Αν και οι τεκτονικές αλλαγές της ηγεσία Τραμπ διαμορφώνουν ένα διαφορετικό διεθνές περιβάλλον, το ελληνικό πολιτικό σύστημα παρακολουθεί με αμηχανία και αναλώνεται σε μικροκομματικές αντιπαραθέσεις, αδυνατώντας να συλλάβει τόσο την μεγάλη διεθνή εικόνα όσο και την μικρότερη εικόνα της χώρας.
Η ήττα της συλλογικής Δύσης στην Ουκρανία που επισφράγισε η ηγεσία Τραμπ, η αποκήρυξη του δικαιωματισμού και της woke ατζέντας, η επιστροφή σε εθνικές πολιτικές στο μεταναστευτικό, η εγκατάλειψη της κλιματικής αλλαγής που επιφέρει συνολικότερη αλλαγή στην ενεργειακή πολιτική με επιστροφή στους υδρογονάνθρακες, διαμορφώνουν ένα νέο διεθνές περιβάλλον που οι απολήξεις του φθάνουν στην εσωτερική πολιτική και επιβάλλουν επανατοποθέτηση της χώρας. Ιδιαίτερη πρόκληση για την Ελλάδα αποτελεί η ενδυνάμωση της Τουρκίας και η ενίσχυση του περιφερειακού της ρόλου που δεν αντιμετωπίζεται με την «υποχωρητική πολιτική» των ήρεμων νερών και επιφέρει την ανάγκη για αλλαγή δόγματος στα ελληνοτουρκικά.
Κατά την διάρκεια της τριήμερης συζήτησης στην Βουλή ο μόνος που άνοιξε την βεντάλια των θεμάτων ήταν ο Αντώνης Σαμαράς -ανεξάρτητα από την συμφωνία ή διαφωνία με τις θέσεις του. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης περιορίστηκε να μιλήσει για την ανάγκη να διατηρηθεί η εσωτερική σταθερότητα σε μία συγκυρία διεθνούς αναταραχής, δίχως να δίνει κατεύθυνση για την χώρα. Η αντιπολίτευση δεν έθεσε καθόλου τα ζητήματα, πέρα από το δυστύχημα των Τεμπών σε όλες τις διαστάσεις του.
Είναι ιδιαίτερα δυσχερής η θέση στην οποία έχει περιέλθει ο πρωθυπουργός. Η ταύτιση με την προηγούμενη ηγεσία των ΗΠΑ και οι δημόσιες καταγγελίες περί «τραμπισμού» τον έχουν απομακρύνει από τη νέα ηγεσία. Η προθυμία του να ανακηρύξει ότι είμαστε σε «εμπόλεμη κατάσταση με την Ρωσία», τον έχει κάνει εχθρό της χώρας που τώρα κερδίζει τον πόλεμο. Αλλά ούτε και στην Ευρώπη είναι ανεβασμένες οι μετοχές του. Ο πρωθυπουργός αποκλείστηκε από από τρεις διεθνείς διασκέψεις -Παρίσι, Βερολίνο, Λονδίνο- για το Ουκρανικό παρότι η Ελλάδα είναι μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας και ήταν από τους πιο θερμούς υποστηρικτές της Ουκρανίας. Παρόλα αυτά εξακολουθεί να προβάλλει τις καλές του σχέσεις με τον Ζελένσκι, την ώρα που ο υπουργός των Εξωτερικών του συμφωνεί με την στάση της Ουάσιγκτον για την ειρήνευση στην Ουκρανία.
Η Αριστερά που θεωρητικά θα έπρεπε να είναι άνευ όρων υπέρ της ειρήνης αναζητά προσχήματα για να στηρίζει την επικίνδυνη πολιτική του Ζελένσκι καταδικάζοντας τον Τραμπ για «φραστικές υπερβολές», παρότι ο Αμερικανός πρόεδρος έθεσε καθαρά τον κίνδυνο να εκτραπούν τα πράγματα σε μία πυρηνική αναμέτρηση. Την ίδια ώρα τάσσεται υπέρ της ανάπτυξης της αμυντικής ανεξαρτησίας της Ευρώπης ενώ καταδικάζει την αύξηση των αμυντικών δαπανών που θα επιφέρει περαιτέρω μείωση του κοινωνικού κράτους – λες και μπορεί να υπάρξει το ένα δίχως το άλλο.
Αποστάσεις Δένδια
Στα δυο θέματα που αποκτούν εμβληματική σημασία, στο Ουκρανικό και στο Συριακό, η ελληνική κυβέρνηση παρακολουθεί αμήχανη και ταλαντευόμενη ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και τις Βρυξέλλες. Οι χθεσινές διαφορετικές τοποθετήσεις από τον υπουργό Εξωτερικών Γιώργο Γεραπετρίτη και τον Νίκο Δένδια για τις εξελίξεις στην Συρία και τις σφαγές που διαπράττει το νέο ισλαμικό καθεστώτος, δείχνουν ασάφεια της κυβερνητικής γραμμής. Το υπουργείο Εξωτερικών που είχε σπεύσει να χαιρετίσει την πτώση του καθεστώτος Άσαντ δείχνει να είναι πιο κοντά στις Βρυξέλλες που ακόμη και τις σφαγές υποκριτικά τις αποδίδουν στα υπολείμματα του καθεστώτος Άσαντ και όχι στους Ισλαμιστές που καθοδηγούνται από την Τουρκία. Ο Νίκος Δένδιας πάλι ταυτίστηκε με την δήλωση του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο σε απόσταση από την αρχική δήλωση Γεραπετρίτη, ο οποίος ακολούθως έσπευσε να υπαναχωρήσει μετά από επικοινωνία με τον Πατριάρχη Αντιοχείας.
Η διάσταση έρχεται σε μία συγκυρία που έχουν ανοίξει όλα τα σενάρια στο κυβερνητικό στρατόπεδο, από την αλλαγή πρωθυπουργού εν πλω – σενάριο στο οποίο παίζει το όνομα του Νίκου Δένδια ως βασικού δελφίνου- μέχρι τις πρόωρες εκλογές, όταν θα εξαντληθεί το επικοινωνιακό αποτύπωμα του ανασχηματισμού.
Ενώ το νέο διεθνές περιβάλλον επιβάλλει την επανατοποθέτηση της χώρας και αναγκαίες διορθώσεις, το ελληνικό πολιτικό σύστημα δίνει μάχες οπισθοφυλακών μένοντας στην προηγούμενη κατάσταση, που όμως αποδοκιμάζεται από τους λαούς των ΗΠΑ και της Ευρώπης.
Τα συλλαλητήρια αλλά και οι μετρήσεις της κοινής γνώμης δείχνουν μεν κατακόρυφη πτώση της κυβέρνησης αλλά και συνολική δυσαρμονία του πολιτικού συστήματος με το εκλογικό σώμα διαμορφώνοντας συνθήκες πολιτικού αδιεξόδου.
Μέσα σε αυτό το ευρύτερο πλαίσιο αποκτά σημασία, η κινητικότητα του Αντώνη Σαμαρά ο οποίος μετά την ομιλία του στην Βουλή πήρε σαφή θέση κατά των σφαγών στην Σύρια συνδέοντας τες με την Άγκυρα και χαρακτηρίζοντάς τες «νεο οθωμανικής έμπνευσης». Φήμες και πληροφορίες στα δημοσιογραφικά και πολιτικά παρασκήνια αναφέρουν ότι ο Μεσσήνιος πολιτικός κινείται προς την δημιουργία νέου κόμματος που θα εκφράσει την «όλη Δεξιά παράταξη» την οποία σταδιακά αφήνει εκτός πολιτικής ομπρέλας η ηγεσία Μητσοτάκη. Ο Αντώνης Σαμαράς είναι εναρμονισμένος με τις αλλαγές που επιφέρει διεθνώς αλλά και στο εσωτερικό της χώρας η αλλαγή υποδείγματος από τον Ντόναλντ Τραμπ. Το εάν αυτό είναι αρκετό ή αποτιμηθεί θετικά από την ελληνική κοινωνία είναι άλλης τάξης ζήτημα.