Skip to main content

Πρ. Παυλόπουλος στο Naftemporiki TV: Η κυβέρνηση να αναλάβει τις ευθύνες της για τα Τέμπη

INTIME/Γιάννης Λιάκος

Η Δικαιοσύνη να επιτελέσει το καθήκον της και να υποστηριχθεί η ανεξαρτησία της, σημειώνει ο Τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ακαδημαϊκός

Τη νέα τάξη πραγμάτων σε πλανητικό επίπεδο που δια-μορφώνει ο Ντόναλντ Τραμπ, τον αιφνιδιασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τους κινδύνους για Ελλάδα και Κύπρο από το νέο διεθνές status quo αναλύει σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Naftemporiki TV ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ακαδημαϊκός Προκόπης Παυλόπουλος.

Ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας αναφέρθηκε και στο θέμα των Τεμπών, συνιστώντας στην κυβέρνηση να αναλάβει στο ακέραιο όλες τις ευθύνες της, όποιες κι αν είναι αυτές, με απόλυτη διαφάνεια και δίχως ίχνος συγκάλυψης, και -από την άλλη- να αφήσει την Δικαιοσύνη να επιτελέσει το καθήκον της και να της συμπαρίσταται ειλικρινώς όταν και όπου χρειάζεται.

Η πολιτική Τραμπ, όπως προκύπτει από τα λεγόμενα του κ. Παυλόπουλου, ανατρέπει τη μεταπολεμική τάξη πραγμάτων και οδηγεί σε νέες συμμαχίες μεταξύ των υπερδυνάμεων. Το μέλλον είναι εξαιρετικά δύσκολο, ειδικά για την Ευρώπη, αλλά και για τον κόσμο γενικότερα, υπογραμμίζεται.

Αναλυτικότερα ο κ. Προκόπης Παυλόπουλος, μεταξύ άλλων, ανέφερε:

Ι. Εισαγωγικές σκέψεις για την τραγωδία των Τεμπών

«Οι μεγαλειώδεις, πραγματικά πρωτόγνωρες στα χρονικά μας, συγκεντρώσεις για την τραγωδία των Τεμπών συνιστούν μια ιστορική, κυριολεκτικώς, στιγμή, αλλά και καμπή στον τόπο μας. Ήταν μια αλησμόνητη μέρα εθνικού πένθους, με όλη τη σημασία των λέξεων, όπου τα συγκεντρωμένα πλήθη, πέραν του ανείπωτου πόνου, εξέπεμψαν και ένα ηχηρό μήνυμα προς κάθε κατεύθυνση. Πριν απ’ όλα προς το σύνολο του πολιτικού συστήματος και, όπως είναι ευνόητο, κατ’ εξοχήν προς την κυβέρνηση: Καθένας, ξεκινώντας από την κορυφή, οφείλει να αντιληφθεί ότι σε μια πραγματική Δημοκρατία μπορεί να διαδραματίζει πολιτικό ρόλο και, κυρίως, να κυβερνά μόνον όταν έχει την ανάλογη δημοκρατική νομιμοποίηση. Χωρίς αυτή ασκεί απλώς εξουσία, απογυμνωμένη από τα απαραίτητα δημοκρατικά της στοιχεία. Ιδίως δε οφείλει να αναλαμβάνει στο ακέραιο όλες τις ευθύνες του, όποιες κι αν είναι αυτές, με απόλυτη διαφάνεια και δίχως ίχνος συγκάλυψης. Και από την άλλη πλευρά πρέπει να αφήνει τη Δικαιοσύνη να επιτελεί το καθήκον της και να της συμπαρίσταται ειλικρινώς όταν και όπου χρειάζεται.

Όσο για τη Δικαιοσύνη, και αυτή έχει χρέος να αναλαμβάνει, και πάλι στο ακέραιο, τις δικές της ευθύνες. Οι λειτουργοί της πρέπει να αποφασίζουν απερίσπαστοι, με δίκαιη κρίση, όπως απαιτεί η κατά το Σύνταγμα προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία με την οποία θωρακίζονται όταν δικαιοδοτούν. Είναι αλήθεια ότι η ηγεσία της Δικαιοσύνης διορίζεται από την κυβέρνηση. Και η μεν κυβέρνηση οφείλει να επιλέγει τους καταλληλότερους για τις θέσεις αυτές. Αλλά όταν δεν το πράττει -και δυστυχώς συχνά δεν το πράττει, όπως έχει φανεί στην πράξη στο παρελθόν και στο παρόν-, παραβιάζει το Σύνταγμα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, όμως, μεγάλο βάρος πέφτει και στην ίδια την ηγεσία της Δικαιοσύνης. Πριν απ’ όλα γιατί οφείλει να συναισθάνεται ότι δεν χρωστάει σε κανέναν και πρέπει να λειτουργεί σαν να μη χρωστάει σε κανέναν και ιδίως στην κυβέρνηση. Αν δεν το πράττει, δεν επιτελεί το κατά το Σύνταγμα καθήκον της. Και ας μην ξεχνάμε ότι κατά το Σύνταγμα ο δικαστής φέρει το κύριο βάρος για τη θωράκιση του κράτους δικαίου και την εφαρμογή της αρχής της νομιμότητας όταν αυτή παραβιάζεται, ιδίως δε όταν στην αφετηρία μιας τέτοιας παραβίασης είναι η εκτελεστική εξουσία και η κορυφή της, δηλαδή η κυβέρνηση».

Ι. Η δεύτερη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ και η «Νέα Τάξη Πραγμάτων» σε πλανητικό επίπεδο

«Αποτελεί γεγονός αναμφισβήτητο ότι η δεύτερη εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ -η οποία σαφώς “αιφνιδίασε” την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ ήταν μάλλον αναμενόμενη, γεγονός που δείχνει και τα μεγάλα πολιτικά ελλείμματα των Ευρωπαίων ηγετών σήμερα- έχει επιφέρει συνταρακτικές γεωπολιτικές και γεωστρατηγικές, και όχι μόνο, αλλαγές παγκοσμίων διαστάσεων.

Ιδίως η Ευρωπαϊκή Ένωση, εάν βεβαίως έχει στοιχειώδη επίγνωση των κινδύνων που ελλοχεύουν για την ευρωπαϊκή ενοποίηση και για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, οφείλει να εξαγάγει τα καίρια συμπεράσματα ως προς το τι πρέπει να πράξει στο άμεσο μέλλον. Τέλος, σε ό,τι αφορά την Ελλάδα και την Κύπρο -δηλαδή τον Ελληνισμό στο σύνολό του και με κύριο γνώμονα το πώς πρέπει να αποτρέψουμε και να εξουδετερώσουμε αποτελεσματικά την κατάδηλη και αδίστακτη τουρκική απειλή, είναι, αυτονοήτως, η ώρα της πλήρους ενσυναίσθησης του εθνικού χρέους μας ιδίως για την υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητάς μας και της εθνικής κυριαρχίας μας, με την εντεύθεν επιπλέον θωράκιση όλων των κυριαρχικών δικαιωμάτων μας.

Η “Νέα Τάξη Πραγμάτων” -που ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Τζέι Ντι Βανς περιέγραψε στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου στις 14.2.2025 με την κυνική έως γραφική φράση “ήρθε νέος σερίφης στην πόλη”- οφείλεται σε αυτό το οποίο θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε “δόγμα Τραμπ”.

Ένα “δόγμα” που συνίσταται, κατά βάση, στο ότι η πλανητική επικράτηση των ΗΠΑ δεν μπορεί να επιτευχθεί υπό αμιγώς γεωπολιτικούς και γεωστρατηγικούς, αλλά πολύ περισσότερο υπό οικονομικούς όρους.

Μετά τη δεύτερη εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ η μεγάλη αλλαγή έγκειται στο ότι οι ΗΠΑ επιδιώκουν πλέον την πλανητική επικράτηση, όχι τόσο με γεωπολιτικούς και γεωστρατηγικούς όρους, αλλά πολύ περισσότερο με σχεδόν αμιγώς οικονομικούς όρους. Και αυτό διότι, κατά τον Ντόναλντ Τραμπ, η οικονομική “επικυριαρχία” είναι εκείνη που διασφαλίζει την πλανητική υπεροχή των ΗΠΑ. Είναι η “αποθέωση” της λογικής του σύγχρονου “οικονομισμού”, μέσω της “επικυριαρχίας” του “οικονομικού” επί του “θεσμικού”. Υπ’ αυτό το πρίσμα, ο κύριος αντίπαλος στον δρόμο προς την πλανητική επικράτηση των ΗΠΑ δεν είναι η Ρωσία, αλλά η Κίνα, ως ραγδαίως ανερχόμενη δύναμη οικονομικώς και τεχνολογικώς.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Ντόναλντ Τραμπ δεν φαίνεται να υπολογίζει την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία -ούτως ή άλλως- είναι πια πολλαπλώς αδύναμη, και κυρίως οικονομικώς και στρατιωτικώς. Ενώ δεν θεωρεί πλέον τη Ρωσία ως επικίνδυνο αντίπαλο, ιδίως λόγω της γεωπολιτικής και οικονομικής αποδυνάμωσής της υπό συνθήκες που είναι άκρως δυσχερές να ανατραπούν. Τούτο εξηγεί περαιτέρω και το γιατί ο Ντόναλντ Τραμπ δεν θεωρεί ότι το “πολυέξοδο” ΝΑΤΟ, με τον νέο ευρύτερο ρόλο του, είναι χρήσιμο και κρίσιμο για τις ΗΠΑ. Παραλλήλως και αναλόγως, βιάζεται να κλείσει τα πολεμικά μέτωπα αφενός στην ευρύτερη Ευρώπη -και για την ακρίβεια στην Ουκρανία-, μάλιστα δε με τρόπο που ευνοεί καταφανέστατα οικονομικώς τις ΗΠΑ, και, αφετέρου, στη Μέση Ανατολή, αφήνοντας εκεί μεγάλο πεδίο δράσης πρωτίστως στο Ισραήλ, και εν μέρει στην Τουρκία, κρίνοντας ότι και οι δύο αυτές χώρες τελούν πλέον και δη μακροπροθέσμως, υπό τον έλεγχο των ΗΠΑ. Με τον τρόπο αυτό πιστεύει ότι σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα οι ΗΠΑ θα έχουν όλες τους τις δυνάμεις, και κατά κύριο λόγο τις οικονομικές, διαθέσιμες αποκλειστικώς εναντίον της Κίνας.

Έτσι ώστε να ανακοπεί, χωρίς δυνατότητα αναστροφής, η πορεία της Κίνας προς την παγκόσμια οικονομική κορυφή, κάτι το οποίο σήμερα διαφαίνεται ως πολύ πιθανό».

ΙΙΙ. Ο «αιφνιδιασμός» της αδύναμης Ευρωπαϊκής Ένωσης από τη δεύτερη εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ

«Είναι βέβαιο ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση “αιφνιδιάστηκε” -και κακώς- και από τη δεύτερη εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ και από τα σχέδιά του, πιστεύοντας ότι ήταν προεκλογικές υπερβολές δίχως αξιόλογες προοπτικές εφαρμογής τους στην πράξη.

Κατά συνέπεια εκείνη ευθύνεται για το ότι οι ΗΠΑ του Ντόναλντ Τραμπ της φέρονται υποτιμητικά. Και αυτό γιατί η Ευρωπαϊκή Ένωση σήμερα είναι περισσότερο “αδύναμη” από ποτέ, ήτοι αφότου δημιουργήθηκε ως ενιαία διεθνής οντότητα, το 1993, με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και ως Ένωση των προϋφιστάμενων Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Επίσης, στο οικονομικό πεδίο η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι “ατελής”. Διότι υπάρχει μόνο μια στοιχειώδης “Νομισματική Ένωση”, διά της Ευρωζώνης, όχι όμως και μια πραγματική “Οικονομική Ένωση”. Και αυτό είναι καταλυτικό για το σύνολο και την προοπτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως έδειξε και η πρόσφατη έκθεση του Μάριο Ντράγκι. Με απλές λέξεις, υπό τα δεδομένα αυτά η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να αποτελέσει πλανητική οικονομική δύναμη, ενώ η επενδυτική αξία του ευρώ διεθνώς αποβαίνει εκ προοιμίου υπονομευμένη».

Με 3 άξονες θωράκιση της εξωτερικής πολιτικής

ΙV. Τα εθνικά θέματα για την Ελλάδα και την Κύπρο

Προκαταρκτικώς επισημαίνεται ότι ήταν παρακινδυνευμένη η σαφώς μονόπλευρη, και δη καθ’ υπερβολήν, αναφανδόν υπέρ της Ουκρανίας στάση μας, δίχως καμία σύνδεσή της με τα ευρύτερα καθ’ όλα νόμιμα συμφέροντα της Ελλάδας και της Κύπρου, όπως βεβαίως και με εκείνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στο ζήτημα της Ουκρανίας για πρώτη φορά δεν υιοθετήσαμε στην πράξη την παραδοσιακή πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική μας, η οποία σε αυτήν τη συγκυρία -και παραλλήλως βεβαίως προς την αυτονόητη στήριξη της Ουκρανίας έναντι της βάρβαρης εισβολής της Ρωσίας προϋπέθετε, αλλά και απαιτούσε και ανάλογη ρεαλιστική υπεράσπιση των νόμιμων εθνικών μας συμφερόντων. Κυρίως απέναντι στην τουρκική απειλή, κάθε φορά που τούτο ήταν επιβεβλημένο, δίχως βεβαίως να αποδυναμωθεί η ομόθυμη καταδίκη της βάρβαρης ρωσικής εισβολής.

Αυτή τη δυστοπική κατάσταση για τη χώρα μας πρέπει να την αντιστρέψουμε αμέσως και να επανέλθουμε στην πρότερη κατάσταση της εξωτερικής μας πολιτικής, με βάση τρεις προτεραιότητες: Πρώτον, επιστρέφοντας εκ νέου στην πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική και αποκαθιστώντας -οπωσδήποτε ανάλογα με την ιδιομορφία καθεμιάς σε ό,τι αφορά τις παραδοσιακές μας διεθνείς επιλογές- τις σχέσεις μας με ΗΠΑ, Ρωσία και Κίνα, και πάντως σε αρμονία με τις αντίστοιχες πρωτοβουλίες των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεύτερον, διαδραματίζοντας πρωταγωνιστικό ρόλο στο να αποκτήσει, επιτέλους, η Ευρωπαϊκή Ένωση “πλανητικό ρόλο”, κατά τον προορισμό της και την Ιστορία της. Και, τρίτον, θωρακίζοντας τη χώρα σε συνεργασία με την Κύπρο. Ιδίως για τα εθνικά μας θέματα, η Ελλάδα πρέπει να θέσει την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ προ των ευθυνών τους σε ό,τι αφορά την Τουρκία, η οποία με βάση την έως τώρα συμπεριφορά της είναι ανερμάτιστη και αναξιόπιστη διεθνώς. Και να δείξει ότι καμία απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ δεν θα επηρεάσει τις δικές μας αποφάσεις για την υπεράσπιση της εδαφικής μας ακεραιότητας, τη θωράκιση της εθνικής μας κυριαρχίας (ιδίως ως προς την αιγιαλίτιδα ζώνη) και την πλήρη άσκηση όλων, ανεξαιρέτως, των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.

Ειδικά για το κυπριακό ζήτημα, το οποίο είναι πρωτίστως διεθνές και ευρωπαϊκό ζήτημα, πρέπει να γίνουν σεβαστές, στο ακέραιο, όλες οι προϋποθέσεις επίλυσής του κατά το διεθνές και κατά το ευρωπαϊκό δίκαιο.

Κοινός μας προσανατολισμός: Εχθροί και φίλοι σέβονται μόνο τον αποφασισμένο και ισχυρό, και όχι τον “επαίτη” αδύναμο. Θα θυμίζουμε δε σε όλους πως πρέπει να σεβαστούν και το ότι εμείς, οι Έλληνες, βρεθήκαμε με συνέπεια και κόστος στη “σωστή πλευρά της Ιστορίας” κατά τον Α’ και κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, σε αντίθεση με την καιροσκοπική Τουρκία, η οποία πορεύθηκε με την κυνική λογική “τα καλά και συμφέροντα”. Κατά τούτο είμαστε η μόνη δημοκρατική “σταθερά” στη Ν.Α. Ευρώπη».