμτσίδου.
Το δικαστικό συμβούλιο και το Ειδικό Δικαστήριο
Σε ό,τι αφορά τα επόμενα βήματα, η ίδια σημείωσε: «Μετά την απόφαση της Ολομέλειας, για να ασκηθεί ή όχι ποινική δίωξη, ενεργοποιείται το δικαστικό συμβούλιο το οποίο είναι ένα όργανο συγκροτούμενο από δικαστές και από ένα μέλος της εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, το οποίο ολοκληρώνει την προδικασία και αν υπάρχει περίπτωση παραπομπής στο δικαστήριο συγκροτείται το Ειδικό Δικαστήριο το οποίο εξετάζει την υπόθεση».
Ερωτηθείσα αν ο κ. Τριαντόπουλος «με την επιστολή του ζητάει να μη γίνει αυτό το πρώτο βήμα» η κ. Καμτσίδου τόνισε πως «δεν είναι απλώς ένα βήμα, είναι μία φάση που προβλέπει ο νόμος και το Σύνταγμα».
«Η Προανακριτική έχει τα καθήκοντα ενός εισαγγελέα»
Στο ερώτημα αν η Προανακριτική έχει την αρμοδιότητα να επεκτείνει το κατηγορητήριο, να καλέσει και άλλους μάρτυρες και ενδεχομένως να απαγγείλει και κατηγορίες για άλλα πρόσωπα, η καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου του ΑΠΘ υπογράμμισε πως «η Προανακριτική έχει τα καθήκοντα ενός εισαγγελέα. Άρα με βάση το υλικό που θα έχει στα χέρια της προφανώς μπορεί να διευρύνει το κατηγορητήριο και προφανέστατα μπορεί και οφείλει να εξετάσει καθένα μάρτυρα που κρίνει ότι μπορεί να εισφέρει σημαντικά στοιχεία για την υπόθεση».
Σημείωσε πάντως πως το δικαστικό συμβούλιο έχει τις ίδιες αρμοδιότητες που έχει και η Προανακριτική, ξεκαθαρίζοντας ωστόσο πως «αν προκύψουν ενδείξεις για άλλο πρόσωπο θα πρέπει να συσταθεί νέα Προανακριτική».
Στην ερώτηση αν το ζήτημα αυτό είναι ένα πρώτο βήμα για την κατάργηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών η κ. Καμτσίδου απάντησε: «Με τον νόμο περί ευθύνης υπουργών έχουμε πολλές παρανοήσεις, ήδη από το 2019 καταργήθηκε στο Σύνταγμα η αποσβεστική προθεσμία, η οποία δημιουργούσε ένα είδος ασυλίας για τους υπουργούς δεδομένου ότι η δίωξη έπρεπε να ασκηθεί μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και είχαμε το θέμα της παραγραφής».
«Η κυβέρνηση έξι χρόνια τώρα δεν τροποποίησε τον νόμο περί ευθύνης υπουργών και το γεγονός ότι καταργήθηκε η παραγραφή στο Σύνταγμα δεν επηρεάζει το γεγονός ότι ο νόμος συνέχισε να προβλέπει αυτή την παραγραφή και να μας δημιουργεί θέμα τόσο σε συνταγματικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Έχουμε ένα νόμο ηπιότερο που κατά τις θεμελιώδεις αρχές του Συντάγματος αλλά και του ποινικού δικαίου εφαρμόζεται σε περίπτωση άσκησης ποινικής δίωξης» συμπλήρωσε.
Πώς επιλέγονται τα μέλη του δικαστικού συμβουλίου
Σε ό,τι αφορά το δικαστικό συμβούλιο, η κ. Καμτσίδου ανέφερε πως τα μέλη του επιλέγονται με κλήρωση και είναι μέλη του Αρείου Πάγου και του Συμβουλίου της Επικρατείας. Όπως είπε, όλοι μαζί ασκούν το ανακριτικό έργο. «Μπαίνουν όλα τα μέλη των ανωτάτων δικαστηρίων στην κληρωτίδα και με την κλήρωση επιλέγεται ένας από αυτούς» ανέφερε.
«Αν είχε συγκροτηθεί η Προανακριτική έγκαιρα και είχαν αξιολογηθεί τα στοιχεία της δικαιοσύνης, θα ήμασταν τώρα μπροστά στην ανάγνωση του πορίσματος»
Παρατήρησε καταληκτικά πως «γίνεται μία επίκληση της συνταγματικής διαδικασίας, δηλαδή της Προανακριτικής Επιτροπής και της απόφασης της Βουλής προκειμένου να θεμελιωθεί δήθεν η καθυστέρηση στη δίωξη των υπουργών. Αυτό είναι μια πλάνη για να μην πω μια απάτη» υπογράμμισε, εξηγώντας πως «αν είχαν ακολουθηθεί οι διαδικασίες και είχε συγκροτηθεί η Προανακριτική έγκαιρα και είχαν αξιολογηθεί τα στοιχεία που τουλάχιστον από το φθινόπωρο φαίνεται να έχει αποστείλει η δικαιοσύνη στο κοινοβούλιο, θα ήμασταν μπροστά τώρα στην ανάγνωση του πορίσματος της Προανακριτικής και όχι μπροστά στην πρώτη συνεδρίασή της».
Ο ρόλος της Βουλής
«Σε ό,τι δε αφορά την αναθεώρηση και την κατάργηση οποιασδήποτε ανάμειξης της Βουλής στην ποινική δίωξη των υπουργών θα πρέπει να λάβουμε υπόψη το εξής: όχι μόνο η Βουλή αποτρέπει απερίσκεπτες ή κακόβουλες διώξεις των πολιτικών προσώπων αλλά ενημερώνεται και έχει τη δυνατότητα μετά την ολοκλήρωση των εργασιών να ενημερώσει και τον ελληνικό λαό πώς διαχειρίστηκαν σε σχέση με τον ποινικό νόμο οι υπουργοί την εξουσία τους. Το να γίνει όπως πηγαίνουμε όλοι μας ενώπιον του εισαγγελέα χωρίς να μεσολαβεί καθόλου η Βουλή σημαίνει -απομάκρυνση του λαού από τα φορά απόδοσης ποινικής ευθύνης των υπουργών» κατέληξε.
Διαβάστε ακόμη:
→Νέος γύρος αντιπαράθεσης για την επιστολή Τριαντόπουλου: Πόλεμος δηλώσεων κυβέρνησης – ΠΑΣΟΚ
→Μητσοτάκης για Τριαντόπουλο: Γενναίο βήμα που δεν έχει προηγούμενο
→Τέμπη: Σφοδρή αντίδραση συγγενών των θυμάτων για την Προανακριτική – Οργή Πλακιά και Καρυστιανού